Οι κομμουνιστικές αρχές της Κίνας επανεφευρίσκουν τον κρατικό καπιταλισμό
Οι μετοχές τους σε εταιρείες τεχνολογίας και άλλες ιδιωτικές εταιρείες εκτινάσσονται στα ύψη
Μπορεί να είναι μπερδεμένο ακόμη και για έναν από τους πιο έξυπνους επενδυτές τεχνολογίας στον κόσμο. Οι απανταχού επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων ζηλεύουν το χαρτοφυλάκιο του China Internet Investment Fund (CIIF). Κατέχει μέρος της ByteDance, της μητρικής εταιρείας κοινωνικών μέσων TikTok με έδρα το Πεκίνο, και της Weibo, της πλατφόρμας που μοιάζει με το Twitter. Έχει μερίδιο στην SenseTime, μια από τις πιο προηγμένες ομάδες τεχνητής νοημοσύνης (AI) της Κίνας, και στην Kuaishou, μια δημοφιλή κινεζική υπηρεσία σύντομων βίντεο. Ο επενδυτικός κατάλογος της εταιρείας μοιάζει με ένα who’s who του κλάδου.
Πιο εντυπωσιακοί είναι οι όροι αυτών των επενδυτικών συμφωνιών. Το μερίδιο 1% της CIIF σε μια θυγατρική της ByteDance της δίνει την εξουσία να διορίζει ένα από τα τρία μέλη του διοικητικού συμβουλίου σε μια μονάδα που κατέχει βασικές άδειες για τη λειτουργία της εγχώριας επιχείρησης μικρού μήκους βίντεο. Παρόμοιο παζάρι έχει επιτευχθεί με την Weibo, η οποία είναι εισηγμένη στη Νέα Υόρκη, με την CIIF να κερδίζει 1% με κόστος μόλις 10,7 εκατομμύρια γιουάν (1,5 εκατομμύρια δολάρια). Αυτές οι εταιρείες δύσκολα χρειάζονται περισσότερο κεφάλαιο. Ούτε η CIIF, οπλισμένη με σχέδια για ένα ταμείο 100 δισεκατομμυρίων γιουάν – αρκετό για να ανταγωνιστεί μια μεγάλη εταιρεία επιχειρηματικών κεφαλαίων της Silicon Valley – ανησυχεί υπερβολικά για τις μεγάλες αποδόσεις που θα αποφέρουν σχεδόν σίγουρα οι επενδύσεις της.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το fund, που ιδρύθηκε μόλις πριν από πέντε χρόνια, δεν είναι τυπικός επενδυτής. Η ίδια η CIIF ανήκει κυρίως στη Διοίκηση Κυβερνοχώρου της Κίνας (CAC), έναν ισχυρό επιτηρητή του Διαδικτύου. Η συμφωνία είναι παρόμοια με την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών της Αμερικής που παίρνει μερίδια με μειωμένο αντίτιμο σε τεχνολογικούς ομίλους όπως το Facebook και το Twitter, διορίζοντας μέλη του διοικητικού συμβουλίου και στη συνέχεια κατευθύνοντάς εκεί που κρίνει ότι είναι σκόπιμο.
Το επενδυτικό ξεφάντωμα της CIIF είναι σύμπτωμα μιας νέας μορφής κρατικού καπιταλισμού που διαμορφώνεται στην Κίνα. Υπό την αιγίδα του προέδρου Σι Τζινπινγκ, οι ρυθμιστικές αρχές εξαπέλυσαν τα τελευταία χρόνια μια συνεχή επίθεση στον τεχνολογικό τομέα, θεωρώντας ότι έχει αποκτήσει υπερβολική επιρροή και έχει απομακρυνθεί πολύ από τις βασικές αξίες του Κομμουνιστικού Κόμματος. Μεγιστάνες της τεχνολογίας όπως ο Τζακ Μα, ο συνιδρυτής του γίγαντα του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, έχουν υποταχθεί. Ολόκληρα επιχειρηματικά μοντέλα έχουν ξαναγραφτεί με εντολές από ψηλά – και ως αποτέλεσμα το σκηνικό της κινεζικής οικονομίας άλλαξε.
Το να καθυποτάξει τα επιβλητικά ύψη της σύγχρονης οικονομίας θα μπορούσε να αναμένεται από αυτό που, τελικά, είναι: ένα κομμουνιστικό καθεστώς. Ούτε οι κρατικές επενδύσεις σε ιδιωτικές εταιρείες είναι κάτι καινούργιο: «ταμεία καθοδήγησης», τεράστια κρατικά οχήματα που κατευθύνουν χρήματα σε ημιαγωγούς και άλλες ευνοημένους τομείς, έχουν γίνει ένα στοιχείο του επενδυτικού τοπίου της Κίνας. Όμως η έκταση μιας τέτοιας δραστηριότητας τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει αυξηθεί κατακόρυφα.
Οι ιδιωτικές εταιρείες με επενδυτές που συνδέονται με το κράτος αυξήθηκαν από 14,1% του συνόλου του εγγεγραμμένου κεφαλαίου στην Κίνα το 2000 σε 33,5% το 2019, σύμφωνα με μια μελέτη των Τσονγκ-Εν Μπάι του Πανεπιστημίου Tsinghua στο Πεκίνο, Τσανγκ-Τάι Χσιέ του Booth School of Business στο Σικάγο και δύο άλλων ακαδημαϊκών. Ενώ ο αριθμός των επενδυτών που ελέγχονται από το κράτος δεν έχει αλλάξει πολύ, ο καθένας έχει κάνει πολύ περισσότερες συναλλαγές με ιδιωτικές εταιρείες (βλ. διάγραμμα 1). Ως αποτέλεσμα, το σημερινό κινεζικό επιχειρηματικό τοπίο θα μπορούσε καλύτερα να περιγραφεί ως ένα εκτεταμένο σύμπλεγμα κρατικού-ιδιωτικού εμπορίου. Περισσότερες από 130.000 ιδιωτικές εταιρείες και επιχειρηματίες είχαν δημιουργήσει κοινοπραξίες με κρατικές εταιρείες έως το 2019, από 45.000 το 2000.
Η άνοδος των ιδιωτικών εταιρειών στις οποίες επενδύει το κράτος από το 2000 ευθύνεται για το σύνολο σχεδόν της αύξησης του νέου εγγεγραμμένου κεφαλαίου της Κίνας. Οι δημόσιες επενδύσεις σε εταιρείες του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν από 9,4 δισεκατομμύρια δολάρια το 2016 σε 125 δισεκατομμύρια δολάρια το 2020, αν και φαίνεται ότι θα μειωθούν φέτος, σύμφωνα με στοιχεία από την ερευνητική εταιρεία Dealogic (βλ. διάγραμμα 2).
Αυτό σημαίνει ότι η ανάπτυξη των επιχειρήσεων στη χώρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κράτος. Ο κλάδος της τεχνολογίας έχει αποτελέσει ένα αξιοσημείωτο επίκεντρο. Ο ρυθμιστικός έλεγχος έχει πλήξει εδώ και πολύ καιρό τον τομέα, όπως και ο κατά περίσταση υποβιβασμός κάποιου μεγιστάνα κατά μία ή δύο βαθμίδες. Αυτό θεωρείται πλέον ανεπαρκές για να διασφαλιστεί ότι οι επιχειρηματίες παραμένουν πειθήνιοι.
Έτσι, η επέκταση του απευθείας ελέγχου της κυβέρνησης σε περισσότερες ιδιωτικές εταιρείες μέσω οικονομικών συμφερόντων αναδεικνύεται ως μηχανισμός ελέγχου τους. Κυβερνητικές «χρυσές μετοχές», μικροσκοπικές επενδύσεις που δίνουν υψηλό βαθμό ελέγχου στις εταιρείες, έχουν αποτελέσει αντικείμενο φημολογίας εδώ και χρόνια. Μόλις πρόσφατα αποκαλύφθηκαν σε εταιρείες όπως το Weibo και το ByteDance. Είναι πιθανό αυτό το χαρακτηριστικό των κρατικών επενδύσεων να επεκταθεί, λέει η Νανά Λι από την Asian Corporate Governance Association, μια ομάδα που εκφράζει τα συμφέροντα επενδυτών.
Άθελά τους συμμετείχαν παγκόσμιοι επενδυτές που κάποτε ξόδευαν ελεύθερα για να αποκτήσουν κομμάτι στην ακμάζουσα κινεζική αγορά. Οι Αμερικανοί και άλλοι είναι απίθανο να αισθάνονται άνετα με τις νέες ρυθμίσεις. Μπορεί να πιαστούν σε «δόκανο»: Η CAC, η απόλυτη δύναμη πίσω από τις κρατικές επενδύσεις στην τεχνολογία, έλαβε πρόσφατα την εξουσία να ελέγχει τις εγγεγραμμένες στο εξωτερικό μετοχές μεγάλων κινεζικών τεχνολογικών ομίλων.
Τι μπορεί να σημαίνει το νέο καθεστώς για τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις; Ο πρόεδρος της CIIF ο Γου Χάι, σε συνεντεύξεις σε τοπικά μέσα ενημέρωσης δεν διστάζει να εξηγήσει ότι το ταμείο είναι σταθερά μέρος της «εθνικής ομάδας» της Κίνας, που αποτελεί αιχμή για τις πιο σημαντικές κρατικές επιχειρήσεις. Το Κομμουνιστικό Κόμμα έχει παράσχει γενναιόδωρη οικονομική και πολιτική υποστήριξη σε εταιρείες που υποστηρίζονται από το CIIF, λέει ο Σαν Σιν του King’s College του Λονδίνου. Αλλά, προσθέτει, αυτές οι επενδύσεις ενισχύουν επίσης τον ρυθμιστικό έλεγχο και επέβαλαν ακόμη μεγαλύτερο άμεσο έλεγχο από το Κόμμα στη διαχείρισή τους.
Ωστόσο, οι στόχοι της CIIF θα ταίριαζαν άβολα στο pitch book (σ.σ. το σύνολο επενδυτικών επιχειρημάτων) μιας εταιρείας επιχειρηματικών κεφαλαίων. Έχει δεσμευτεί να μην επιδιώκει την «υπερβολική κερδοφορία» στις επενδύσεις της. Αυτό απηχεί πρόσφατες δηλώσεις ανώτατων αξιωματούχων σχετικά με την «άγρια ανάπτυξη» και την «ακανόνιστη επέκταση του κεφαλαίου» στους τεχνολογικούς ομίλους της Κίνας. Ο τομέας εστίασής της—τσιπ τεχνητής νοημοσύνης, ρομποτική, κβαντικοί υπολογιστές και blockchain— συνδυάζεται με τους τομείς στους οποίους η κυβέρνηση έδωσε προτεραιότητα στο 14ο πενταετές σχέδιο, ένα από τα πιο σημαντικά έγγραφα πολιτικής του κράτους. Οι εταιρείες αναμφίβολα το έχουν λάβει υπόψη.
Η ByteDance ισχυρίστηκε ότι η επένδυση της CIIF έχει μικρή επιρροή στις λειτουργίες. Εάν αυτό είναι αλήθεια, τότε οι κινεζικοί τεχνολογικοί γίγαντες αποφάσισαν με δική τους πρωτοβουλία να μινηθούν τη νέα κρατική πολιτική. Η ιδιοκτήτης του TikTok, για παράδειγμα, έχει γίνει μία από τις πρώτες μεγάλες κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας που περιορίζουν επίσημα τις ώρες εργασίας στις 10 π.μ.-7 μ.μ. τις καθημερινές. (Η αλλαγή έρχεται αφότου το κράτος επέπληξε τον κ. Μα και την Alibaba επειδή υποστήριξαν με σθένος ένα πρόγραμμα εργασίας «996» ή εργάζονταν 9 π.μ.-9 μ.μ. έξι ημέρες την εβδομάδα.) Η εταιρεία είναι μεταξύ εκείνων των οποίων οι ιδρυτές αποχώρησαν κατά τη διάρκεια της καταστολής.
Καθώς το μοντέλο του κ. Σι για τον κρατικό περιορισμό των χαϊδεμένων της τεχνολογίας γίνεται πιο ξεκάθαρο, το ίδιο συμβαίνει και με τα πιθανά μειονεκτήματα. Ένα από αυτά είναι η αδεξιότητα που ενσωματώνεται σε ορισμένες από τις ολοένα και πιο δογματικές πρακτικές του Κόμματος. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι δεσμοί μεταξύ ιδιωτικών εταιρειών και τοπικών κυβερνήσεων ήταν στο επίκεντρο του κινεζικού οικονομικού μοντέλου. Αυτές οι συνεργασίες έχουν ιστορικά επικεντρωθεί στις επιχειρήσεις και όχι στην ιδεολογία του κόμματος.
Πιο πρόσφατα υπήρξαν ενδείξεις ότι οι τοπικές κυβερνήσεις ασχολούνται περισσότερο με ιδεολογικές ασκήσεις, λέει ο κ. Χσιέ. Αυτές περιλαμβάνουν συχνές «συνεδρίες μελέτης», όπου στελέχη του Κόμματος μαζεύονται για να διαβάσουν και να συζητήσουν τα πλεονεκτήματα της Σκέψης του Σι Τζινπινγκ και άλλων κομματικών λογοτεχνημάτων. Η δημιουργία κάποιων κερδοφόρων συνδέσεων μεταξύ κρατικών και ιδιωτικών εταιρειών έχει γίνει πιο δύσκολη και απαιτεί άτυπες διασυνδέσεις με υψηλότερα στελέχη, λέει.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι το επίπεδο αποστροφής κινδύνου μεταξύ των μετόχων της νέας ελίτ του κράτους. Ο οικονομολόγος Άρθουρ Κρέμπερ πρόσφατα περιέγραψε το μοντέλο της Κίνας ως «κράτος επιχειρηματικού καπιταλισμού». Το μοντέλο έχει σχεδιαστεί από πολλές απόψεις σαν ένας τεράστιος εταιρικός επενδυτής, που παίρνει μικρά μερίδια σε διάφορες εταιρείες που βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Η ίδια η CIIF είναι στελεχωμένη με άτομα που έχουν πραγματική εμπειρία επενδύσεων σε τεχνολογία και startup.
Ωστόσο, το κράτος έχει όλη την όρεξη για κινδύνους που έχει και ένας άτολμος γραφειοκράτης. Στελέχη του ιδιωτικού τομέα που συνεργάζονται με εταιρείες που συνδέονται με την κυβέρνηση έχουν περιγράψει τον αυξανόμενο φόβο των αξιωματούχων να κάνουν πολιτικά λάθη. Η απώλεια δημοσίου χρήματος από επενδύσεις δεν φαίνεται να είναι η μεγαλύτερη ανησυχία, λέει ο Νις Γκρινπερκ του Ινστιτούτου Κινεζικών Σπουδών Mercator, μια δεξαμενή σκέψης στο Βερολίνο. Αντίθετα, η πιο επικίνδυνη γκάφα θα ήταν η αποτυχία να ελεγχθούν εταιρείες που έρχονται σε αντίθεση με τις ιδεολογίες του Κόμματος.
Επομένως, μια δυσάρεστη προοπτική για τη νέα εποχή του κομματικού ελέγχου της οικονομίας από τον κ. Σι: ο φόβος των κρατικών καπιταλιστών ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι με ιδεολογικές επιταγές θα μπορούσε να μειώσει τις αποδόσεις των επενδύσεων και να περιορίσει τον εταιρικό δυναμισμό. Ο διορισμένος του διοικητικού συμβουλίου της CIIF στην Bytedance δεν έχει ξεκάθαρη επιχειρηματική εμπειρία στο βιογραφικό του, σύμφωνα με την κα Λι, αλλά ένα υπόβαθρο στην κομμουνιστική προπαγάνδα. Για την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Κίνα αυτές τις μέρες, η καθοδήγηση ενός γνώστη εκ των έσω για το πώς να μην έρθει κανείς αντιμέτωπος με το Κόμμα μπορεί να αποδειχθεί ανεκτίμητη.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com
Οι μήνες του χάους και το mission impossible του νέου πρωθυπουργού στη Γαλλία
Η πολιτική κρίση έχει ήδη ένα οικονομικό τίμημα και η αβεβαιότητα σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις είναι απρόθυμες να επενδύσουν
Τα οφέλη και τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων
Μπορούμε να αντλήσουμε σημαντικά διδάγματα από την ποικίλη εμπειρία του Ηνωμένου Βασιλείου
Γιατί οι «εξαιρετικές οικονομίες» απαιτούν και μια... εξαιρετική ευελιξία
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να προσαρμόσουν τις προσεγγίσεις τους, μεταξύ άλλων μέσω προληπτικών διαπραγματεύσεων με την κυβέρνηση Τραμπ
Η Γαλλία, το mode της «γκρινιάρας μαμάς» και το παράδειγμα της Ελλάδας
Η σύγκλιση των γαλλικών αποδόσεων με της Ελλάδας αποτελεί έλεγχο πραγματικότητας
Κρίση χρέους αλά ελληνικά για τη Γαλλία; Η επόμενη ημέρα και τα σενάρια
Οι επενδυτές έχουν συγκλονιστεί από την πολιτική παράλυση και τα άθλια δημόσια οικονομικά
Κοινή λογική: Γιατί το παιχνίδι του Τραμπ με τους δασμούς δεν χρειάζεται να βγάζει νόημα
Υπάρχει ένα στοιχείο υποκρισίας σε αυτή τη λογική, αλλά αυτό δεν ήταν ασυνήθιστο κατά την τελευταία κυβέρνηση Τραμπ
Η «παγίδα» του μεσαίου διαδρόμου στα Lidl - Γιατί οι άνδρες είναι πιο επιρρεπείς στις περιττές αγορές
Το κυνήγι θησαυρού και οι άσκοπες αγορές έχουν εδώ και καιρό οδηγήσει στην επιτυχία του λιανικού εμπορίου