Σε μια νέα δύσκολη φάση φαίνεται να εισέρχεται η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με τις αυξήσεις των επιτοκίων από εδώ και πέρα να συνοδεύονται από έναν ακόμη μοχλό σύσφιγξης,  αυτόν την χαλάρωσης του ισολογισμού, αλλά και το ενδεχόμενο ύφεσης, που φαντάζει ολοένα και πιο πιθανό.

Η συναίνεση στους κόλπους της ΕΚΤ είναι ένα δύσκολο στοίχημα από εδώ και πέρα, με κάθε αύξηση των επιτοκίων να απαιτεί ακριβέστερες εκτιμήσεις σε σχέση με τον οικονομικό αντίκτυπο και τις συνθήκες χρηματοδότησης, επισημαίνει το Bloomberg, ενόψει της συνεδρίασης της 15ης Δεκεμβρίου.

Διαβάστε επίσης: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα: Αντίδραση στον πληθωρισμό και πρόκληση συνθηκών ύφεσης

Η οικονομολόγος της Credit Suisse, Veronika Roharova, εκτίμησε, μιλώντας στο Bloomberg, ότι ο Δεκέμβριος θα είναι δύσκολος και πολύ περισσότερο, μη γνωρίζοντας πότε θα κορυφωθεί ο πληθωρισμός και πόσο γρήγορα θα υποχωρήσει. Θα δούμε περισσότερη ένταση εντός της ΕΚΤ καθώς τα επιτόκια τείνουν να γίνουν ουδέτερα, εκτιμά.

Διαβάστε επίσης: ΕΚΤ: Προειδοποιεί για απώλειες 

Ό, τι κι αν κάνουν οι αξιωματούχοι με επικεφαλής την πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ για την αύξηση του κόστους δανεισμού στις 15 Δεκεμβρίου, η απόφασή τους είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα τους φέρει σε ένα επίπεδο που ούτε λίγο ούτε πολύ δεν θα τονώνει πλέον την ανάπτυξη.

Αυτό θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην πολιτική της κεντρικής τράπεζας καθώς οι μελλοντικές αυξήσεις για την εξομάλυνση του πληθωρισμού θα μετακινηθούν από τις ουδέτερες ρυθμίσεις στον ουσιαστικό περιορισμό της οικονομίας κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης.

Ενώ τα επιτόκια θα παραμείνουν το πιο σημαντικό εργαλείο, η ΕΚΤ θα διευθετήσει επίσης το ζήτημα του πώς θα ξεκινήσει η αποδέσμευση τρισεκατομμυρίων ευρώ από ομόλογα — τη λεγόμενη ποσοτική σύσφιξη.

Στις επιπλοκές θα προστεθεί η θολή οικονομική κατάσταση, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα για το πότε ο αντίκτυπος των προηγούμενων αυξήσεων επιτοκίων — 200 μονάδες βάσης μέχρι στιγμής — θα φτάσει τελικά στους καταναλωτές και στις επιχειρήσεις.

Οι πιέσεις στις τιμές δείχνουν αμυδρά σημάδια κορύφωσης, με τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη να επιβραδύνεται τον Νοέμβριο για πρώτη φορά σε 18 μήνες.

Οι δείκτες εμπιστοσύνης που σηματοδοτούν ότι η οικονομία μπορεί να είναι λιγότερο εύθραυστη από ό, τι αναμενόταν ενισχύουν την άποψη ότι μια επικείμενη ύφεση δεν θα είναι αρκετά βαθιά για να τιθασεύσει ουσιαστικά τις τιμές. Η ισχυρή αγορά εργασίας και τα μέτρα δημοσιονομικής ελάφρυνσης υποστηρίζουν τις δαπάνες, με τους οικονομολόγους να προειδοποιούν για τον κίνδυνο παρατεταμένων υποκείμενων πληθωριστικών πιέσεων.

Στους παράγοντες ανησυχίας έρχονται να προστεθούν οι συμφωνίες για μισθολογικές αυξήσεις. Για παράδειγμα, το μεγαλύτερο εργατικό σωματείο της Γερμανίας πρόσφατα κέρδισε αυξήσεις που ξεπερνούν το 5% το 2023 και το 3% το 2024, συν τα αφορολόγητα μπόνους 3.000 ευρώ (3.116,8 δολάρια).

Αυτή η συμφωνία αντανακλά προσδοκίες για ταχύτερο πληθωρισμό, και σύμφωνα με τον επικεφαλής της Bundesbank ισοδυναμεί με δευτερογενή επίδραση των πιέσεων στις τιμές πάνω από τον στόχο.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δείχνουν γενικά πεπεισμένοι ότι η απειλή ενός ντόμινο μισθών-τιμών στην ευρωζώνη έχει περιοριστεί προς το παρόν. Σε κάθε περίπτωση, όμως, ούτε η ΕΚΤ ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπουν επί του παρόντος επιστροφή στον στόχο του 2% μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

Οι λίγες σκέψεις που έχουν μοιραστεί οι αξιωματούχοι σχετικά με το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μια τόσο περίπλοκη εκτόνωση σε μια πολυεθνική νομισματική ζώνη είναι ενδεικτικές της δύσκολης συζήτησης που θα ακολουθήσει.

«Είναι ίσως η πιο σημαντική απόφαση που πρέπει να πάρουν τον Δεκέμβριο», δήλωσε η Agnes Belaisch, επικεφαλής ευρωπαϊκής στρατηγικής στην Baring Investment Services Limited. «Οι αγορές δεν είναι προετοιμασμένες και θέλουν κάποια καθοδήγηση. Πρέπει να γνωρίζουν ότι — και κυρίως πώς — η ΕΚΤ ευθυγραμμίζει επιτέλους όλα τα μέσα που διαθέτει».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή