Δεν πάει πολύ καιρός από τότε που οι αναλυτές έλεγχαν με ιδιαίτερη προσοχή και λεπτομέρεια τα τελευταία στατιστικά στοιχεία για τα κρούσματα του κορωνοϊού. Το ίδιο κάνουν και τώρα με τους αριθμούς πληθωρισμού. Οι τιμές καταναλωτή στην Αμερική αυξήθηκαν κατά 5,4% σε ετήσια βάση μέχρι τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στις 13 Οκτωβρίου, υπερβαίνοντας τις προβλέψεις των οικονομολόγων. Έρευνα της Fed της Νέας Υόρκης, η οποία δημοσιεύθηκε εχθές, έδειξε μια μικρή αύξηση των προσδοκιών των καταναλωτών για πληθωρισμό. Στην εξαμηνιαία έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία, το ΔΝΤ προειδοποίησε ότι οι προοπτικές για πληθωρισμό ήταν «εξαιρετικά αβέβαιες». Τα αυξανόμενα ενεργειακά κόστη θα φέρουν ως αποτέλεσμα, στο εγγύς μέλλον, την αύξηση των τιμών καταναλωτή. Οι αμοιβές, επίσης, αυξάνονται σημαντικά, καθώς η ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση έρχεται αντιμέτωπη με το πρόβλημα της έλλειψης εργαζομένων. Μπορεί κάτι τέτοιο να τροφοδοτήσει περαιτέρω αυξήσεις τιμών;

Όταν ξέσπασε ο κορωνοϊός, οι περισσότεροι προέβλεπαν ότι οι εργοδότες θα μείωναν τα μπόνους και τις ετήσιες αυξήσεις ή ακόμη και ότι θα μείωναν τους μισθούς, όπως συνέβη και μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2007-09. Παρόλο που η αύξηση των μισθών επιβραδύνθηκε ελαφρώς στην αρχή της πανδημίας, δεν ακολουθήθηκε η τακτική αυτή στην προκειμένη περίπτωση. Η Oxford Economics, εταιρεία παροχής συμβουλών, εκτιμά ότι οι αμοιβές στον πλούσιο κόσμο αυξάνονται με πολύ γρήγορο ρυθμό σε σχέση με τον μέσο όρο τους πριν την πανδημία. Η επιτάχυνση της αποζημίωσης ανά εργαζόμενο στον ΟΟΣΑ, οργανισμός πλουσίων χωρών, είναι εξίσου συγκλονιστική (βλέπε διάγραμμα 1).

Οι μισθοί, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, θεωρήθηκαν, ορισμένες φορές, παραπλανητικοί. Όταν επιβλήθηκαν τα lockdown, επί παραδείγματι, οι κακοπληρωμένοι σε θέσεις εργασίας παροχής υπηρεσιών, παραιτήθηκαν, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του μέσου μισθού, όπως ανέφεραν και οι στατιστικολόγοι. Ακόμα κι έτσι, η αύξηση των μισθών φαίνεται να είναι ισχυρότερη από ό,τι έδειχνε η έκταση της οικονομικής κάμψης. Η υποκείμενη αύξηση των μισθών, περίπου 2,5% σε όλη την ομάδα G10 των μεγάλων οικονομιών, γίνεται τόσο γρήγορα όσο και το 2018.

Επομένως, το γεγονός ότι οι πληρωμές έχουν γίνει ένα καυτό θέμα στον εταιρικό κόσμο, φαίνεται, πλέον, λογικό. Στις 6 Οκτωβρίου, η Τράπεζα της Αμερικής αύξησε τον κατώτατο μισθό στις εταιρείες κατά 5%. Η Amazon, σήμερα, μπορεί να υπερηφανεύεται για τον ρόλο που διαδραματίζει η εταιρεία στον τομέα των μεταφορών και των συσκευασιών, πληρώνοντας 22,50 δολάρια την ώρα, στην Αμερική, κάνοντας, έτσι, τις απαιτήσεις των αριστερών ακτιβιστών για ομοσπονδιακό κατώτατο μισθό 15 δολαρίων να φαίνονται περίεργες. Ένας δείκτης που συνέταξε η Goldman υποδηλώνει ότι οι τιμές των μετοχών των αμερικανικών εταιρειών που εκτίθενται περισσότερο στο αυξανόμενο κόστος εργασίας έχουν μειωθεί κατά 4% από τον Μάιο, παρόλο που η ευρύτερη χρηματιστηριακή αγορά έχει αυξηθεί κατά 7%.

Ορισμένοι εργαζόμενοι επωφελούνται περισσότερο από άλλους. Η ανάλυση του The Economist των βρετανικών στοιχείων για τους μισθούς ανά βιομηχανία υποδηλώνει ότι η ετήσια αύξηση των αμοιβών είναι δύο φορές περισσότερο διαδεδομένη από ό,τι ήταν πριν την πανδημία. Οι μισθοί στον τομέα της στέγασης και των υπηρεσιών εστίασης, ο οποίος προσπαθεί σκληρά να προσελκύσει εργαζόμενους, αυξήθηκαν κατά 8% σε ετήσια βάση έως τον Ιούλιο, ενώ οι αυξήσεις μισθών στον τομέα της μεταποίησης ήταν μικρότερες. Στην Αμερική, οι μισθοί των λιγότερο αμειβόμενων τεταρτημορίων εργαζομένων αυξάνονται 70% γρηγορότερα από αυτούς στην κορυφή (βλ. διάγραμμα 2).

Οι βασικές αποδοχές αυξάνονται περίπου τρεις φορές ταχύτερα στις αγγλοσαξονικές χώρες από ό,τι στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί επειδή μέρη, όπως η Αμερική και ο Καναδάς, βασίζονται περισσότερο στις βιομηχανίες που σχετίζονται άμεσα με τους καταναλωτές ή αντιμετωπίζουν τις χειρότερες ελλείψεις εργατικού δυναμικού. Παράλληλα, η Γαλλία και η Ιταλία, όπου η ετήσια αύξηση μισθών είναι λιγότερη από 1%, πιθανότατα δεν αντιμετωπίζουν την ίδια μεταναστευτική κρίση με τη Βρετανία, η οποία έχει αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ή την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, που έκλεισαν τα σύνορά τους για να αποφύγουν την εξάπλωση του κορωνοϊού.

Μόλις πριν από μερικά χρόνια οι οικονομολόγοι παραπονιούνταν για τη χαμηλή αύξηση των μισθών. Επομένως, μπορεί να φαίνεται παράξενο να μην το γιορτάζουμε τώρα που συμβαίνει το αντίθετο. Ωστόσο, η αμοιβή μπορεί να αυξηθεί για διάφορους λόγους. Για ένα δεδομένο επίπεδο παραγωγικότητας, οι υψηλότεροι μισθοί πρέπει να εμφανίζονται με έναν από τους δύο παρακάτω τρόπους: είτε ως υψηλότερος πληθωρισμός ή ως υψηλότερο «μερίδιο εργασίας» του ΑΕΠ.

Ας ξεκινήσουμε με τον πληθωρισμό. Το προσωπικό που κοστίζει περισσότερο μπορεί να αναγκάσει τους εργοδότες του να αυξήσουν τη τιμή για οτιδήποτε πουλούν. Στη χειρότερη περίπτωση, ο υψηλότερος πληθωρισμός θα μπορούσε να ακυρώσει οποιαδήποτε αύξηση των μισθών σε μετρητά, αφήνοντας τους εργαζόμενους σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι ήταν πριν (και ίσως να τους ενθαρρύνει να αναζητήσουν περαιτέρω αυξήσεις). Οι πραγματικοί μισθοί, στην Αμερική, αυξάνονται σε μηνιαία βάση, αλλά παραμένουν χαμηλότεροι σε σχέση με έναν χρόνο πριν.

Ορισμένες εταιρείες φαίνονται ικανοποιημένες με το να μετακυλήσουν την αύξηση των μισθών στους καταναλωτές. Σε πρόσφατη σύσκεψη σχετικά με τα οικονομικά αποτελέσματα, στέλεχος της Domino’s Pizza συζήτησε πώς η εταιρεία μπορεί να αντισταθμίσει τις αυξήσεις των μισθών (πιθανότατα να ακριβύνουν και οι πίτσες μαργαρίτα). Οι περισσότερες εταιρείες S&P 500 προστατεύουν τα περιθώρια «μετακυλώντας τις αυξήσεις των τιμών στους καταναλωτές»,  εκτιμά η Goldman.

Ωστόσο, άλλες εταιρείες ενδέχεται να απορροφήσουν υψηλότερους μισθούς, αποδεχόμενες χαμηλότερα κέρδη. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αλλάξει τη διανομή της οικονομικής πίτας, αυξάνοντας το «μερίδιο εργασίας» ή το ποσοστό του ΑΕΠ που καταβάλλεται στους εργαζόμενους ως μισθός. Η ανάλυσή μας υποδηλώνει ότι το μερίδιο εργασίας στην G7 αυξήθηκε κατά περίπου μία εκατοστιαία μονάδα από την έναρξη της πανδημίας – ισοδύναμο με 400 δισ. δολάρια επιπλέον πραγματικού εισοδήματος για τα νοικοκυριά κάθε χρόνο.

Τι σημαίνει αυτό για την ευρύτερη οικονομία; Mεγάλο θέμα συζήτησης μεταξύ οικονομολόγων αποτελεί το εάν το μερίδιο εργασίας πριν από τον κορωνοϊό είχε μειωθεί ή όχι. Φαίνεται, πιθανότατα, ότι το μερίδιο μειώθηκε στην Αμερική, οπότε η ανάκαμψη μπορεί να θεωρηθεί ευπρόσδεκτη. Ωστόσο, ένα συνεχώς αυξανόμενο μερίδιο εργασίας θα ήταν ανησυχητικό: θα μείωνε τα κέρδη των εταιρειών και, συνεπώς, και τις επενδύσεις που είναι ζωτικής σημασίας για τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης οικονομικής ανάπτυξης.

Υπάρχει μία ακόμη, περισσότερο ικανοποιητική πιθανότητα. Εάν η παραγωγικότητα αυξηθεί, τότε η ανάγκη για αύξηση των μισθών δεν θα προκαλέσει σταθερό πληθωρισμό, ούτε θα αυξήσει το μερίδιο εργασίας. Αντίθετα, η οικονομική πίτα θα μεγαλώσει, με περισσότερες αποδοχές για όλους.

Ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι οι εργαζόμενοι κάνουν περισσότερα με λιγότερα. Οι εταιρείες επενδύουν σε νέες τεχνολογίες, ώστε να μπορέσουν να καλύψουν τις νέες απαιτήσεις, ειδικά σε ό,τι αφορά το ηλεκτρονικό εμπόριο. Η «υβριδική» εργασία μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική από το να είναι όλοι οι υπάλληλοι στο γραφείο, όλη την ώρα. Τα στατιστικά στοιχεία παραγωγικότητας είναι ακόμη πιο θολά από τα μισθολογικά, αλλά από το τρίτο τρίμηνο του 2020 η παραγωγή ανά εργαζόμενο αυξήθηκε σε 25 από τις 29 πλούσιες χώρες, για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

Η αύξηση των μισθών, λοιπόν, φαίνεται να αντικατοπτρίζει μια σειρά από υποκείμενες οικονομικές δυνάμεις και δεν χρειάζεται να τροφοδοτηθεί εξ ολοκλήρου από τον πληθωρισμό. Ωστόσο, η πρόβλεψη των τιμών είναι εξίσου δύσκολη με την πρόβλεψη αριθμών κρουσμάτων κορωνοϊού. Ένα πράγμα είναι σαφές: εάν η κατακόρυφη αύξηση των μισθών συνεχίσει, οι συνέπειες θα είναι ιδιαίτερα σοβαρές.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα