Περισσότερα από 60 νέα αεροσκάφη θα παραδοθούν στη ρωσική αεροπορία μέχρι το τέλος του έτους, καυχιόταν ο αντιστράτηγος Σεργκέι Ντρόνοφ, αναπληρωτής διοικητής της, το περασμένο καλοκαίρι. Αυτά θα περιλάμβαναν μαχητικά αεροσκάφη Su-30, Su-35 και Su-57 και βομβαρδιστικά Su-34 — πιο προηγμένα από οτιδήποτε  έχει να προσφέρει η υπόλοιπη Ευρώπη. Όλα είχαν «δοκιμαστεί σε συνθήκες μάχης» στη Συρία, διαβεβαίωσε τους απαιτητικούς αναγνώστες της Krasnaya Zvezda, της επίσημης εφημερίδας του ρωσικού υπουργείου Άμυνας.

Δισεκατομμύρια δολάρια έχουν ξοδευτεί για τα πολεμικά αεροσκάφη της Ρωσίας την τελευταία δεκαετία. Μεταξύ 2009 και 2020 η αεροπορία απέκτησε περίπου 440 νέα αεροσκάφη, καθώς και χιλιάδες drones. Στην αρχή του πολέμου, θεωρήθηκε ευρέως από αμυντικούς αναλυτές και αξιωματούχους ότι η Ρωσία θα κατέστρεφε γρήγορα την αεροπορική δύναμη του εχθρού της και θα πετούσε ανενόχλητη πάνω από τη χώρα, χρησιμοποιώντας την αεροπορική της υπεροχή για να προσβάλει τις ουκρανικές δυνάμεις κατά βούληση.

Ωστόσο, κατά τις δύο πρώτες εβδομάδες μαχών, η ρωσική αεροπορία έπαιξε ελάχιστο ρόλο. Η αεροπορική δραστηριότητα είναι δύσκολο να παρακολουθηθεί και οι ρωσικές αεροπορικές επιδρομές μπορεί να έχουν αυξηθεί τόσο σε αριθμό όσο και σε πολυπλοκότητα τις τελευταίες ημέρες. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι η ρωσική αεροπορία δεν έχει διαθέσει πλήρως τις δυνατότητές της. «Τα γρήγορα αεριωθούμενα έχουν πραγματοποιήσει μόνο περιορισμένες εξόδους στον εναέριο χώρο της Ουκρανίας, κατά μόνας ή σε ζευγάρια, πάντα σε χαμηλά υψόμετρα και κυρίως τη νύχτα», σημειώνει ο Τζάστιν Μπρονκ από τη δεξαμενή σκέψης Royal United Services Institute, στο Λονδίνο.

Όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες, η Ρωσία εξαπέλυσε ομοβροντία επιθέσεων με πυραύλους κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους προς τις αεροπορικές βάσεις της Ουκρανίας σε μια προσπάθεια να καθηλώσει τα αεροπλάνα και τα συστήματα αεράμυνας της και να καταστρέψει τα ραντάρ και τους αντιαεροπορικούς πυραύλους της. Αυτή η προσπάθεια απέτυχε. Η Ουκρανία είχε διασκορπίσει με σύνεση τα συστήματα αεράμυνας, καθιστώντας την ανεύρεση τους πιο δύσκολη. Αμερικανοί αξιωματούχοι άμυνας υποστηρίζουν ότι η ουκρανική αεροπορική και πυραυλική αεράμυνα κατά συνέπεια «παραμένουν αποτελεσματικές και σε χρήση» — ένας ισχυρισμός που μπορεί να επιβεβαιωθεί με πληροφορίες από ανοιχτές πηγές.

Ένα πρόσφατο παράδειγμα προέρχεται από το Χάρκοβο, το οποίο βρίσκεται 30 χιλιόμετρα από τα ρωσικά σύνορα. Οι ρωσικές δυνάμεις δεν κατάφεραν να καταλάβουν την πόλη με επιδρομή τις πρώτες μέρες του πολέμου. Έκτοτε το περικύκλωσαν και το βομβάρδισαν με αεροπορία, πυροβολικό και πυραύλους. Αλλά η Ουκρανία δεν είναι ανυπεράσπιστη.

Ενα πλάνο CCTV που φέρεται να τραβήχτηκε το βράδυ της 6ης Μαρτίου δείχνει δύο λάμψεις φωτός στον ουρανό —που εκτιμάται ότι είναι αντιαεροπορικοί πύραυλοι. (Βίντεο: Outpost μέσω Telegram). Ο Τόμας Ουίτινγκτον, ειδικός στον τομέα της αεράμυνας, υποστηρίζει ότι ο πρώτος πύραυλος φαίνεται να χάνει τον στόχο, με την κεφαλή του να εκρήγνυται. Το δεύτερο, όμως, είναι ένα άμεσο πλήγμα. Οι εικόνες που τραβήχτηκαν από άλλη γωνία δείχνουν δύο αεροσκάφη να πέφτουν από τον ουρανό, καθώς Ουκρανοί στο έδαφος ζητωκραυγάζουν. (Βίντεο: Suspilne Kharkiv μέσω Telegram)

Η αναχαίτιση ήταν πιθανότατα έργο πυραύλου εδάφους-αέρος μεσαίου βεληνεκούς όπως του συστήματος Buk, ένα κινητό σύστημα που μπορεί να βάλλει και μετά να μετακινείται, βγαίνοντας από κάλυψη για να χτυπήσει και μετά να κρυφτεί ξανά. Επειδή αυτού του είδους τα συστήματα χρησιμοποιούν ραντάρ για να βρουν τους στόχους τους και τα ραντάρ δεν μπορούν να «δουν» κάτω από την καμπυλότητα της Γης, ένα αντίμετρο είναι οι πιλότοι να πετούν χαμηλά. Αυτό φαίνεται να έκαναν οι ρωσικές δυνάμεις.

Αλλά λύνοντας ένα πρόβλημα προκύπτει ένα νέο. Τις τελευταίες εβδομάδες, η Αμερική, η Λετονία και η Λιθουανία έστειλαν στην Ουκρανία μικρότερους αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger που εκτοξεύονται από τον ώμο, οι οποίοι στοχεύουν τους καυτούς κινητήρες των αεροσκαφών που πετούν κάτω από περίπου 3.500 μέτρα. Το όπλο έγινε γνωστό κατά τη διάρκεια του σοβιετικού-αφγανικού πολέμου στη δεκαετία του 1980, όταν τα Stingers που προμήθευε η CIA χρησιμοποιήθηκαν από τους Αφγανούς μουτζαχεντίν για να καταρρίψουν περισσότερα από 300 σοβιετικά ελικόπτερα και 100 τζετ. Βίντεο που δημοσιεύτηκε από το υπουργείο Άμυνας της Ουκρανίας δείχνει έναν πύραυλο τύπου Stinger να πλήττει ελικόπτερο που πετά χαμηλά πάνω από ένα χωράφι που υποτίθεται ότι βρίσκεται κοντά στο Κίεβο.

Κοντά στο Κίεβο, πύραυλος τύπου Stinger καταρρίπτει πολεμικό ελικόπτερο Hind. Πηγή: Υπουργείο Άμυνας της Ουκρανίας

Υπάρχει άλλος ένας λόγος για τον οποίο οι Ρώσοι πιλότοι μπορεί να αναγκάζονται να πλησιάσουν πιο κοντά στο έδαφος, και επομένως εντός εμβέλειας πυραύλων που εκτοξεύονται από τον ώμο. Στον πόλεμό της με τη Γεωργία το 2008, η ρωσική αεροπορία περιορίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην εκτόξευση βομβών χωρίς καθοδήγηση. Αυτές είναι γνωστές και ως «χαζές». Τώρα διαθέτει καθοδηγούμενα πυρομαχικά ακριβείας, τα οποία μπορούν να χτυπήσουν στόχους χρησιμοποιώντας δορυφορική πλοήγηση και άλλα μέσα. Αλλά εξακολουθεί να χρησιμοποιεί και τα παλαιότερα όπλα.

Οι εικόνες που φαίνεται να δείχνουν τα συντρίμμια ενός επιθετικού αεροσκάφους Su-34 που καταρρίφθηκε πάνω από το Τσερνίχιβ υποδηλώνουν ότι ήταν οπλισμένο με μη κατευθυνόμενες βόμβες. Αυτό είναι ενδεικτικό, λέει ο κ. Μπρονκ, επειδή τα ρωσικά συντάγματα Su-34 είναι «οι πιο ικανοί και τακτικοί χρήστες» των πυρομαχικών ακριβείας στην αεροπορία όταν αυτά είναι διαθέσιμα. Εικόνες που κυκλοφόρησαν από τα ρωσικά κρατικά μέσα δείχνουν άλλα Su-34 σταθμευμένα σε διάδρομο οπλισμένα με μη-καθοδηγούμενα όπλα. Άλλες φωτογραφίες, σύμφωνα με πληροφορίες, από το Τσερνίχιβ και το Χάρκοβο δείχνουν μη-καθοδηγούμενες βόμβες που εξερράγησαν σε αστικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένης και μιας που έπεσε σε ένα σπίτι.

Μια θεωρία είναι ότι το απόθεμα πυρομαχικών ακριβείας της Ρωσίας εξαντλείται. Το πιο πιθανό, υποστηρίζει ο Μάικλ Κόφμαν από την αμερικανική δεξαμενή σκέψης CNA, είναι ότι η Ρωσία κρατά κάποια ως εφεδρεία, είτε για αργότερα σε αυτόν τον πόλεμο είτε εν αναμονή ενός μεγαλύτερου. Είτε έτσι είτε αλλιώς, η χρήση «χαζών» βομβών δημιουργεί ένα δίλημμα. Όπως σημειώνει ο Τιμ Ρόμπινσον της Βρετανικής Βασιλικής Αεροναυτικής Εταιρείας, οι πιλότοι μπορούν είτε να πετούν χαμηλά για να αντοπίσουν στόχους και να κινδυνεύουν να καταρριφθούν ή να βομβαρδίσουν από μεγάλο ή μεσαίο ύψος με λιγότερη ακρίβεια.

Το αποτέλεσμα είναι ότι η Ρωσία έχει χάσει σημαντικό αριθμό αεροσκαφών. Ο Στιν Μίτζερ, ένας αναλυτής με έδρα το Άμστερνταμ και οι συνάδελφοί του στο blog Oryx, έχουν μελετήσει εικόνες που είναι διαθέσιμες σε ιστότοπους μέσων κοινωνικής δικτύωσης για να καθορίσουν τον αριθμό των αποδεδειγμένων ρωσικών απωλειών. Επί του παρόντος αυτά περιλαμβάνουν 11 αεροσκάφη σταθερής πτέρυγας, 11 ελικόπτερα και δύο drones. Η κυβέρνηση της Ουκρανίας ισχυρίζεται ότι έχει καταστρέψει τουλάχιστον 39 αεροπλάνα και 40 ελικόπτερα, αν και αυτά τα στοιχεία δεν έχουν επαληθευτεί. Συγκριτικά, η Αμερική έχασε περίπου 40 αεροπλάνα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων διάρκειας πέντε εβδομάδων στο πόλεμο με το Ιράκ το 1991.

Η αποτυχία της Ρωσίας να εξουδετερώσει τις ουκρανικές αντιαεροπορικές άμυνες «γίνεται σοβαρό εμπόδιο», λέει ο Ρομπ Λι από το King’s College του Λονδίνου. Ο ίδιος εκτιμά ότι μάλλον θα θεωρηθεί ως ένα από τα «βασικά λάθη» αυτού του πολέμου. Σημαίνει ότι τα ρωσικά αεροπλάνα δεν μπορούν να περιπολούν ελεύθερα στους ουρανούς για να αποκρούσουν τα ουκρανικά και ότι τα επιθετικά αεροσκάφη δεν μπορούν να παρέχουν την κατάλληλη αεροπορική υποστήριξη στα στρατεύματα στο έδαφος. Τα αεροσκάφη επίγειας επιτήρησης και έγκαιρης προειδοποίησης πρέπει να μείνουν πίσω από το πεδίο της μάχης, μειώνοντας τη ροή πληροφοριών.

Μπορεί σε αυτό να υπάρχει ένα μάθημα για το ΝΑΤΟ. Η αρχική αποτυχία της Ρωσίας να αποκτήσει αεροπορική υπεροχή θα μπορούσε να εξηγηθεί από τη μυστικότητα του Κρεμλίνου σχετικά με την απόφαση να πάει σε πόλεμο και την έλλειψη χρόνου προγραμματισμού, λέει ο κ. Μπρονκ. Αλλά κατά την άποψή του, η παθητικότητα της αεροπορίας θα μπορούσε επίσης να αντανακλά την απειρία ή την ανικανότητα. Η ρωσική αεροπορία, με λιγότερο χρόνο πτήσης ανά πιλότο και έλλειψη προηγμένων προσομοιωτών και εκτεταμένων σειρών εκπαίδευσης που έχουν οι δυτικές αεροπορικές δυνάμεις, «στερείται της θεσμικής ικανότητας να σχεδιάζει, να συντονίζει και να εκτελεί σύνθετες αεροπορικές επιχειρήσεις σε κλίμακα». Τις επόμενες εβδομάδες θα αποσαφηνιστεί εάν αυτό είναι έτσι.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα