Ο Ίλον Μασκ, ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, έχει περιγράψει το Twitter ως την «de facto πλατεία». Στις 25 Απριλίου, έκλεισε συμφωνία μέσω της οποίας ιδιωτικοποίησε το Twitter, προβαίνοντας, έτσι, σε μία από τις  πιο μοχλευμένες εξαγορές στην ιστορία. Ο Μασκ, επικεφαλής εταιρειών όπως η Tesla, αυτοκινητοβιομηχανία, και της SpaceX, αεροδιαστημική εταιρείας, πρότεινε προσφορά μετρητών αξίας περίπου 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο ίδιος θα πληρώσει το μεγαλύτερο μέρος από το ποσό, με τη μορφή ιδίων κεφαλαίων ύψους 21 δισ. δολαρίων και δανείου ύψους 12,5 δισ. δολαρίων έναντι των μετοχών του στην Tesla. Εάν η κίνηση του αυτή είναι μία φορά σημαντική από επιχειρηματικής απόψεως, θα μπορούσε να καταστεί ακόμη πιο σημαντική σε ό,τι αφορά την ελευθερία του λόγου στο διαδίκτυο.

Το Twitter δεν αποτελεί και την πιο ελκυστική επιχείρηση. Με 217 εκατομμύρια καθημερινούς χρήστες είναι μια τάξη μεγέθους μικρότερο από το Facebook, το μεγαλύτερο κοινωνικό δίκτυο στον κόσμο, και έχει μείνει πολύ πίσω από τα Instagram, TikTok και Snapchat. Η τιμή της μετοχής του «βολοδέρνει» εδώ και χρόνια: τον περασμένο μήνα ήταν χαμηλότερη από ό,τι κατά την εισαγωγή τoυ στο Χρηματιστήριο, το 2013.

Ωστόσο, ο Μασκ δεν ενδιαφέρεται για το Twitter ως επιχείρηση. «Δεν με ενδιαφέρουν καθόλου τα οικονομικά», δήλωσε σε συνέδριο TED, στις αρχές του μήνα. «Η αγορά αυτή γίνεται μετά από την έντονη διαίσθησή μου ότι η ύπαρξη μιας δημόσιας πλατφόρμας που θα είναι απολύτως αξιόπιστη και χωρίς αποκλεισμούς είναι εξαιρετικά σημαντική για το μέλλον του πολιτισμού».

Η προθυμία του να ξοδέψει ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του, για να καταστήσει το Τwitter μια πλατφόρμα χωρίς αποκλεισμούς, έπεται της απόφασης της πλατφόρμας, την τελευταία περίοδο, να ενισχύσει τον έλεγχο περιεχομένου της. Πριν από μία δεκαετία, στελέχη του Twitter αστειεύτηκαν ότι η εταιρεία ήταν «η πτέρυγα της ελευθερίας του λόγου του κόμματος της ελευθερίας του λόγου». Εντούτοις, η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ και η πανδημία του κορωνοϊού έκαναν την εταιρεία (και πολλά άλλα κοινωνικά δίκτυα) να πιστεύουν ότι η ελευθερία του λόγου είχε κάποια μειονεκτήματα. Ο Τραμπ, τελικά, αποκλείστηκε από το Twitter, καθώς και από το Facebook, το YouTube και άλλα μέσα δικτύωσης, μετά την εξέγερση στο Καπιτώλιο, τον Ιανουάριο του 2021. Έτσι, ξεκίνησαν να εντοπίζουν δημοσιεύσεις με παραπληροφόρηση σχετικά με το κορωνοϊό, καθώς και με άλλα ζητήματα, σε διάφορους λογαριασμούς και να τους μπλοκάρουν. Το πρώτο εξάμηνο του 2021, το Twitter αφαίρεσε 5,9 εκατομμύρια κομμάτια από το περιεχόμενό του, περισσότερο από τα 1,9 εκατομμύρια που είχε αφαιρέσει 2 χρόνια πριν. Την ίδια περίοδο, μπλόκαρε 1,2 εκατομμύρια λογαριασμούς, σημειώνοντας, έτσι, σημαντική αύξηση από τους 700.000 που είχε μπλοκάρει στο παρελθόν.

Πώς θα μπορούσε ο Μασκ να αλλάξει τα δεδομένα; Έχει δηλώσει ότι θα δημοσιεύσει τον κώδικα του Twitter, καθώς και τον κώδικα σύστασής του, σε προσπάθειά του να καταστήσει την πλατφόρμα περισσότερο διαφανή. Προτείνει την πιστοποίηση γνησιότητας όλων των χρηστών και την αντιμετώπιση των spam bot. Ακόμη, όπως είπε ο ίδιος σε ομιλία του στο TED, θα είναι «πολύ προσεκτικός με τις μόνιμες καταργήσεις λογαριασμών», προτιμώντας τα «time-out». Η δήλωσή του αυτή ήταν ανακουφιστική για τον Τραμπ αλλά και άλλους πολιτικούς, όπως αναφέρουν και διάφορες ενώσεις, εταξύ των οποίων η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών, η οποία θεωρεί τον Mασκ έναν από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες της.

Το ενδεχόμενο επαναφοράς του λογαριασμού του Τραμπ τρομάζει αρκετούς από την αριστερά. Το ίδιο και η ανυπομονησία του Μασκ σχετικά με αυτό που περιγράφει ως κουλτούρα «αφυπνισμένου» (“woke culture”) («Ο ιός αφυπνισμένου μυαλού καθιστά το Netflix μη αναγκαίο», έγραψε ο ίδιος στο Twitter, στις αρχές αυτού του μήνα, μετά την απώλεια συνδρομητών του). Δημοσκόπηση στην Αμερική που διεξήχθη από το YouGov, αυτό το μήνα, έδειξε ότι ενώ το 54% των Ρεπουμπλικάνων πίστευε ότι η αγορά του Twitter από τον Μασκ θα αποτελούσε μία καλή κίνηση για την κοινωνία, μόνο το 7% των Δημοκρατικών συμφωνούσε μαζί τους.

Δεδομένου ότι οι χρήστες του Twitter είναι στην πλειοψηφία τους Δημοκρατικοί, το σχέδιό του μπορεί να αποδειχθεί αναποτελεσματικό. Ακόμα και στους μη πολιτικοποιημένους χρήστες μπορεί να μην αρέσει η εκδοχή του Twitter ως μία πλατφόρμα με περισσότερη ελευθερία του λόγου. Η μετριοπάθεια αντιμετωπίζει τον εκφοβισμό, την κακοποίηση και άλλες μορφές λόγου που είναι νόμιμες, αλλά δημιουργεί μια δυσάρεστη εμπειρία στο διαδίκτυο. Τα κοινωνικά δίκτυα που ξεκίνησαν με στόχο να επιτρέψουν οτιδήποτε νόμιμο, όπως το Parler και το Gettr, ενισχύουν, τελικά, τις πολιτικές λογοκρισίας τους, καθώς έχουν γεμίσει με ρατσιστικές δημοσιεύσεις και πορνό.

Εάν το Twitter υιοθετούσε μια ξεκάθαρη γραμμή σε ό,τι αφορά την ελευθερία του λόγου, οι άμεσοι νικητές θα μπορούσαν να είναι οι πιο επικριτικοί αντίπαλοί του, προσέθεσε η Evelyn Douek, ειδική στη ρητορική στο διαδίκτυο στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ. Μέχρι σήμερα, τα κύρια κοινωνικά δίκτυα έχουν ορίσει περίπου παρόμοιες πολιτικές διαμόρφωσης περιεχομένου, με το καθένα από αυτά να διστάζει να υιοθετήσει μία περισσότερο ακραία πολιτική.

Ο Μασκ δεν είχε ποτέ πρόβλημα με το να μονοπωλεί τις ειδήσεις. Ακόμα κι έτσι, όμως, μπορεί να δυσκολευτεί περισσότερο απ’ό,τι περιμένει στο να επιτύχει τον στόχο του. Μποϊκοτάζ από διαφημιστές, από τους οποίους προέρχονται σχεδόν όλα τα έσοδα του Twitter, ίσως να μην τον ενοχλούν. Ωστόσο, η εφαρμογή του Twitter βασίζεται στη διανομή από τα app store της Apple και της Google. Και τα δύο ανέστειλαν το Parler μετά την εξέγερση στο Καπιτώλιο. Οι κυβερνήσεις έχουν αρχίσει, επίσης, να επιβάλλουν αυστηρότερους νόμους σχετικά με την έκφραση απόψεων στο διαδίκτυο. Στις 23 Απριλίου, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε ότι είχε συμφωνήσει για την επιβολή ενός νέου νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες, ο οποίος θα υποχρεώνει τα κοινωνικά δίκτυα να ελέγχουν πιο συχνά τις δημοσιεύσεις στις πλατφόρμες τους. Η Βρετανία ετοιμάζει ένα ακόμα αυστηρότερο νομοσχέδιο για την ασφάλεια στο διαδίκτυο. Το Twitter απέστειλε 43.000 αιτήματα αφαίρεσης περιεχομένου βάσει νομοθεσίας σε διάφορες χώρες, το πρώτο εξάμηνο του 2021, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σχέση με δύο χρόνια νωρίτερα.

Ακόμη ένα ερώτημα αποτελεί εάν ο Μασκ θα καταφέρει να τηρήσει τις δικές του αρχές. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έρχονται αντιμέτωπα με συγκρούσεις συμφερόντων όταν οι άνθρωποι που ορίζουν μετριοπαθείς πολιτικές είναι επίσης υπεύθυνοι για την ανάπτυξή τους, σημειώνει η Douek. Θα επηρεαζόταν η προσέγγιση του Μασκ σε ό,τι αφορά την ελευθερία του λόγου από τα υπόλοιπα συμφέροντά του; Ως χρήστης του Twitter, ο Μασκ χρησιμοποιεί την πλατφόρμα με εκδικητικό τρόπο. Του έκαναν μήνυση (ανεπιτυχώς) αφού χαρακτήρισε στο Twitter μέσω tag έναν διαδικτυακό  εχθρό «παιδόφιλο». Την περασμένη εβδομάδα, μετά από έναν καυγά με τον Μπιλ Γκέιτς, δημοσίευσε μια μη κολακευτική φωτογραφία του ιδρυτή της Microsoft κάνοντας ένα προκλητικό σχόλιο στη λεζάντα.

Ο Mασκ επιμένει ότι ως ιδιοκτήτης της πλατφόρμας θα είναι αμερόληπτος. «Ελπίζω ότι ακόμα και οι χειρότεροι επικριτές μου θα παραμείνουν στο Twitter, γιατί αυτό σημαίνει ελευθερία του λόγου», έγραψε στο Twitter στις 25 Απριλίου, λίγο πριν το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας αποδεχτεί την προσφορά του. Ορισμένοι χρήστες, όμως, είχαν άλλη άποψη: την ίδια μέρα, ένα από τα πιο δημοφιλή θέματα στο διαδίκτυο ήταν το «Twitter του Τραμπ».

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα