Προτάσσω μερικές ακόμα απογοητευτικές διαπιστώσεις ερευνών ελληνικών και διεθνών οργανισμών για τις αναποτελεσματικές ελλιπείς  και μη επαρκείς  κοινωνικές μεταβιβάσεις στην Ελλάδα, εξαιτίας κυρίως των χαλαρών διαδικασιών και των τρόπων που χορηγούνται, όπως αναλύονται στη συνέχεια:

-Εάν, σύμφωνα με μελέτη του  ΟΟΣΑ, η επιλογή των δικαιούχων για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, γινόταν τότε, το 2013,  µε βάση το πραγµατικό και όχι το δηλωθέν εισόδηµα των αιτούντων, ώστε να αποκλείονται όσοι ψευδώς εµφανίζονται να πληρούν τα εισοδηµατικά κριτήρια λόγω απόκρυψης του πραγµατικού εισοδήµατος, ο αριθµός των δικαιούχων εκτιµάται ότι θα µειωνόταν σε 754.269 άτοµα (ή 7% του πληθυσµού) και το κόστος σε 681 εκατ. ευρώ (ή 0,4% του ΑΕΠ) από 980 εκατ. ευρώ!!!

-Από έρευνα πάλι του ΟΟΣΑ , η οποία κατέγραψε τις αντιλήψεις των πολιτών σε 21 χώρες για την κοινωνική πολιτική, το 73-79% των Ελλήνων θεωρούσε το 2018 ότι η εισοδηματική ενίσχυση  από το κράτος σε διάφορες περιπτώσεις απώλειας εισοδήματος (π.χ. ανεργία, αναπηρία κ.λπ.) δεν είναι επαρκής, ενώ κατά μέσο όρο στις 21 συμμετέχουσες χώρες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 44% και 61% κατά περίπτωση εισοδηματικής απώλειας

-Δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα ώστε οι περιορισµένες κοινωνικές δαπάνες να γίνουν πιο αποτελεσµατικές, δίνοντας προτεραιότητα στην εξάλειψη ακραίων φαινοµένων φτώχειας σε οικογένειες µε παιδιά και χωρίς κανέναν εργαζόµενο, χωρίς επίδοµα ανεργίας ή άλλη εισοδηµατική ενίσχυση και συχνά χωρίς πρόσβαση στην κοινωνική ασφάλιση.

-Περίπου 3.000.000 δηλώνουν εισόδημα  έως 8.000 ευρώ!

-Κατά την πιλοτική του εφαρμογή το Εγγυημένο Κοινωνικό Εισόδημα ήταν εμφανής η πλήρης απουσία ατομικών περιουσιακών στοιχείων, καταθέσεων και εισοδήματος, άνεργοι ήταν 58%, μισθωτοί 4,4%, εποχικά εργαζόμενοι 5,7% και περιστασιακά εργαζόμενοι 4,3%, άγαμοι 57,5%, έγγαμοι 27,6%, οι διαζευγμένοι 10,8%, 86% Έλληνες, 7,1 από την ΕΕ και 6,9 από Τρίτες Χώρες, το 81% δήλωσε εισόδημα έως ένα ευρώ, το 58% δήλωσε μηδενικό πραγματικό εισόδημα και το το 74% μηδενική αξία ακίνητης περιουσίας!

-Το 27,8% των νοικοκυριών δηλώνουν εισόδημα μόνο από κοινωνικές παροχές!!!

———————————————————————————————-

Ο τίτλος  ρεπορτάζ «Βρέχει  λεφτά αυτή την εβδομάδα», ο οποίος συνόδευε ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τον προγραμματισμό της καταβολής κατά την εβδομάδα 27-31 Δεκεμβρίου των πυκνών ενισχύσεων, παροχών και επιδομάτων  (προκαταβολή σύνταξης Ιανουαρίου, έκτακτο επίδομα 250 ευρώ σε χαμηλοσυνταξιούχους, δικαιούχους αναπηρικού επιδόματος ΟΠΕΚΑ και ανασφάλιστους υπερήλικες καθώς και η πληρωμή των τακτικών επιδομάτων  και πολλά άλλα)  σε  2,6 εκατ. δικαιούχους ποσού 645,4 εκατ. ευρώ, με  προβλημάτισε πάλι ξανά για τρεις λόγους.

Κατ΄αρχάς, οι νέες αυτές κοινωνικές παροχές, ενώ είναι περιορισμένες σε σχέση με αντίστοιχες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν είναι αποτελεσματικές με βάση τον τρόπο, τη διαδικασία με την οποία χορηγούνται. Ύστερα, με έκανε  να μη λάβω στα σοβαρά τη “διαπίστωση” του αναπληρωτή υπουργού  Οικονομικών Θόδωρου Σκυλακάκη πριν από μερικές ημέρες στη Βουλή ότι δεν “υπάρχει λεφτόδεντρο” στην Ελλάδα! Διότι, αν δεν είχε καλλιεργηθεί αυτή η εντύπωση δεν θα στηνόταν  στη χώρα μας από πολλά “καλά παλικάρια”  το γνωστό “πανηγύρι” ευθύς μετά το άκουσμα για καταβολές ενισχύσεων,  επιδομάτων, προνοιακών επιδομάτων, εθνικής σύνταξης, επιχορηγήσεων, επιδοτήσεων και άλλων παροχών από πάντα άδεια σημόσια τραμεία, όπως έχει καταγγελθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος, διεθνείς οργανισμούς και Έλληνες ειδικούς επιστήμονες και  συγγραφείς. Ακόμα, με απογοήτευση διαπιστώνω ότι κάπως έτσι, δηλαδή με τη μορφή επιδομάτων, επίδοτήσεων, επιχορηγήσεων των πάντων και “δια πάσαν νόσον ή … κρατικήν φιλανθρωπίαν” σε βάρος των φορολογουμένων “φαγώθηκαν” από το 1981 έως σήμερα  περίπου 650 δισ. ευρώ από 1,2 τρισ. ευρώ που εισέρευσαν στα δημόσια ταμεία με τη μορεφή άμεσων και έμμεσων φόρων!

Ναι, δεν είναι λάθος! Από τους άμεσους και έμμεσους φόρους  1,2 τρισ. ευρώ που πλήρωσαν οι Έλληνες φοεολογούμενοι από το 1981 έως το 2021, δ’οθηκαν για επιδόματα, επίχορηγήσεις, επιδοτήσεις κι άλλες … “φιλανθρωπίες”  περίπου 650 δισ. ευρώ, χωρίς να έχουν κανένα, μα κανένα παραγωγικό αποτέλεσμα, κανένα αναπτυξαικό πολλαπλασιαστή!!!

Και προς  άρση κάθε παρεξήγησης σπεύδω να σημειώσω ότι η Τράπεζα της Ελλάδος, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η Παγκόσμια Τράπεζα και  ειδικοί επιστήμονες  στο σημείο αυτό εστιάζουν την κριτική κυρίως στην απογοητευτική διαπίστωση ότι ένα μέρος των μεταβιβάσεων αυτών δεν πηγαίνει σε πραγματικούς δικαιούχους! Παραθέτω μερικές διαπιστώσεις και προτάσεις μελετών για το θέμα αυτό:

-Σύµφωνα µε παλαιότερη  µελέτη της Παγκόσµιας Τράπεζας, η καθολική εφαρµογή του ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος το 2013 στην Ελλάδα θα µπορούσε να αυξήσει το εισόδηµα περίπου 1.200.000 ατόµων (ή 11% του πληθυσµού) µειώνοντας το χάσµα της φτώχειας κατά το 1/3. Το δηµοσιονοµικό κόστος εκτιµήθηκε σε 980 εκατ. ευρώ, δηλαδή 0,5% του ΑΕΠ ή περίπου 2,5% των κοινωνικών δαπανών. Tο κόστος αυτό θα µπορούσε να µειωθεί µε την αποτελεσµατικότερη αντιµετώπιση της φοροδιαφυγής και να χρηµατοδοτηθεί µέσω επανασχεδιασµού των υφιστάµενων κοινωνικών µεταβιβάσεων.

– Εάν, σύμφωνα με μελέτη του  ΟΟΣΑ, η επιλογή των δικαιούχων γινόταν τότε, το 2013,  µε βάση το πραγµατικό και όχι το δηλωθέν εισόδηµα των αιτούντων, ώστε να αποκλείονται όσοι ψευδώς εµφανίζονται να πληρούν τα εισοδηµατικά κριτήρια λόγω απόκρυψης του πραγµατικού εισοδήµατος, ο αριθµός των δικαιούχων εκτιµάται ότι θα µειωνόταν σε 754.269 άτοµα (ή 7% του πληθυσµού) και το κόστος σε 681 εκατ. ευρώ (ή 0,4% του ΑΕΠ)!!!

-Από έρευνα πάλι του ΟΟΣΑ , η οποία κατέγραψε τις αντιλήψεις των πολιτών σε 21 χώρες για την κοινωνική πολιτική (βλ. OECD (2019), “Risks that Matter: Main Findings from the 2018 OECD Risks that Matter Survey,” www.oecd.org/social/risks-that-matter.htm), το 73-79% των Ελλήνων θεωρούσε το 2018 ότι η εισοδηματική ενίσχυση που δύναται να εισπράξει από το κράτος σε διάφορες περιπτώσεις απώλειας εισοδήματος (π.χ. ανεργία, αναπηρία κ.λπ.) δεν είναι επαρκής, ενώ κατά μέσο όρο στις 21 συμμετέχουσες χώρες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 44% και 61% κατά περίπτωση εισοδηματικής απώλειας. Επίσης, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, έντονο είναι και το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας, καθώς το 78% των Ελλήνων πιστεύει ότι υπηρεσίες και επιδόματα απολαμβάνουν πολίτες, οι οποίοι δεν τα δικαιούνται στην πραγματικότητα.

2.900.000 φορολογούμενοι δηλώνουν εισόδημα έως 8.000 ευρώ

Αυτές οι διαπιστώσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΟΣΑ επιβεβαιώνονται πλήρως από τα επίσημα  Στατιστικά Στοιχεία Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημόσιων Εσόδων (ΑΑΔΕ), από την εξέταση των οποίων προκύπτουν τα ακόλουθα:

Πρώτον, πάνω από 220.000 δηλώνουν εισόδημα έως … 1.000 ευρώ, που σημαίνει ότι όλοι αυτοί είναι φτωχοί και, συνεπώς, “δικαιούχοι” όλων των επιδομάτων!

Δεύτερον,  περίπου 3.000.000 δηλώνουν εισόδημα  έως 8.000 ευρώ!

Τρίτον, έως 8.000 ευρώ  εισόδημα δηλώνουν περίπου 500.000 που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, που σημαίνει ότι όλοι αυτοί «πρέπει» να ενισχύονται με όλα τα επιδόματα!

Τέταρτον, πάνω από 300.000 μισθωτοί δηλώνουν εισόδημα έως 8.000 ευρώ!

Επίσης, από τα ίδια στοιχεία κοινωνικής πολιτικής επιβεβαιώνεται η διαπίστωση μελετών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), της Τράπεζας της Ελλάδος και της ΓΣΕΒΕΕ ότι δεν έχει γίνει η αναγκαία αξιολόγηση της αποτελεσµατικότητας των µέτρων για την αντιµετώπιση της φτώχειας και της ανθρωπιστικής κρίσης στη χώρα μας. Δηλαδή, δεν έχουν ληφθεί τα αναγκαία μέτρα ώστε οι περιορισµένες κοινωνικές δαπάνες να γίνουν πιο αποτελεσµατικές, δίνοντας προτεραιότητα στην εξάλειψη ακραίων φαινοµένων φτώχειας σε οικογένειες µε παιδιά και χωρίς κανέναν εργαζόµενο, χωρίς επίδοµα ανεργίας ή άλλη εισοδηµατική ενίσχυση και συχνά χωρίς πρόσβαση στην κοινωνική ασφάλιση. Προς αυτή την κατεύθυνση στηρίζονταν πολλές ελπίδες στην καθολική εφαρµογή του ελάχιστου εγγυηµένου εισοδήµατος, αλλά δυστυχώς από την πρώτη ακόμα πιολοτική εφαρμογή του διαπιστώθηκε ότι ένα μεγάλος μέρος της δαπάνης πήγε σε αλλότριες κατευθύνσεις., όπως ήδη αναφέρθηκε.

Αποκαλυπτικές οι διαπιστώσεις του καθηγητή Κων. Δημουλά

Αποκαλυπτικό και συνάμα καταγγελτικό είναι, μεταξύ άλλων, το άρθρο του επίκουρου καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντίνου Δημουλά με τίτλο «Η εφαρμογή του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης στην Ελλάδα», που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Κοινωνική Πολιτική» (Επιστημονική Εταιρεία Κοινωνικής Πολιτικής -2017), όπου πέρα από το ιστορικό με τις τρεις αποτυχημένες προσπάθειες εισαγωγής στη χώρα μας, παρουσιάζει πολλά στοιχεία και διαπιστώσεις από την εφαρμογή του ως αναπόσπαστου μέρος των υποχρεώσεων της χώρας απέναντι στους δανειστές της. Ειδικότερα, σχολιάζοντας τα κριτήρια  και τις βασικές προϋποθέσεις ( νόμιμη και σταθερή διαμονή, ύψος κινητής και ακίνητης περιουσίας, ετήσιο πραγματικό εισόδημα κλπ) για την επιλογή των δικαιούχων του προγράμματος και τις παρενέργειές τους στην αποτελεσματικότητα του προγράμματος, διαπιστώνει τα ακόλουθα εξωφρενικά:

-Ενισχύθηκαν κυρίως όσοι εργάζονται σε αδήλωτες εργασίες, είναι αυτοαπασχολούμενοι ή αγρότες, η μέλη οικογενειών των παραπάνω επαγγελματικών δραστηριοτήτων σε βάρος των μισθωτών και των ανέργων.

-Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία το οικογενειακό εισόδημα των αγροτών σε ποσοστό 85% ήταν κάτω των 4.000 ευρώ και συνεπώς είναι επιλέξιμη μονάδα. Αντίθετα, ένα ζευγάρι ανέργων που τον προηγούμενο χρόνο επιδοτήθηκε για 12 μήνες (ανώτατο όριο) με το βασικό επίδομα ανεργίας και για τα δύο άτομα έχει, στην καλύτερη περίπτωση, συνολικό εισόδημα πάνω του κατωφλιού φτώχειας και δεν λαμβάνει την εισοδηματική ενίσχυση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.

 -Προβλέφθηκε η διενέργεια κοινωνικής έρευνας και η πραγματοποίηση επιτόπιων επισκέψεων από αρμόδιους κοινωνικούς λειτουργούς των κοινωνικών υπηρεσιών των δήμων και η κατάρτιση σχεδίων δράσης για την ένταξη των δικαιούχων κατά τη διακριτική τους ευχέρεια, δυνατότητα που είχε πολύ περιορισμένη πρακτική αξία εξαιτίας των μεγάλων ελλείψεων των δημοτικών υπηρεσιών σε στελέχη κοινωνικής πολιτικής και σε κοινωνικούς λειτουργούς

-Κατά την πιλοτική εφαρμογή του Εγγυημένου Κοινωνικού Εισοδήματος καταδείχθηκαν άλλη μία φορά οι ανεπάρκειες και η διοικητική αδυναμία της κοινωνικής διοίκησης τόσο στο εθνικό όσο και το τοπικό επίπεδο.

-Οι περισσότερες από τις 32.048 αιτήσεις (εκ των οποίων το 37,7% έγιναν από γυναίκες και το 62,3% από άντρες) υποβλήθηκαν από τους ίδιους τους αιτούντες με τη συνδρομή φίλων ή λογιστών, με συνέπεια να παρουσιαστεί σωρεία λαθών, ενώ το κεντρικά ελεγχόμενο ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής «έπεφτε, πολύ συχνά, εκτός λειτουργίας» με αποτέλεσμα να εντείνονται τα λάθη και να εμφανίζονται πολλά κενά ή λανθασμένα στοιχεία στα στοιχεία που δηλώνονταν στις αιτήσεις.

-Συνολικά από τα ΚΕΠ συμπληρώθηκε μόλις το 2% των αιτήσεων και από τους δήμους το 13,4%(Καμινιώτη, 2015) ενώ παρατηρήθηκαν πολύ μεγάλες αποκλίσεις στα χαρακτηριστικά των αιτούντων από δήμο σε δήμο, όπως είναι η διαφοροποίηση σε Έλληνες και υπηκόους .

-Στην πράξη, οι περισσότερες αιτήσεις έγιναν από τους λογιστές των αιτούντων ή με την υποστήριξη δημοτικών υπαλλήλων και αιρετών εκπροσώπων στην τοπική αυτοδιοίκηση και η ακρίβεια των στοιχείων, εκτός αυτών που είναι καταγεγραμμένα στις φορολογικές αρχές και την ΗΔΙΚΑ, είναι αμφιλεγόμενη.

 -Τελικά, μετά τη διεξαγωγή των ηλεκτρονικών διασταυρώσεων και των επιτόπιων ερευνών εγκρίθηκαν οι αιτήσεις 19.574 (64%) δικαιούχων, από τις οποίες αυτές των μεταναστών(κυρίως από Αλβανία) κάλυψαν μόλις το 48,7% των αντίστοιχων αρχικών αιτήσεων εξαιτίας της αδυναμίας τους να προσκομίσουν τα αναγκαία τυπικά έγγραφα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους Έλληνες ανήλθε το 86% (Γαβρόγλου, 2015 Χαρίσης, 2015).

 -Πολύ περιορισμένη είναι, επίσης, η συμμετοχή αναπήρων και ατόμων που ανήκουν σε άλλες ευάλωτες ομάδες(π.χ. άστεγοι), όπως και η συμμετοχή τους στο δεύτερο πυλώνα του προγράμματος(ένταξη σε άλλα προγράμματα κοινωνικής στήριξης). Αξίζει να σημειωθεί ότι, στην απασχόληση μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς εργασίας εντάχθηκαν συνολικά μόλις 30 άτομα, καταδεικνύοντας την πλήρη αδυναμία εφαρμογής των προβλεπόμενων δράσεων, πέρα από αυτή της εισοδηματικής ενίσχυσης(Χαρίσης, 2015)”

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία δύο πινάκων που παραθέτει ο Δημουλάς από τα οποία προκύπτουν οι ακόλουθες μελαγχολικές διαπιστώσεις

-‘Ηταν εμφανής η πλήρης απουσία ατομικών περιουσιακών στοιχείων, καταθέσεων και εισοδήματος.

-Με βάση την οικογενειακή κατάσταση: Άγαμοι 57,5%, έγγαμοι 27,6%, διαζευγμένοι 10,8%, σε διάσταση 0,1%.

-Με βάση την κατάσταση απασχόλησης: Άνεργος 58%, μισθωτός 4,4%, εποχικά εργαζόμενος 5,7%, περιστασιακά εργαζόμενος 4,3%.

-Με βάση την υπηκοότητα: Έλληνες 86%, Πολίτες ΕΕ 7,1%, Τρίτες χώρες 6,9%

-Με βάση την οικονομική κατάσταση: Το 81% δήλωσε εισόδημα έως ένα ευρώ, το 58% δήλωσε μηδενικό πραγματικό εισόδημα και το το 74% μηδενική αξία ακίνητης περιουσίας!

Και ο κ. Δημουλάς επισημαίνει, με βάση όλα αυτά, μεταξύ άλλων, τα εξής: “Τα προβλήματα που εντοπίστηκαν κατά την αξιολόγηση της πιλοτικής εφαρμογής του Εγγυημένου Κοινωνικού Εισοδήματος το 2015 ανέδειξαν την ανάγκη τροποποίησης των όρων του προγράμματος κατά τη γενίκευσή του σε όλη την επικράτεια. Επιπρόσθετα, η αξιολόγηση της Παγκόσμιας Τράπεζας επικεντρώθηκε στην αντιμετώπιση της απάτης από μέρους των δικαιούχων, το βαθμό κάλυψης των ευάλωτων ομάδων από το πρόγραμμα και την εύρεση των πόρων χρηματοδότησής του.”

Απογοητευτική η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων

Αλλά, το μείζον πρόβλημα με τα κοινωνικά προγράμματα είναι και η απογοητευτική αναποτελεσματικότητά τους στη μείωση της φτώχειας, δηλαδή η διάθεση τεράστιων ποσών από τα φορολογικά έσοδα χωρίς να πιάνουν τόπο, αφού, όπως πιστεύει το 78% των Ελλήνων κατευθύνονται σε άτομα που δεν τα δικαιούνται.  Εκτιμάται ότι οι συναφείς πόροι θα είχαν μεγαλύτερο κοινωνικό αντίκρυσμα και αναπτυξιακό αποτέλεσμα εάν κατευθύνονταν προς τη συστηματική κάλυψη των κενών προστασίας, όπως την ευρύτερη κάλυψη των ανέργων, την ενίσχυση της απασχόλησης και των κοινωνικών επενδύσεων στους τομείς της παιδείας και της υγείας. Από τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των νοικοκυριών που έχουν ενταχθεί στο Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ,) προκύπτουν οι ακόλουθες διαπιστώσεις:

Το 56,2% των αιτήσεων που έχουν γίνει δεκτές αφορούν μονομελή νοικοκυριά.

-Το 53,0% έχει μηδενικό εισόδημα, ενώ περίπου 70,0% έχει εισόδημα μέχρι 500 ευρώ.

-Το 27,8% των νοικοκυριών δηλώνουν εισόδημα μόνο από κοινωνικές παροχές

-Το 35,9% των δικαιούχων νοικοκυριών δηλώνουν εισόδημα από τόκους καταθέσεων.

-Το 52,5% είναι άνεργοι από τους οποίους το 49,5% είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ, το 18,7% είναι εργαζόμενοι, το 1,3% είναι συνταξιούχοι και το 20,3% είναι παιδιά.

Όλες αυτές οι διαπιστώσεις για την αποτελεσματικότητα των κοινω νικών παροχών στη χώρα μας  γίνονται απογοητευτικότερες  καθώς την ίδια στιγμή  την ανάγκη στήριξης των πολύ χαµηλών εισοδηµάτων, ακόµη και των µισθωτών, επιβεβαιώνει συνοπτική µελέτη του ΟΟΣΑ, σύµφωνα µε την οποία οι αµειβόµενοι µε τις κατώτατες αποδοχές στην Ελλάδα θα έπρεπε, βάσει των δεδοµένων του 2013, να εργάζονται σχεδόν 60 ώρες την εβδοµάδα (µονογονεϊκές οικογένειες µε παιδιά) ή 70 ώρες (4µελείς οικογένειες µε έναν εργαζόµενο και 2 παιδιά) προκειµένου να υπερβούν µια σχετική γραµµή φτώχειας (το 50% της διαµέσου του καθαρού οικογενειακού εισοδήµατος). ∆εδοµένου ότι αυτό δεν είναι ρεαλιστικό, η µελέτη συνιστά στήριξη του εισοδήµατος ή εύρεση απασχόλησης µε υψηλότερες αποδοχές προκειµένου να καταστεί δυνατή η έξοδος από την κατάσταση φτώχειας.

Διαπιστώσεις έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ το 2020 για τη φτώχεια στην Ελλάδα

Ενδιαφέρουσες είναι οι διαπιστώσεις και της έρευνας  της ΕΛΣΤΑΤ με τίτλο “Κίνδυνος Φτώχειας” για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης  των νοικοκυριών το 2020 (με αναφορά στο έτος 2019). Σπαραθέτω μερικά αποτελέσματα της έρευνας αυτής:

-Από τον πληθυσμό ηλικίας 18-64 ετών που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό εκτιμάται ότι το 30,0% είναι Έλληνες και το 52,2% είναι αλλοδαποί που διαμένουν στην Ελλάδα

-Από τον πληθυσμό ηλικίας 18 ετών και άνω που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό εκτιμάται ότι το 27,0% είναι Έλληνες και το 55,7% είναι αλλοδαποί εκτός χωρών της ΕΕ των 28 που διαμένουν στην Ελλάδα.

-Από τους αλλοδαπούς που διαμένουν στην Ελλάδα, ηλικίας 18-64 ετών και βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό το 49,9% γεννήθηκαν σε άλλη χώρα, ενώ το 29,8% είναι αλλοδαποί που γεννήθηκαν και διαμένουν στην Ελλάδα.

-Το 17,7% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας (μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις).

-Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.269 ευρώ ετησίως ανά μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.064 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 8.781 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Χώρας εκτιμήθηκε σε 17.263 ευρώ.

-Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 48,3% ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 23,5% .

-Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 17,7%, δηλαδή τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας κατά 5,8 ποσοστιαίες μονάδες ενώ, εν συνεχεία, οι συντάξεις κατά 24,8 ποσοστιαίες μονάδες.

-Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας κατά 30,6 ποσοστιαίες μονάδες.

-Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 33,5% του συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της Χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 86,7%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 13,3%.

Σημειώνεται ότι κοινωνικά επιδόματα είναι όλα αυτά που ανακοινώθηκαν με τη μορφή “βροχής”, όπως ανέφερα στην αρχή του άρθρου μου, όπως ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, επίδομα θέρμανσης, επίδομα στέγασης, εισοδηματική ενίσχυση οικογενειών ορεινών και μειονεκτικών περιοχών, καθώς και οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα και τέκνα υποχρεωτικής εκπαίδευσης, παροχές παλιννοστούντων, προσφύγων, αποφυλακισμένων, τοξικομανών, Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφαλίστων Υπερηλίκων, βοηθήματα για αντιμετώπιση πρώτων αναγκών ατόμων πληγέντων από σεισμό, πλημμύρα κλπ., τα οικογενειακά επιδόματα, τα επιδόματα/βοηθήματα ανεργίας, τα επιδόματα/βοηθήματα ασθένειας, τα επιδόματα/βοηθήματα αναπηρίας – ανικανότητας και οι εκπαιδευτικές παροχές.

Τράπεζα της Ελλάδος: Τα κοινωνικά επιδόματα στην Ελλάδα μειώνουν λιγότερο τη φτώχεια  από οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ!

Απογοητευτικές είναι οι διαπιστώσεις και της Έκθεσης του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2020 για την αναποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι “συνολικά, ως προς τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής, η περαιτέρω εξέταση των στοιχείων της EU-SILC 2019 αναδεικνύει την ανάγκη για αποτελεσματικότερο και πιο στοχευμένο σχεδιασμό των κοινωνικών μεταβιβάσεων”. Μολονότι διαπιστώνει βελτίωση  της συμβολής των κοινωνικών μεταβιβάσεων το 2019, ωστόσο, συνεχίζει να παρουσιάζει τη μεγάλη διαφορά με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να κάνει προτάσεις  για συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας. Συγκεκριμένα, αναφέρει τα ακόλουθα:

“Αφενός υπάρχουν συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες που αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας: οι άνεργοι (44,9%), οι οικονομικά μη ενεργοί εκτός συνταξιούχων (25,2%), τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά (21%) ―ιδιαίτερα τα μονογονεϊκά (36,9%)― και τα παιδιά ηλικίας έως 17 ετών (21,1%). 25 Αφετέρου, και όχι τυχαία, η κύρια συμβολή της κοινωνικής πολιτικής στη μείωση του ποσοστού φτώχειας προέρχεται από τις συντάξεις26 (25,2 ποσ. μον. έναντι 18,1 ποσ. μον. στην ΕΕ-28), ενώ τα κοινωνικά επιδόματα συνέβαλαν στη μείωση του ποσοστού φτώχειας μόνο κατά 5,3 ποσ. μον. (έναντι 8,3 ποσ. μον. στην ΕΕ-28). Παρατηρείται όμως βελτίωση σε σχέση με την έρευνα των δύο προηγούμενων ετών, όταν η συμβολή των κοινωνικών επιδομάτων στη μείωση του ποσοστού φτώχειας ήταν μικρότερη (δηλ. 4,7 και 3,8 ποσ. μον. το 2017 και το 2016 αντίστοιχα). Η εξέλιξη αυτή συνδέεται και με τον επαναπροσανατολισμό των δαπανών για κοινωνική προστασία από το 2017 και μετά – από δαπάνες γήρατος σε δαπάνες για την οικογένεια και για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Ιδιαίτερα η αναμόρφωση των οικογενειακών επιδομάτων φαίνεται να αποφέρει θετικά αποτελέσματα, καθώς το 2018, σε σχέση με τα στοιχεία της EU-SILC για το έτος 2017, ο κίνδυνος φτώχειας μειώθηκε για τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά και για τα παιδιά. Ωστόσο, παραμένουν σημαντικά κενά προστασίας, π.χ. όσον αφορά τους ανέργους, τα μονογονεϊκά νοικοκυριά ή τα πολύ φτωχά νοικοκυριά, τα οποία θα πρέπει να καλυφθούν με παρόμοια συστηματικό τρόπο. Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση ήταν η θέσπιση από το 2019 του επιδόματος στέγασης (που χορηγείται με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια). Επίσης, θα μπορούσε να μεθοδευθεί η αύξηση της κάλυψης των δικαιούχων του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, καθώς και η αποτελεσματική λειτουργία των συμπληρωματικών κοινωνικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών ενεργοποίησης που υπολειτουργούν. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, μια αύξηση στο ποσό εισοδηματικής ενίσχυσης του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος κατά 25% θα ωφελούσε κυρίως το χαμηλότερο εισοδηματικό δεκατημόριο. Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες του ΟΟΣΑ με υψηλή παιδική φτώχεια.  Η συμβολή των συντάξεων στην εισοδηματική στήριξη των νοικοκυριών αναδεικνύεται και στην πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ “Εισόδημα – δαπάνες νοικοκυριών 2019”, η οποία καταλήγει ότι το 2019 στην Ελλάδα η κύρια πηγή εισοδήματος για το 49,9% των νοικοκυριών ήταν οι συντάξεις. Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας κατά 30,5 ποσ. Μονάδες… “

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion