«Όριό μας είναι ο ουρανός», θα μπορούσαν να τραγουδήσουν αγκαλιασμένοι το Σάββατο ο Τζο Μπάιντεν με τον πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι αν είχαν μια αίσθηση αυτοσαρκασμού. Δύο μόλις ημέρες προτού στερέψουν τα δημόσια ταμεία των ΗΠΑ οι δύο άνδρες υπέγραψαν επιτέλους την αύξηση του ορίου χρέους της χώρας τους, βάζοντας έτσι τέλος στο ψυχόδραμα μιας στάσης πληρωμών με ανυπολόγιστες διεθνείς επιπτώσεις – μάλλον πρόκειται για φαρσοκωμωδία με τον γκροτέσκο τίτλο «Χρεοκοπεί ή δεν χρεοκοπεί η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη;», αλλά τέλος πάντων.

ΗΠΑ: Οι νέες εκδόσεις κρατικών ομολόγων, η νέα απειλή των αγορών

Ψυχόδραμα ή φαρσοκωμωδία, το γεγονός είναι ότι το χρέος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής φθάνει τα 31,4 τρισ. δολάρια. Γράφοντάς το με την ακολουθία των μηδενικών (31.400.000.000.000 δολάρια) δύσκολα αποφεύγει κανείς τον ίλιγγο. Και δεν έχει εξάλλου κανένα νόημα να αρχίσει κάποιος να υπολογίζει τι θα μπορούσε να «αγοράσει» με τόσα λεφτά που αντιστοιχούν σε 10 ετήσια ΑΕΠ της Γαλλίας ή στο ένα τρίτο περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Ο γαλλικός «Figaro» προσπαθώντας να «οπτικοποιήσει» το αμερικανικό χρέος εκτίμησε ότι, αν το μετέτρεπε κανείς σε ράβδους χρυσού του 1 κιλού, θα μπορούσε να γεμίσει μ’ αυτό 11 πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων. Αν διαιρέσει κανείς το χρέος με τον πληθυσμό των ΗΠΑ διαπιστώνει ότι κάθε κάτοικος της χώρας (των βρεφών και των νηπίων συμπεριλαμβανομένων) βαρύνεται με 95.000 δολάρια. Περίπου με τριπλάσιο βάρος δηλαδή από όσο κάθε κάτοικος της επίσης υπερχρεωμένης Ελλάδας.

Αν μάλιστα τα 31,4 τρισ. διαιρεθούν με τον αριθμό των φορολογουμένων Αμερικανών, τότε το βάρος που πέφτει στον καθένα αυξάνεται στα 250.000 δολάρια. Μοιάζει τεράστιο το ποσό, αν και όσοι κάνουν παρόμοιους υπολογισμούς ξεχνούν ότι τα κράτη για να λειτουργήσουν δεν φορολογούν μόνο τα φυσικά πρόσωπα αλλά και τα νομικά.

Πότε θα ανεβεί ξανά το «έργο»

Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε την περασμένη Πέμπτη μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου και υπεγράφη το Σάββατο από τους Μπάιντεν και Μακάρθι προβλέπει την αναστολή του ανώτατου ορίου χρέους για δύο χρόνια. Απομακρύνει έτσι η διακομματική συμφωνία (αλλά δεν αποτρέπει) την προοπτική της γελοιωδέστερης χρεοκοπίας εθνικής οικονομίας που θα μπορούσε να συμβεί στον πλανήτη αυτό. Διότι η φαρσοκωμωδία, που κατά καιρούς ανεβάζουν οι ΗΠΑ στη διεθνή οικονομική σκηνή (το 2011 και το 2013) θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος ότι κάλλιστα θα επαναλαμβανόταν το 2027. Ή και νωρίτερα!

Πρώτη προϋπόθεση για να ξαναδούμε το «έργο» είναι να εκλεγεί το 2024 και πάλι πρόεδρος από το Δημοκρατικό Κόμμα. Δεύτερη προϋπόθεση να μην έχουν οι Δημοκρατικοί την πλειοψηφία σε ένα από τα δύο Σώματα του Κογκρέσου. Η δεύτερη συνθήκη είναι πιθανότερο να συμβεί όχι το 2024 αλλά μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026 – ιστορικά έτσι συμβαίνει συχνότερα.

Τι διακυβεύεται

Οπότε, την επόμενη ευκαιρία που θα έχουν οι Ρεπουμπλικανοί για να εκβιάσουν με οικονομικό Ολοκαύτωμα τους Δημοκρατικούς προκειμένου να μειωθούν τα κοινωνικά κονδύλια (κυρίως η δαιμονοποιημένη απ’ αυτούς Medicare) και εν γένει οι παροχές τις οποίες καρπώνονται οι «τεμπέληδες» συμπατριώτες τους που δεν ενστερνίζονται (ως «οφείλουν») το περίφημο «American dream», θα την έχουν είτε τα Χριστούγεννα του 2026, αν οι Δημοκρατικοί έχουν προλάβει να ξεκοκαλλίσουν ήδη τα κονδύλια του Προϋπολογισμού της χρονιάς αυτής, είτε το 2027.

Ασφαλώς οι Ρεπουμπλικανοί θα προτιμούσαν αντί να εκβιάζουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους να έχουν δικό τους πρόεδρο και άνετη πλειοψηφία στο Κογκρέσο, ώστε να χαράξουν και να εφαρμόσουν τη δική τους πολιτική και να προτάξουν τις προτεραιότητες τις οποίες «ο Θεός και η Ιστορία» έχουν θέσει στο αμερικανικό έθνος.

Οι προτεραιότητες αυτές καθίστανται προφανείς με την πρώτη ματιά στη συμφωνία που υπέγραψαν Μπάιντεν και Μακάρθι. Κεντρικός άξονας του συμβιβασμού – και προϋπόθεση των Ρεπουμπλικανών να δεχθούν την αύξηση του ορίου χρέους – είναι να δοθεί την επόμενη διετία νέα αύξηση στον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ και να σταθεροποιηθούν (και στη συνέχεια να αρχίσουν να μειώνονται) οι περισσότερες ομοσπονδιακές δαπάνες.

Τρία ΑΕΠ της Ελλάδας για την άμυνα

Ποιοι είναι λοιπόν οι κύριοι λόγοι που «φουσκώνουν» διαρκώς το δυσθεώρητο αμερικανικό χρέος; Βάσει των στοιχείων του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών, το πρώτο τρίμηνο του 2023, το 18,2% των δημοσίων δαπανών απορρόφησε ο εν ευρεία εννοία τομέας της άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών. Μιλάμε για τεράστια κονδύλια, που αντιστοιχούν σε ετήσια βάση στο ΑΕΠ της Πολωνίας ή στο τριπλάσιο του ελληνικού ΑΕΠ.

Η διακομματική διελκυστίνδα μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών την οποία ολόκληρος ο πλανήτης παρακολούθησε με κομμένη την ανάσα τις τελευταίες εβδομάδες καθώς ενδεχόμενη «τεχνική χρεοκοπία» των ΗΠΑ θα είχε ανυπολόγιστες επιπτώσεις στη διεθνή οικονομία και τις αγορές, έγινε ουσιαστικά για να διατηρηθούν και να αυξηθούν τα στρατιωτικά κονδύλια.

Και για να σταθεροποιηθούν και να αρχίσουν να μειώνονται, σε αντιστάθμισμα, τα κονδύλια για την υγεία, την κοινωνική ασφάλιση και εν γένει για το κράτος πρόνοιας, στο οποίο οι Δημοκρατικοί εκ πεποιθήσεως εμφανίζονται λιγότερο πρόθυμοι να κάνουν εκπτώσεις. Πρόκειται εξάλλου για δαπάνες που εκτοξεύθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας συγκριτικά με το παρελθόν.

Αίσθηση τέλος προκαλεί το υψηλό κόστος που έχει για την αμερικανική κυβέρνηση το ίδιο το χρέος. Διότι, όπως φαίνεται από τα κυβερνητικά στοιχεία, για κάθε δολάριο που φορολογείται στις ΗΠΑ περίπου τα 10 σεντς προορίζονται για την αποπληρωμή του καθαρού τόκου του δημόσιου χρέους.

Πρόκειται για 30 δισ. δολάρια το μήνα, «που αντιστοιχούν στο ήμισυ του εφετινού προϋπολογισμού του γαλλικού στρατού», όπως υπολογίζει ο «Figaro». Και έχει νοημα για τους Γάλλους η σύγκριση αυτή, διότι η χώρα τους είναι μια από τις 9 πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή