Τα οικονομικά της κλιματικής αλλαγής έχουν αναλυθεί εκτενώς με υποδείγματα τα οποία συνδέουν την οικονομία με το κλίμα και μελετούν τις αλληλεπιδράσεις τους στην εξέλιξη της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής. Ο κύριος στόχος αυτής της προσέγγισης είναι ο σχεδιασμός πολιτικής για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Η πολιτική αυτή έχει χαρακτηριστικά δημοσιονομικής πολιτικήs (π.χ. εμπορεύσιμες άδειες εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα ή φόροι άνθρακα), δεδομένου ότι η κλιματική αλλαγή είναι μία παγκόσμια εξωτερικότητα (global externality).

Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Mark Carney, ήταν ο πρώτος που υπογράμμισε το 2015 ότι πέρα από τις γενικές μακροοικονομικές επιπτώσεις, η κλιματική αλλαγή απειλεί και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το κύριο ερώτημα είναι ποιοι είναι οι κίνδυνοι για το χρηματοπιστωτικό σύστημα που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, κατά πόσο είναι σημαντικοί και κατά πόσο αντικατοπτρίζονται σωστά στην τιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων και στην διαμόρφωση της νομισματικής και χρηματοπιστωτικής πολιτικής.

Είναι χρήσιμο, προκειμένου να κατανοηθούν καλύτερα τα χαρακτηριστικά των χρηματοοικονομικών κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, να εξετάσουμε δύο απλουστευμένες γενικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων: «καφέ περιουσιακά στοιχεία (brown assets)», τα οποία είναι περιουσιακά στοιχεία που σχετίζονται με δραστηριότητες εντάσεως άνθρακα (π.χ., σταθμοί παραγωγής ενέργειας με καύση άνθρακα, ανθρακωρυχεία) και «πράσινα περιουσιακά στοιχεία (green assets)» που είναι τα υπόλοιπα. Υπάρχουν τρεις βασικοί τύποι κινδύνων για αυτά τα περιουσιακά στοιχεία: φυσικοί κίνδυνοι (physical risks), κίνδυνοι υπαιτιότητας (liability risks) και κίνδυνοι μετάβασης (transition risks).

Οι φυσικοί κίνδυνοι, που σχετίζονται με φυσικές ζημιές σε περιουσιακά στοιχεία, θα μπορούσαν να οφείλονται σε συγκεκριμένα διακριτά συμβάντα (όπως ξηρασίες, πλημμύρες, καταιγίδες, πυρκαγιές και καταστροφές καλλιεργειών) ή να σχετίζονται με μακροπρόθεσμες κλιματικές αλλαγές (άνοδος της στάθμης της θάλασσα, αυξανόμενη συχνότητα και ένταση κυμάτων θερμότητας και ακραίων καιρικών φαινομένων).

Στον ασφαλιστικό τομέα οι φυσικοί κίνδυνοι σχετίζονται με την ασφάλιση ακινήτων και δραστηριότητες όπως η ναυτιλία ή οι μεταφορές, και προκύπτουν από φυσικές καταστροφές που οφείλονται στην κλιματική αλλαγή. Έμμεσοι φυσικοί κίνδυνοι για τη γενική ασφάλιση μπορούν να προκύψουν από διατάραξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, πρόκληση οικονομικών ζημιών, ή επιπτώσεις στην γεωργία. Επιστημονικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι η συχνότητα και η σοβαρότητα των περιβαλλοντικών γεγονότων που σχετίζονται με φυσικούς κινδύνους αναμένεται να αυξηθεί ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη σε σύγκριση με την προβιομηχανική περίοδο. Οι φυσικοί κίνδυνοι σχετίζονται επίσης με επιπλέον επιβάρυνση στον ασφαλιστικό κλάδο, αν τα επηρεαζόμενα περιουσιακά στοιχεία ήταν ασφαλισμένα. Εάν δεν ήταν ασφαλισμένα, ενδέχεται να υπάρξουν δυσκολίες στη χρηματοδότηση της αντικατάστασής τους.

Η ασφάλιση αστικής ευθύνης προστατεύει τον ασφαλιζόμενο από τον κίνδυνο να θεωρηθεί νομικά υπεύθυνος για απώλεια και ζημία που υπέστησαν άλλα μέρη ως αποτέλεσμα των ενεργειών του ασφαλισμένου. Στην περίπτωση της κλιματικής αλλαγής, ενδέχεται να προκύψουν κίνδυνοι ευθύνης εάν τα μέρη που έχουν υποστεί απώλεια ή ζημία από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ζητούν αποζημίωση από εκείνους που θεωρούν υπεύθυνους. Τέτοιες απαιτήσεις θα μπορούσαν να εμφανιστούν στο μέλλον, αλλά θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο σε τρέχουσες δραστηριότητες εντάσεως άνθρακα.

Οι κίνδυνοι φυσικής και αστικής ευθύνης σχετίζονται γενικά με όλα τα περιουσιακά στοιχεία, ενώ οι κίνδυνοι μετάβασης σχετίζονται μόνο με «καφέ» περιουσιακά στοιχεία. Οι κίνδυνοι μετάβασης περιλαμβάνουν τους κινδύνους πολιτικής (policy-related risks) που προκύπτουν από την πιθανή εισαγωγή αυστηρών πολιτικών τιμολόγησης άνθρακα, την πρόοδο της τεχνολογίας χαμηλών εκπομπών άνθρακα η οποία θα υποκαθιστά προοδευτικά τεχνολογίες υψηλής ανθρακικής έντασης ή τη μετατόπιση των προτιμήσεων των επενδυτών/καταναλωτών. Οι αυστηρές πολιτικές για την κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με τεχνολογίες ή οικονομικές δραστηριότητες υψηλής έντασης άνθρακα.

Έτσι, η διαδικασία μετάβασης σε οικονομίες χαμηλού άνθρακα αναμένεται να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομική αποδοτικότητα περιουσιακών στοιχείων υψηλής έντασης άνθρακα. Δεδομένου ότι επενδύσεις με βάση τον άνθρακα είναι κατά βάση μη αναστρέψιμες, οι αυστηρές κλιματικές πολιτικές και η μετάβαση σε μια παγκόσμια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα είναι πιθανό να καταστήσουν τη λειτουργία των δραστηριοτήτων έντασης άνθρακα μη κερδοφόρα, και έτσι να αφήσουν περιουσιακά στοιχεία σε αργούσα κατάσταση (τα λεγόμενα stranded assets). Επιπλέον, σε μη πλήρως αποτελεσματικές κεφαλαιαγορές ενδέχεται να υπάρχουν ανεπαρκείς πληροφορίες για την πλήρη εκτίμηση των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη στην τιμολόγηση των περιουσιακών στοιχείων.

Η σχέση μεταξύ της κλιματικής αλλαγής και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, είναι ένα θέμα το οποίο λαμβάνει αυξανόμενη προσοχή όταν συνειδητοποιήθηκε ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει τη σταθερότητα του συστήματος. Με δεδομένο τον κοινωνικά επιθυμητό και παγκόσμια αποδεκτό στόχο του περιορισμού της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής – η Πράσινη Συμφωνία της ΕΕ (EU Green Deal), η επιστροφή των ΗΠΑ στη συμφωνία των Παρισίων – θέματα σχεδιασμού πολιτικής τα οποία θα έχουν μεγάλη σημασία στο άμεσο μέλλον περιλαμβάνουν:

• Την έκθεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε περιουσιακά στοιχεία υψηλής έντασης άνθρακα και τους πιθανούς χρηματοοικονομικούς κινδύνους από μετάπτωση περιουσιακών στοιχείων σε αργούσα κατάσταση,

• Τις υποχρεώσεις του ασφαλιστικού συστήματος έναντι φυσικών κινδύνων κλιματικής αλλαγής,

• Το βαθμό στον οποίο τα περιουσιακά στοιχεία δεν είναι ασφαλισμένα σε σχέση με τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής,

• Τη δομή μιας πιθανής πράσινης μακροπροληπτικής (macroprudential) πολιτικής που θα διευκόλυνε την εισαγωγή πράσινων τεχνολογιών, και

• Την διαμόρφωση πολιτικών πράσινων ομολόγων που θα διευκολύνουν τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και θα υποστηρίζουν προγράμματα προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.

* Αναστάσιος Ξεπαπαδέας, Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Διεθνές Μέλος Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών ΗΠΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Academia