Η συζήτηση γύρω από τη δημιουργία ευρωπαϊκών επιχειρηματικών ομίλων που θα μπορούν να κοιτάξουν… στα μάτια τους διεθνείς ανταγωνιστές τους, κυρίως τους Αμερικανούς και τους Κινέζους, δεν είναι καινούρια. Η υπόθεση των αποκαλούμενων «Ευρωπαίων πρωταθλητών» έχει, άλλωστε, προκαλέσει πολλάκις έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις στην ΕΕ.

Μια τέτοια περίπτωση, ίσως από τις πιο γνωστές, ήταν αυτή που αφορούσε στη συγχώνευση μεταξύ δύο «γιγάντων» στον κλάδο των σιδηροδρόμων: Της γερμανικής Siemens και της γαλλικής Alstom. Όπως ίσως θυμούνται αρκετοί, τον Φεβρουάριο του 2019, οι Βρυξέλλες «μπλόκαραν» τη συμφωνία, θεωρώντας ότι παραβιάζει τις αρχές του ελεύθερου ανταγωνισμού – προκαλώντας, έτσι, θύελλα αντιδράσεων κατά της τότε αρμόδιας Επιτρόπου, Μαργκρέτ Βεστάγκερ.

Αν και το συγκεκριμένο deal ανήκει πλέον στο παρελθόν (χωρίς να αποκλείεται να επανέλθει κάποια στιγμή στην επικαιρότητα), η υπόθεση δεν έχει ξεχαστεί. Πολύ περισσότερο καθώς, ένα σχεδόν χρόνο αργότερα, βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος η δημιουργία ενός άλλου «πρωταθλητή», αυτή τη φορά στον τομέα των ναυπηγείων, με τη συγχώνευση της ιταλικής Fincantieri και της γαλλικής Chantiers de l’Atlantique – η οποία συνάντηση επίσης αντιδράσεις από τις αρμόδιες αρχές και, τελικώς, ναυάγησε.

Νέος γύρος αντιπαράθεσης

Όλα δείχνουν, για του λόγου το αληθές, ότι ήδη έχει ξεκινήσει ένας νέος γύρος αντιπαράθεσης, από την έκβαση του οποίου θα κριθούν πολλά. Κι αυτό διότι η Κομισιόν έχει ήδη ξεκινήσει (και αναμένεται να δημοσιοποιήσει εντός των επόμενων εβδομάδων) την πρότασή της για αναθεώρηση των κανόνων οι οποίοι θα διέπουν τις εξαγορές και συγχωνεύσεις στην Ενιαία Αγορά της ΕΕ. Σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει ένα νέο τοπίο, προσαρμοσμένο στα νέα δεδομένα, με τον συγκερασμό των διαφορετικών απόψεων.

Αυτό, όμως, δεν θα είναι ούτε απλό ούτε εύκολο, ενώ αρκετοί θεωρούν πως δεν είναι καν εφικτό. Η αλήθεια δε είναι ότι μια εξέλιξη των τελευταίων ημερών ενισχύει την παραπάνω εκτίμηση και τα επιχειρήματά της.

Η επιστολή των «6»

Πρόκειται για την επιστολή που απηύθυναν προς τις Βρυξέλλες έξι κράτη-μέλη της ΕΕ, απαιτώντας ουσιαστικά να μην υπάρξει ουδεμία χαλάρωση των κανόνων περί ελεύθερου ανταγωνισμού και αποτροπής δημιουργίας μονοπωλιακών καταστάσεων στην αγορά – και μάλιστα, με τη βοήθεια κρατικών επιδοτήσεων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπογράφοντες αντιπροσωπεύουν χώρες που συγκαταλέγονται στις «μεσαίες» δυνάμεις της Ευρώπης, από άποψη οικονομίας τουλάχιστον. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για την Ολλανδία, τη Δανία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία, την Ιρλανδία και τη Ρουμανία.

Η σύνθεση της ομάδας δεν είναι τυχαία. Εξάλλου, ακριβώς αυτές είναι οι χώρες που φοβούνται ότι εάν γίνου δεκτές οι απαιτήσεις που προβάλλουν Βερολίνο και Παρίσι, τότε οι δικές τους «εθνικές» επιχειρήσεις θα κινδυνεύσουν με εξαφάνιση ή, στην καλύτερη περίπτωση, με απορρόφηση σε πανευρωπαϊκούς ομίλους στους οποίους θα έχουν ελάχιστο ή καθόλου λόγο.

«Η χαλάρωση των κανόνων, όπως προτείνουν ορισμένοι, δεν είναι ο ορθός τρόπος για να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις. Θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει σε αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά στον ανταγωνισμό, τις αγορές και την ανάπτυξη στην Ενιαία Αγορά, όπως επίσης και να πυροδοτήσει ένα επιβλαβή ανταγωνισμό για τις κρατικές επιδοτήσεις, που ωφελεί λίγους και πλήττει πολλούς», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι «6».

Αφήνουν, έτσι, σαφέστατες αιχμές τόσο κατά συγκεκριμένων μελών της Κομισιόν όσο και, κυρίως, σε βάρος Γερμανών και Γάλλων, οι οποίοι είναι προφανές – λόγω οικονομικού μεγέθους και όχι μόνο – ότι θα έχουν τον πρώτο λόγο σε περίπτωση που υπάρξει ένα νέο καθεστώς, το οποίο θα ευνοεί τη δημιουργία «Ευρωπαίων πρωταθλητών» σε διάφορους κλάδους.

«Δεν μπορούμε να θέσουμε σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα και την πολιτική ανεξαρτησία» των ευρωπαϊκών αρχών για τον ανταγωνισμό, δήλωσε πρόσφατα ο Ολλανδός υπουργός, Στεφ Μπλοκ.

Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη;

Θα μπορούσε κανείς να παραδεχτεί, από αυτή την άποψη, ότι οι ενστάσεις των «6» είναι εύλογες και δικαιολογημένες. Ο ανταγωνισμός έχει, όμως, και μια δεύτερη πλευρά, που δεν τους ευνοεί.

Ενώ, δηλαδή, μπορεί να έχουν δίκιο όσον αφορά τους όρους λειτουργίας της ευρωπαϊκής Ενιαίας Αγοράς, οι συσχετισμοί σήμερα δεν κρίνονται κυρίως εντός της, αλλά στην παγκόσμια «αρένα». Κι εκεί είναι προφανές πως, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν μπορούν να σταθούν από μόνες τους όρθιες ούτε οι γερμανικές, ούτε οι γαλλικές, ούτε οι ολλανδικές, ούτε άλλης εθνικότητας επιχειρήσεις.

Πρακτικά, λοιπόν, η Κομισιόν καλείται να λύσει ένα Γόρδιο Δεσμό. Οι επιλογές που θα γίνουν και οι αποφάσεις που θα ληφθούν έχουν, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, άμεση σχέση με την κατεύθυνση που θα πάρει η ΕΕ τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες.

Με άλλα λόγια, ιδού το δίλημμα: Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη; Η πρώτη επιλογή απαιτεί κάποιες επώδυνες θυσίες για το κεφάλαιο, ειδικά τους μεσαίους και αδύναμους. Η δεύτερη συνεπάγεται κόστος γι’ αυτό που δεν μπορεί ακόμη να υπολογιστεί – και σίγουρα απώλεια θέσεων στον διεθνή καταμερισμό.

Όσο για τις απόψεις και τις ανάγκες των εργαζομένων στο ένα και το άλλο σενάριο, μάλλον είναι το τελευταίο που απασχολεί αυτή τη στιγμή τις Βρυξέλλες και τις κυβερνήσεις των «27»…

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή