
Σε λίγες ώρες αναμένεται να ξεκινήσει η συνάντηση των ηγετών της G7 στην Κορνουάλη της Βρετανίας, η οποία θα διαρκέσει έως την Κυριακή.
Οι ηγέτες των χωρών της G7 (η Γερμανία, οι ΗΠΑ, η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία και ο Καναδάς) θα συναντηθούν για πρώτη φορά δια ζώσης από την έναρξη της επιδημίας του νέου κορωνοϊού (Covid-19).
Στη Σύνοδο θα προεδρεύσει ο πρωθυπουργός της Αγγλίας, Μπόρις Τζόνσον και θα συμμετάσχουν ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι, ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Γιοσιχίντε Σούγκα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ.
Η συνάντηση των «Επτά» θα έχει μια πολύ διαφορετική αίσθηση από τις τελευταίες αντίστοιχες συνόδους κορυφής.
Η σύνοδος κορυφής του 2020 ακυρώθηκε λόγω της COVID 19.
Στο Μπιαρίτζ της Γαλλίας το 2019 και στο La Malbaie του Καναδά το 2018, υπήρξαν έντονες διαφωνίες για θέματα όπως το εμπόριο και η δυνατότητα επανεισδοχής των Ρώσων στην Ομάδα, ή όποια είχε φτάσει να λέγεται G8..
Αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή η σύνοδος κορυφής θα είναι μια δοκιμασία για το αν ο κόσμος μπορεί ακόμα να συνεργαστεί στη σκιά της πανδημίας.
Έχει μια φιλόδοξη ατζέντα που στοχεύει στην αντιμετώπιση βασικών παγκόσμιων προβλημάτων:
Τερματισμός της πανδημίας διασφαλίζοντας την παγκόσμια διανομή εμβολίων έως το 2022
Επιτάχυνση της δράσης για τις κλιματικές αλλαγές από κυβερνήσεις και επιχειρήσεις
Περιορισμός της ισχύος των πολυεθνικών εταιρειών με ένα νέο παγκόσμιο φορολογικό καθεστώς.
Στο παρελθόν, οι σύνοδοι κορυφής της G7 έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην αναμόρφωση της παγκόσμιας οικονομίας προς την κατεύθυνση ολοένα και μεγαλύτερης παγκοσμιοποίησης.
Η εναρκτήρια συνάντηση στο Rambouillet της Γαλλίας το 1975 πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια μιας βαθιάς ύφεσης που προκλήθηκε από την πετρελαϊκή κρίση και την αναταραχή στις αγορές συναλλάγματος, και οδήγησε σε συντονισμένη δράση για τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και τελικά στη δημιουργία του ευρώ.
Η σύνοδος κορυφής της G8 του 2005 στο Gleneagles της Σκωτίας επικεντρώθηκε στην αφρικανική φτώχεια και το χρέος, και βοήθησε να ωθήσει τις πλούσιες χώρες ώστε να παρέχουν το 0,7% του ΑΕΠ τους στον ΟΗΕ.
Αλλά καθώς η οικονομική δύναμη της G7 έχει μειωθεί – από το 80% της παγκόσμιας οικονομίας το 1975 σε περίπου 40% σήμερα – ο ρόλος της έχει μετατοπιστεί από την αρχική εστίαση στα παγκόσμια οικονομικά προβλήματα σε ευρύτερα γεωπολιτικά θέματα.
Η πρόκληση της πανδημίας
Η πιο μεγάλη πρόκληση που καλουνται να αντιμετωπίσουν είναι η αντιμετώπιση της παγκόσμιας πανδημίας και των συνεπαγόμενων οικονομικών διαταραχών. Η άνιση διανομή εμβολίων – με τις πλούσιες χώρες να συσσωρεύουν πολύ περισσότερα από όσα θα μπορούσαν ποτέ να χρησιμοποιήσουν – απειλεί όχι μόνο την παγκόσμια υγεία αλλά και την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη.
Για να επιτύχουν το στόχο τους για το 2022 για τον τερματισμό της πανδημίας, οι χώρες της ομάδας των 7 πρέπει να αρχίσουν να διανέμουν αμέσως το πλεόνασμα των εμβολίων.
Ωστόσο, εν μέσω φόβων για την εμφάνιση νέων μεταλλάξεων και με τις χώρες της G7 μια τέτοια προσέγγιση φαίνεται πολιτικά δύσκολη.
Οι αναπτυσσόμενες χώρες στερούνται επίσης τους χρηματοοικονομικούς πόρους για να αναζωογονήσουν τις οικονομίες τους μετά την πανδημία, η οποία έχει αυξήσει απότομα τη φτώχεια.
Κλιματική αλλαγή και μεγάλες επιχειρήσεις
Η κλιματική αλλαγή είναι ένα θέμα που συχνά συζητείται στις συνόδους κορυφής της G7. Όμως, η πραγματική πρόοδος θα εξαρτηθεί από αποφάσεις ταχέως αναπτυσσόμενων χωρών όπως η Κίνα και η Ινδία κατά τις διαπραγματεύσεις στη Γλασκόβη της Σκωτίας τον Νοέμβριο. Ωστόσο, φιλόδοξοι στόχοι από πλούσια έθνη, όπως της G7 μπορεί να ενθαρρύνουν τους άλλους να κινηθούν πιο γρήγορα.
Η σύνοδος κορυφής της G7 μπορεί να έχει μεγαλύτερη επιρροή στην αλλαγή της εταιρικής συμπεριφοράς. Μια νέα πρωτοβουλία που εγκρίθηκε έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι επενδυτές και οι τράπεζες απαιτούν την πλήρη αποκάλυψη των μελλοντικών κινδύνων για την κλιματική αλλαγή.
Ελάχιστος συντελεστής για τις επιχειρήσεις
Ακόμα πιο τολμηρή είναι η πρόταση των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής των εταιρειών. Εν μέρει λόγω της ανάγκης εύρεσης νέων πηγών εσόδων μετά την πανδημία, προτείνεται ένας παγκόσμιος ελάχιστος συντελεστής φόρου εταιρειών 15% και να αναγκάσει τις «μεγαλύτερες και πιο κερδοφόρες» 100 πολυεθνικές να πληρώσουν περισσότερο φόρο.
Υπενθυμίζεται ότι οι υπουργοί Οικονομικών της G7 που συναντήθηκαν την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, δεσμεύτηκαν σε έναν παγκόσμιο ελάχιστο εταιρικό φόρο κατά 15%.
Εξέφρασαν επίσης την αισιοδοξία τους για επίτευξη ανάλογης συμφωνίας κατά τη συνάντηση των Υπουργών Οικονομικών και των Κεντρικών Τραπεζιτών της G20.
«Δεσμευόμαστε να φτάσουμε σε μια ισότιμη λύση ως προς την κατανομή των δικαιωμάτων φορολόγησης με τις χώρες να αποκτούν δικαιώματα φορολόγησης τουλάχιστον 20% επί του κέρδους που θα ξεπερνάει ένα περιθώριο 10% για τις μεγαλύτερες και πιο κερδοφόρες πολυεθνικές εταιρείες» τονίζεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.
Προβλέπεται ο συντονισμός μεταξύ της εφαρμογής των νέων διεθνών φορολογικών κανόνων και της κατάργησης όλων των φόρων ψηφιακών υπηρεσιών και άλλων συναφών παρόμοιων μέτρων, σε όλες τις εταιρείες.
Κυβερνητικές πηγές των χωρών της G7 τονίζουν ότι θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι η συμφωνία θα «επικυρωθεί» και στην Κορνουάλη, επομένως το αμέσος επόμενο μεγάλο τεστ είναι τον Ιούλιο.
Στις 9-10 Ιουλίου αναμένεται να πραγματοποιηθεί στη Βενετία η τρίτη συνάντηση των υπουργων Οικονομικών και των Κεντρικών Τραπεζιτών της G20.
Η Ομάδα των Είκοσι γνωστή ως η G20 ή και G-20, είναι ένα διεθνές φόρουμ για τις κυβερνήσεις και τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών από τις 20 μεγάλες οικονομίες.
Τα μέλη του περιλαμβάνουν 19 επιμέρους χώρες-Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιαπωνία, Ιταλία, Ινδία, Ινδονησία, Καναδάς, Κίνα, Μεξικό, Νότια Αφρική, Νότια Κορέα, τη Ρωσία, τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία, και την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Η ΕΕ εκπροσωπείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Και το μεγάλο «ραντεβού» αναμένεται τον Οκτώβριο, οπότε έχει προγραμματιστεί η Σύνοδος Κορυφής της G20 στην Ιταλία.
Συζητήσεις επίσης διεξάγονται και στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ.


Latest News

Σχέδιο αναθέρμανσης της ναυπηγικής βιομηχανίας στις ΗΠΑ
Το 0,2% του συνολικού εμπορικού στόλου παγκοσμίως ναυπηγείται στις ΗΠΑ έναντι του 74% που κατασκευάζεται στην Κίνα

Ένας τυλιγμένος με επιδέσμους αετός στο εξώφυλλο του Economist - «Η νέα τάξη πραγμάτων του Ντον»
Νέο αιχμηρό πρωτοσέλιδο από τον Economist

Μειώθηκαν 1,9% οι ταξινομήσεις αυτοκινήτων στο α΄ τρίμηνο - 1 στα 3 υβριδικό
Το μερίδιο αγοράς για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα με μπαταρία ανήλθε στο 15,2% το πρώτο τρίμηνο του 2025, πολύ μακριά από το αναμενόμενο

ΗΠΑ: Χαμηλό 45 ετών για την καταναλωτική εμπιστοσύνη – Πέφτει για τέταρτο συνεχόμενο μήνα
Οι καταναλωτές στις ΗΠΑ «βλέπουν» δυσοίωνες προοπτικές για την οικονομία, με τους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών να είναι σχεδόν 3 φορές πιο απαισιόδοξοι από τους Ρεπουμπλικανούς

Λαγκάρντ (ΕΚΤ): Βλέπει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης να κυμαίνεται γύρω στο στόχο του 2%
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε πάντως ότι η υψηλή αβεβαιότητα καθιστά αδύνατο να δοθούν σαφή μηνύματα για τα επιτόκια

Οι ΗΠΑ κάνουν πόλεμο, η ΕΕ κάνει συμφωνίες - Ποιες προχωρούν και ποιες «κολλάνε»
Απέναντι στην επιθετική εμπορική πολιτική των ΗΠΑ, η ΕΕ αντιπαραθέτει τη σύναψη συμμαχιών σχεδόν με όλους όσους ο Τραμπ βρίσκεται σε πόλεμο

Μεγάλο deal ετοιμάζει η Toyota - Πρόταση εξαγοράς της Toyota Industries έναντι 42 δισ.
Η Toyota Industries, η οποία κατασκευάζει ανταλλακτικά για την αυτοκινητοβιομηχανία

Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι μίλησε με τον Σι αλλά το Πεκίνο διαψεύδει - «Κλείσαμε 200 εμπορικές συμφωνίες»
Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα θα ανακοινωθούν πολλές εμπορικές συμφωνίες

Χόλτσμαν (ΕΚΤ): Αποπληθωριστικές εως τώρα οι πιέσεις των δασμών στην ΕΕ
Το «γεράκι» της ΕΚΤ, Ρόμπερτ Χόλτσμαν, δήλωσε ότι συμφωνεί με την Κριστίν Λαγκάρντ ως προς το ότι οι δασμοί ήταν αποπληθωριστικοί έως τώρα στην ΕΕ

Οι δασμοί στα εισαγόμενα φάρμακα θα αυξήσουν τις τιμές τους στις ΗΠΑ κατά 51 δισ. δολ. ετησίως
Οι ΗΠΑ εισήγαγαν το 2023 φαρμακευτικά προϊόντα συνολικής αξίας 203 δισεκατομμυρίων δολαρίων απο την Ευρώπη