Είναι σφίγγες οι Κεντρικοί Τραπεζίτες και έτσι οφείλουν να είναι, διότι η νομισματική πολιτική ως γνωστόν, μαζί με ορισμένες πολιτικές αποφάσεις όπως ο κυβερνητικός ανασχηματισμός ή η υποτίμηση του νομίσματος, δεν προαναγγέλλεται. Αν όμως η εγγενής μυστικοπάθειά τους είναι δεδομένη, δεδομένη πρέπει να θεωρείται και η προσπάθεια των παραγόντων της αγοράς να διαβλέψουν ή να μαντέψουν τις προθέσεις των Κεντρικών Τραπεζιτών, μέσα από τα μισόλογα, τα συμφραζόμενα ή και τις απροσεξίες τους στην εκφορά του λόγου. Πέντε είναι τα ερωτήματα-κλειδιά για τις προθέσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που θα προσπαθήσουν να απαντήσουν μετά τη συνάντηση των μελών της την Πέμπτη οι επενδυτές.

Το ενδιαφέρον είναι ιδιαίτερα αυξημένο διότι η ΕΚΤ βρίσκεται σε μια περίοδο εφαρμογής έκτακτων πολιτικών για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης. Η καθησυχαστική φρασεολογία των ευρωτραπεζιτών σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του επείγοντος προγράμματος αγοράς ομολόγων (ΡΕΡΡ) ύψους 1,85 τρισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι βέβαιο ότι θα ανανεωθεί και θα συνεχιστεί. Αλλά εξίσου βέβαιο είναι ότι στο πίσω μέρος του μυαλού της Κριστίν Λαγκάρντ και των συνεργατών της ελλοχεύει ο φόβος μήπως καθυστερήσουν να αντιδράσουν σε περίπτωση που το «φάρμακο» των πρωτοφανών μέτρων ρευστότητας, που έχουν πάρει, αρχίσει να μετατρέπεται σε φαρμάκι.

Το στοίχημα του Αυγούστου

Το πρώτο και πρωταρχικό ερώτημα που απασχολεί τις αγορές είναι πότε η ΕΚΤ θα αρχίσει να επιβραδύνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων. Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν ότι οι αγορές θα συνεχιστούν απρόσκοπτα καθ’ όλη τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου – ο ιταλός ευρωτραπεζίτης Φάμπιο Πανέτα, εξάλλου, έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ της προοπτικής αυτής. Για τυπικούς λόγους, ωστόσο, και επίσης για λόγους που έχουν να κάνουν με τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και με εποχικούς παράγοντες, ο ρυθμός αγοράς ομολόγων θα επιβραδυνθεί.

Τον Αύγουστο, για παράδειγμα, η προμήθεια κυβερνητικών ομολόγων κατά κανόνα περιορίζεται. Άραγε η μείωση αυτή θα συνεχιστεί ηθελημένα από την ΕΚΤ και τους επόμενους μήνες; Θα ήταν μια ευκαιρία ίσως να επέλθει μια, ας πούμε, «αναίμακτη» ή ανεπαίσθητη αλλαγή στο πρόγραμμα αγορών ομολόγων. Αναλυτές, όπως ο Λουίτζι Σπεράντσα της BNP Paribas θεωρούν ότι στη συνεδρίαση της EKT την Πέμπτη θα δρομολογηθεί μια ήπια μεν αλλά σαφής και αισθητή μεταβολή του προγράμματος αγοράς ομολόγων.

Θα «ξεκοκκαλίσουν» το πακέτο;

Το δεύτερο ερώτημα όμως, συναφές του πρώτου, είναι αν η ΕΚΤ στη παρούσα συγκυρία (αρχές καλοκαιριού) θα θελήσει ή όχι να κάνει μια γενική κουβέντα για το συνολικό μέγεθος του προγράμματος ΡΕΡΡ που εφαρμόζει. Το πρόγραμμα θα «τρέξει» έως τα τέλη Μαρτίου του 2022, αλλά η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι ίσως δεν θα χρειαστεί να εξαντλήσει το συνολικό ποσό των αγορών που προβλέπει το πρόγραμμα (1,85 τρισ. ευρώ). Με την ευρωπαϊκή οικονομία να ανακάμπτει (μια κουβέντα είναι αυτή όταν η Γαλλία, φέρ’ ειπείν, μόλις προ ημερών διαπιστώθηκε ότι βρίσκεται σε ύφεση) ίσως η σκέψη του ψαλιδίσματος των αρχικών προβλέψεων να κερδίζει έδαφος.

Ο ολλανδός Κεντρικός Τραπεζίτης Κλάας Νοτ, για παράδειγμα, που είναι μαζί με το γερμανό Γενς Βάιντμαν τα πιο απροκάλυπτα «γεράκια» της ΕΚΤ, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η ευρωπαϊκή οικονομία ανακάμπτει από την κρίση της Covid-19 με ρυθμό ταχύτερο από τον αναμενόμενο. Από την άλλη μεριά η Λαγκάρντ έχει ξεκαθαρίσει ότι η Ευρωτράπεζα θα συνεχίσει να στηρίζει την Ευρωζώνη «αρκετά αφού έρθει η ανάκαμψη», παρατηρούν οι ρεπόρτερ του Reuters Ντάρα Ρανασίνγκε και Σαϊκάτ Τσατερζί.

Η επιστροφή στην κανονικότητα

Το τρίτο ερώτημα στο οποίο θα προσπαθήσουν να δώσουν απάντηση οι επενδυτές είναι αν η ΕΚΤ εξετάζει να πάψει να χρησιμοποιεί τα «έκτακτα εργαλεία» για την εξασφάλιση ρευστότητας στη ζώνη του ευρώ. Η στρατηγική της ΕΚΤ επισήμως θα επανεξεταστεί το Σεπτέμβριο, αλλά οι αναλυτές θεωρούν ότι η Λαγκάρντ στη συνέντευξη τύπου που θα δώσει μετά τη συνεδρίαση της Πέμπτης θα πιεστεί για να δώσει μια ιδέα πώς βλέπει τη μετάβαση από το «καθεστώς επείγουσας ανάγκης», κάτω από το οποίο λειτουργεί σήμερα η Τράπεζα, στο επόμενο στάδιο ενός πιο ευέλικτου προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων (ΑΡΡ) την επόμενη χρονιά.

«Η συζήτηση για τη μετάβαση από το ΡΕΡΡ στο ΑΡΡ είναι μια από τις πιο περίπλοκες που θα πρέπει να διεξαχθούν στους κόλπους της Ευρωτράπεζας», δήλωσε στο Reuters ο στρατηγικός αναλυτής της Nordea Asset Management Σεμπαστιάν Γκαλί.

Ο πληθωρισμός και οι φοβίες

Οι πληροφορίες ότι ο γερμανός Κεντρικός Τραπεζίτης Γενς Βάιντμαν άρχισε να βλέπει στα όνειρά του φαντάσματα της Βαϊμάρης μόλις έμαθε ότι το Μάιο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έφθασε στο 2%, ελέγχονται ως ανακριβείς. Ο πληθωρισμός είναι το τέταρτο ερώτημα-φωτιά που απασχολεί τους επενδυτές, αν και πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι παρά το ότι οι ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, στο πετρέλαιο και τα τρόφιμα είναι αισθητές στις τσέπες των καταναλωτών της Ευρωζώνης, οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά το δομικό πληθωρισμό δεν είναι ανησυχητικές. Υπενθυμίζεται ότι δομικός είναι ο δείκτης τιμών καταναλωτή που διαμορφώνεται δίχως να συνυπολογίζονται οι ευμετάβλητοι επιμέρους δείκτες των τροφίμων και των καυσίμων.

Οι Κεντρικοί Τραπεζίτες (εξαιρουμένου βεβαίως του Βάιντμαν που έχει ανατραφεί με τις φοβίες του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού του Μεσοπολέμου που εξαθλίωσε τους Γερμανούς και συνετέλεσε στην άνοδο του Ναζισμού) συνηθίζουν να σταθμίζουν τις ενδείξεις από την πορεία της πραγματικής οικονομίας προτού λάβουν τις αποφάσεις τους. Και η ευρωπαϊκή οικονομία μόλις τώρα «ανοίγει» μετά τους πανδημικούς περιορισμούς του χειμώνα.

Οι αναπτυξιακοί δείκτες παραμένουν κατά κανόνα σε αρνητικό έδαφος, ο βαθμός απασχόλησης του εργατικού δυναμικού δεν έχει αποκατασταθεί και εξάλλου ουδείς επιδημιολόγος μπορεί να προεξοφλήσει ότι η Covid-19 νικήθηκε οριστικά. Τουναντίον, οι υγειονομικοί μοιάζουν σαν να προσπαθούν να κρύψουν τον τρόμο τους από τις μεταλλάξεις του ιού.

Οι πολιτικοί είναι φύσει και θέσει αισιόδοξοι άνθρωποι και λογικό είναι να υποβαθμίζουν τις πανδημικές Κασσάνδρες. Οι τραπεζίτες, όμως, γιατί να κάνουν το ίδιο; Ασφαλώς και δέχονται πιέσεις από τους πολιτικούς. Αλλά αν δεν είναι… Τούρκοι, δηλαδή απολύτως ποδηγετούμενοι από την κεντρική εξουσία, γιατί να το παίξουν αισιόδοξοι; Και εν προκειμένω οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (εξαιρουμένης βέβαια της γερμανικής) είναι βέβαιο ότι εύχονται να συνεχίσει η ΕΚΤ τα προγράμματα ρευστότητας και την πολιτική χαμηλών επιτοκίων, ώστε να εξακολουθήσει έτσι να διευκολύνει το αναπτυξιακό τους έργο.

Το ευρώ και τα επιτόκια

Η πολιτική επιτοκίων που θα ακολουθήσει η ΕΚΤ είναι η πέμπτη και τελευταία (αλλά όχι έσχατη) ανησυχία των επενδυτών. Οι καθησυχαστικές δηλώσεις παραγόντων της Ευρωτράπεζας έχουν αποκλιμακώσει τις αποδώσεις των ευρωπαϊκών ομολόγων από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων (αρκετών) μηνών που είχαν φθάσει το Μάιο. Αλλά οι αναλυτές θεωρούν ότι, ιδιαίτερα αν αρχίσει το καλοκαίρι και ζεσταίνεται η ευρωπαϊκή αναπτυξιακή μηχανή, το κόστος δανεισμού θα αρχίσει να παίρνει την ανιούσα στην Ευρωζώνη.

Υπάρχει βέβαια και ο γρίφος των εξελίξεων στις αγορές συναλλάγματος. Στα minutes της ΕΚΤ το Μάρτιο (στις λακωνικές γραπτές επισημάνσεις δηλαδή της Ευρωτράπεζας) διεφάνη μια ανησυχία της Ευρωτράπεζας για την ισχύ του ευρώ. Από το Μάρτιο η ισοτιμία του ευρωπαϊκού νομίσματος έναντι του αμερικανικού δολαρίου έχει ενισχυθεί περαιτέρω κατά 1,6% (σε ένα διεθνές περιβάλλον μηδενικών επιτοκίων). Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ΕΚΤ δεν ανησυχεί για την ενίσχυση αυτή και την επίπτωσή της στην ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εξαγωγών. Αλλά αν η ΕΚΤ «τσιμπήσει» έστω και λίγο τα επιτόκια του ευρώ είναι προφανές ότι η τάση που ενισχύει το ευρωπαϊκό νόμισμα θα ενταθεί.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία