Κάθε νέος χρόνος μάς επιφυλάσσει τις δικές του αναπάντεχες εξελίξεις για τις χρηματοπιστωτικές αγορές, το 2021, όμως, ήταν μία χρονιά γεμάτη με αυτές. Παρακάτω θα βρούμε ορισμένες από τις εξελίξεις που αιφνιδίασαν περισσότερο τους επενδυτές, τις εταιρείες και τους αναλυτές κατά τη φετινή χρονιά. Τι σημαίνουν όλα αυτά για το 2022;

Διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα

Ο Πολ Σάμουελσον, οικονομολόγος βραβευμένος με Νόμπελ, αστειεύτηκε κάποτε ότι το χρηματιστήριο είχε προβλέψει τις εννέα από τις πέντε τελευταίες υφέσεις. Μια παρόμοια κατηγορία θα μπορούσε να είχε επιβληθεί εναντίον των αναλυτών που ανησυχούσαν τακτικά για μεγάλες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα—μέχρι σήμερα. Η επέλαση της πανδημίας, στις αρχές του 2020, δεν προκάλεσε σημαντικά προβλήματα, πέρα από το γεγονός ότι ο εξοπλισμός ατομικής προστασίας ήταν σε έλλειψη για κάποιο διάστημα. Αντίθετα, η φετινή χρονιά χαρακτηρίστηκε από εκτεταμένες ελλείψεις και διογκούμενο πληθωρισμό, εξαιτίας της προσφοράς. Η Drewry, συμβουλευτική εφοδιαστικής αλυσίδας, υπολόγισε το κόστος αποστολής ενός εμπορευματοκιβωτίου 12 μέτρων κατά τη διάρκεια διάφορων διαδρομών. Βάσει των υπολογισμών της, το κόστος αυτό ανήλθε στη μέγιστη τιμή των 10.377 δολαρίων, στα τέλη του Σεπτεμβρίου, το τετραπλάσιο σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.

Οι διαταραχές σε εργοστάσια και λιμάνια στην Κίνα και τη Νοτιοανατολική Ασία, που οφείλονται στις προσπάθειες των κυβερνήσεων να καταπνίξουν τα κρούσματα του κορωνοϊού, δεν βοήθησαν τα πράγματα. Ωστόσο, η μερίδα του λέοντος των διαταραχών μπορεί να αποδοθεί στην εκρηκτική ζήτηση για φυσικά προϊόντα: οι δαπάνες για διαρκή αγαθά έχουν αυξηθεί κατά 34% στην Αμερική σε σχέση με τις αρχές του 2020, σε σύγκριση με μια αύξηση σχεδόν 4% στις υπηρεσίες. Καθώς η πανδημία υποχωρεί, αυτό το χάσμα θα πρέπει να μειωθεί. Ωστόσο, οι εφοδιαστικές αλυσίδες ενδέχεται να παραμείνουν μπλοκαρισμένες για κάποιο χρονικό διάστημα σε σχέση με πριν το ξέσπασμα της πανδημίας.

Ανοδικά κινήθηκαν οι κινεζικές αγορές

Η καθεστηκυία τάξη στις κινεζικές χρηματοπιστωτικές αγορές ανατράπηκε και τη φετινή χρονιά. Για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας, οι επενδυτές ζητούσαν μεγαλύτερη πρόσβαση σε κινεζικά περιουσιακά στοιχεία, με τον αναπτυσσόμενο τεχνολογικό τομέα της χώρας να θεωρείται ιδιαίτερα δελεαστικός. Ωστόσο, η ρυθμιστική καταστολή, το 2021, οδήγησε τον δείκτη τιμών μετοχών MSCI China Tech 100 σε πτώση σχεδόν κατά ένα τρίτο σε σχέση με τις αρχές του έτους. Η τιμή της μετοχής της Alibaba, κολοσσού του ηλεκτρονικού εμπορίου, έχει υποχωρήσει σχεδόν κατά 50%, για την ίδια χρονική περίοδο.

Η Evergrande, τεράστιος κατασκευαστής ακινήτων, ήταν εδώ και καιρό το πιο ακραίο σύμβολο του κλάδου ακινήτων της Κίνας με μεγάλη μόχλευση. Το 2021 χρεοκόπησε, εξαιτίας της προσπάθειας της κυβέρνησης να περιορίσει τον δανεισμό από τους κατασκευαστές ακινήτων. Το πώς θα προχωρήσουν οι ρυθμιστικές εκστρατείες εξαρτάται από την αδιαφανή πολιτική της Κίνας, η οποία θα διοικείται από το Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος προς τα τέλη του 2022. Ωστόσο, ο κλονισμός τόσο του κλάδου της τεχνολογίας όσο και του τομέα των ακινήτων κατέστησε σαφές ότι οι επενδυτικές επιδόσεις στην Κίνα μπορούν να εξακολουθήσουν να είναι χαμηλές, εάν η διάθεση της κυβέρνησης αλλάξει.

Το μπόνους των κερδών

Οι αναλυτές και οι επενδυτές περίμεναν αναζωογόνηση των κερδών το 2021 – εν τέλει, τα πράγματα δύσκολα θα μπορούσαν να εξελιχθούν χειρότερα από την περσινή χρονιά. Ωστόσο, η κλίμακα της ανάκαμψης έχει ξεπεράσει σχεδόν όλες τις προβλέψεις. Στα τέλη Δεκεμβρίου του 2020, υπήρχαν προσδοκίες για αύξηση 22% στα κέρδη ανά μετοχή στον S&P 500, τον αμερικανικό χρηματιστηριακό δείκτη αναφοράς, το 2021. Τα κέρδη τέταρτου τριμήνου δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί, αλλά η εκτίμηση για την ανάπτυξη στο σύνολο του έτους ανέρχεται στο 45%, ισχυρότερη ακόμη και από την άνοδο κατά 40%, το 2010, μετά από την παγκόσμια οικονομική κρίση. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην ταχύτερη του αναμενόμενου οικονομική ανάκαμψη, με τα κέρδη των εταιρειών να ξεπερνούν όχι μόνο τα επίπεδα του 2020, αλλά και τα επίπεδα του 2019.

Αυτό θέτει τα χρηματιστήρια σε μία πιο δύσκολη θέση, καθώς ξεκινά το 2022: μέρος της οικονομικής ανάκαμψης, η οποία αναμενόταν να πραγματοποιηθεί κατά το επόμενο έτος μπορεί να έχει ήδη πραγματοποιηθεί. Οι αναλυτές αναμένουν μια πολύ πιο συγκρατημένη άνοδο των κερδών των εταιρειών του S&P 500, κατά 9%. Η υψηλότερη του αναμενόμενου υπέρβαση των προβλέψεων και πάλι κατά το επόμενο έτος θα αποτελέσει δύσκολη υπόθεση. Και καθώς ο δείκτης εξακολουθεί να κυμαίνεται σε περισσότερo από 20 φορές τα αναμενόμενα κέρδη, αυτό μπορεί να περιορίσει την αύξηση των τιμών.

Δημόσιο εναντίον ιδιωτικού

Για μεγάλο μέρος του 2020, οι τραπεζίτες γκρίνιαζαν για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν στην εργασία τους εξαιτίας της πανδημίας. Ωστόσο, οι λιγότερες συναντήσεις με πελάτες, το ότι οι εταιρείες δεν ενημέρωναν, πλέον, για τις αρχικές δημόσιες προσφορές τους και η αβεβαιότητα των οικονομικών προοπτικών είχαν καταστροφικές συνέπειες, που δεν εντοπίζονται εύκολα στα δεδομένα. Κατά τους πρώτους 11 μήνες του έτους οι εισαγωγές των εταιρειών στο Χρηματιστήριο στην Αμερική συγκέντρωσαν 147,8 δισ. δολάρια, περισσότερο από το διπλάσιο του ποσού που συγκεντρώθηκε την ίδια περίοδο το 2020. Αν και η αύξηση ήταν πιο έντονη τους πρώτους μήνες του έτους, η δραστηριότητα εξακολουθεί να είναι έντονη, καθώς το 2021 πλησιάζει στο τέλος τoυ.

Η αύξηση αυτή των εισαγωγών των εταιρειών στο Χρηματιστήριο εγείρει κάποιες αμφιβολίες σχετικά με την ιδέα ότι οι δημόσιες αγορές αντικαθίστανται σε ιδιαίτερα σημαντικό βαθμό από το ιδιωτικό κεφάλαιο. Η ισχύς των τραπεζών στη διαδικασία εισαγωγής ενδέχεται να υποχωρεί, καθώς όσες εταιρείες εισάγονται έχουν τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ της απευθείας εισαγωγής ή μέσω συγχωνεύσεων με εταιρείες εξαγοράς ειδικού σκοπού (SPAC). Μέχρι στιγμής, κατά το τέταρτο τρίμηνο, 621 εταιρείες έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο, σε παγκόσμιο επίπεδο- μεταξύ των οποίων και οι SPAC- σημειώνοντας, έτσι, αύξηση 16% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Πράσινη χρηματοδότηση

Τα στελέχη και οι επενδυτές που ακολουθούν μία πιο φιλική πολιτική προς το περιβάλλον έχουν γίνει, ορισμένες φορές, αντικείμενο χλευασμού, τα τελευταία χρόνια, και η πράσινη χρηματοδότηση, γενικά, αντιμετωπίζεται με (συχνά δικαιολογημένο) σκεπτικισμό. Ωστόσο, φέτος, σημειώθηκαν συγκεκριμένες εξελίξεις. Τα πράσινα κρατικά ομόλογα έχουν κατακλύσει την αγορά, με τουλάχιστον 20 χώρες να εκδίδουν τέτοια ομόλογα φέτος. Στα μέσα Οκτωβρίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε το πρώτο της πράσινο ομόλογο, πουλώντας 12 δισ. ευρώ (13,6 δισ. δολάρια) σε ενθουσιώδεις επενδυτές.

Ίσως όμως οι πιο ενδιαφέρουσες εξελίξεις να προήλθαν από τον ιδιωτικό τομέα. Οι επενδύσεις σε νεοφυείς επιχειρήσεις κλιματικής τεχνολογίας έφτασαν τα 60 δισ. δολάρια, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2021, υπερτριπλάσιες σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Υπήρξε τεράστιο κύμα επενδυτικού ενδιαφέροντος για εταιρείες ηλεκτρικών οχημάτων, από την Tesla έως την CATL, την κορυφαία εταιρεία παραγωγής μπαταριών στον κόσμο. Εν τω μεταξύ, τον Μάιο, η ExxonMobil έχασε μια μάχη με αντιπροσώπους εναντίον ακτιβιστών επενδυτών, οι οποίοι ψήφισαν πιο φιλικούς προς το κλίμα διευθυντές στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας πετρελαίου. Και οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίου είναι μεταξύ των εταιρειών που εξερευνούν τεχνολογίες υδρογόνου.

Τα οικονομικά δεν θα μπορέσουν να είναι πραγματικά πράσινα χωρίς μία ευρέως διαδεδομένη τιμή άνθρακα. Ωστόσο, ο τομέας, που προέκυψε το 2021, φαίνεται πιο ώριμος και σοβαρός από ό,τι όταν ξεκίνησε η χρονιά.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα