«Μην πείτε στη μάνα μου ότι είμαι στη διαφήμιση: νομίζει ότι είμαι πιανίστας σε οίκο ανοχής», είχε γράψει ένας ευφυής και μπαρουτοκαπνισμένος άνθρωπος της επικοινωνίας και των μηνυμάτων, ο Jacques Séguéla, θέλοντας να μοιραστεί τη δυσκολία που είχε να εξηγήσει τι δουλειά κάνει.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον επαγγελματία που ασκεί το επάγγελμα του lobbyist. Η λέξη lobbying διεκδικεί περίοπτη θέση στο λεξικό των παρεξηγημένων λέξεων και όρων. Οι απανταχού λαϊκιστές ηδονίζονται να τη χρησιμοποιούν αρνητικά. Μέσα στο σκοτάδι τους; Μάλλον όχι. Σκοπίμως, προφανώς, γιατί κάτι τέτοιο φαίνεται να εξυπηρετεί απλώς ιδεολογικές αγκυλώσεις.

Πέραν από την παρωχημένη ξύλινη γλώσσα, θα ήταν χρήσιμο να διευκρινιστεί ότι, σε όλο τον κόσμο, υπάρχει μια κατηγορία επαγγελματιών, οι οποίοι ασκούν το επάγγελμα του lobbyist. Δεν έχω κανέναν ενδοιασμό να αποδεχθώ την ευρέως διαδεδομένη αυτή περιγραφή. Θα προτιμούσα, ωστόσο, για λόγους πληρέστερης απόδοσης του περιεχομένου του επαγγέλματος, την περιγραφή «επαγγελματίας δημοσίων/εταιρικών υποθέσεων» («public/corporate affairs»).

Το lobbying δεν είναι επιστήμη. Μάλλον τέχνη είναι, ένα ψηφιδωτό, το οποίο ένας καλός επαγγελματίας δημοσίων/εταιρικών υποθέσεων – ένας lobbyist – καλείται να βάλει σε τάξη και να συνθέσει πολλές και διαφορετικές ψηφίδες, με στόχο, στρατηγική και σχέδιο δράσης. Και όλα αυτά, βασιζόμενος στην πρότερη βαθιά γνώση της λειτουργίας της πολιτικής, εν γένει, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Να γνωρίζει, δηλαδή, τόσο τους διαδρόμους όσο και τις διαδρομές της πρωτεύουσας «της χώρας που γνωρίζει καλύτερα», αλλά και των Βρυξελλών. Με άλλα λόγια, η άσκηση των δημοσίων/εταιρικών υποθέσεων δεν είναι μια θεωρητική δραστηριότητα, αλλά εξελίσσεται, εξ ορισμού σχεδόν, στο πεδίο.

Αν επιχειρούσε κανείς να δώσει έναν ορισμό, θα έλεγε ότι ως lobbying ορίζεται κάθε συστηματικό και δομημένο σύνολο δραστηριοτήτων/ενεργειών εκ μέρους επαγγελματιών δημοσίων/εταιρικών υποθέσεων, οι οποίες αποσκοπούν στον άμεσο ή έμμεσο επηρεασμό μιας διαδικασίας απόφασης ενόψει της θέσπισης ενός νομοθετήματος/μιας ρυθμιστικής πράξης ή της εφαρμογής τους. Μπορεί ο ορισμός αυτός να ηχεί ως γενικός – και είναι – και να διαφέρει από άλλους εμπειρικούς ορισμούς. Σε όλους τους ορισμούς, όμως, ως lobbying χαρακτηρίζεται η προώθηση συμφερόντων εκ μέρους ενός φυσικού προσώπου/εταιρείας/ένωσης/δημόσιου φορέα ενόψει ενός νομοθετήματος. Σήμερα, το lobbying είναι υπόθεση επαγγελματιών και ασκείται από στελέχη εντός ενός οργανισμού, επικουρούμενα και από εξειδικευμένους συμβούλους.

Σύμφωνα με κάποιους, το lobbying είναι μια πρακτική που επιτρέπει την υπερίσχυση του ιδιωτικού έναντι του δημοσίου συμφέροντος. Ο lobbyist ασκεί, λένε, επιρροή στον εκλεγμένο αντιπρόσωπο και επιτυγχάνει μη δικαιολογημένα οφέλη για τον ίδιο ή τους πελάτες του. Σε αυτή την οπτική, το lobbying προσλαμβάνεται ως αθέμιτη επιρροή ή διαφθορά.

Σύμφωνα με άλλους, το lobbying συνιστά μια εργασία πληροφόρησης, αφού οι λαμβάνοντες τις αποφάσεις δεν μπορούν να γνωρίζουν τα πάντα και οι lobbyists συμβάλλουν στην καλύτερη κατανόηση των θεμάτων, συμμετέχοντας εμμέσως στη νομοθετική διαδικασία.

Αυτή την τελευταία θεώρηση υιοθετεί και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ορίζει το lobbying ως νόμιμο μέρος του δημοκρατικού συστήματος, ανεξαρτήτως αν αυτό ασκείται από ιδιώτες ή εταιρείες, την κοινωνία πολιτών ή από επαγγελματίες του lobbying.

Η συζήτηση περί lobbying είναι επίκαιρη και στην Ελλάδα, μιας και το αρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών ετοιμάζει σχέδιο νόμου για τη ρύθμιση του lobbying. Η πρωτοβουλία είναι ώριμη και στον σωστό χρόνο. Ίσως δε είναι από τις λίγες φορές, όπου τα ρυθμιζόμενα υποκείμενα, δηλαδή οι επαγγελματίες των δημοσίων/εταιρικών υποθέσεων, είναι και οι επισπεύδοντες, μιας και αντιλαμβάνονται από πρώτο χέρι ότι, σε αυτή τη δουλειά, απαιτείται να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι και να θεσπιστούν κανόνες διαφάνειας, σύμφωνα όμως με τα πραγματικά δεδομένα της αγοράς και χωρίς αναποτελεσματικούς μαξιμαλισμούς – όπως, λ.χ., στον νόμο για το «πόθεν έσχες».

Το υπό επεξεργασία σχέδιο νόμου δίνει την ευκαιρία στην Ελλάδα να πρωτοπορήσει, θεσπίζοντας αποτελεσματικό και ρεαλιστικό κανονιστικό πλαίσιο για την άσκηση του lobbying. Πρόκειται για ένα σύνθετο εγχείρημα, το οποίο δεν έχει στεφθεί πουθενά από πλήρη επιτυχία, ούτε στα ευρωπαϊκά όργανα ούτε στα κράτη – μέλη της Ε.Ε. Οι εμπειρίες, όμως, και τα διδάγματα είναι πλέον τόσο πολλά, που η Ελλάδα μπορεί να τα χρησιμοποιήσει, ώστε να καταλήξει σε υποδειγματική νομοθεσία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

O Ανδρέας Γιαννόπουλος είναι διευθύνων σύμβουλος Public Affairs and Networks

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion