Η υπόθεση, ή σκάνδαλο των υποκλοπών, (πείτε το όπως θέλετε), μου έφερε στη μνήμη την εμμονή που είχε η Κ.Υ.Π (μετέπειτα ΕΥΠ) να παρακολουθεί τους δημοσιογράφους και γενικότερα τον Τύπο. Οι μυστικοί πράκτορες ήταν ίσως οι συχνότεροι και προσεκτικότεροι αναγνώστες των εφημερίδων και θα σας εξηγήσω γιατί:

Η ΕΥΠ έστελνε, τότε που δεν είχε ακόμα ανακαλυφθεί η ηλεκτρονική δημοσιογραφία, σχεδόν αξημέρωτα τους μυστικούς της πράκτορες στα τυπογραφεία των εφημερίδων και έπαιρναν τα πρώτα φύλα από τις εκτυπωτικές μηχανές, που ακόμα μύριζαν και έβγαζαν μελάνι. Από εκεί αντλούσαν όπως φαινόταν, μερικές πληροφορίες.

Διαβάστε επίσης: Υποκλοπές: Έρευνα της ΑΔΑΕ σε ΕΥΠ, Αντιτρομοκρατική και ΔΙΔΑΠ

Συνήθεια που απέκτησαν επι χούντας, που ήλεγχαν τις εφημερίδες είτε για επιβάλουν λογοκρισία είτε για να τις κλείσουν και να φυλακίσουν τους δημοσιογράφους. (Αν ρωτήσετε τον Γιώργο Ρωμαίο τότε διευθυντή έκδοσης του «Βήματος» έχει να σας πει πολλά για παρακολουθήσεις, συλλήψεις, βασανιστήρια).

Αυτή η εμμονή της χουντικής ΕΥΠ να παρακολουθεί και να κρυφακούει δημοσιογράφους και τους τότε εκδότες, οδήγησε πολλούς από αυτούς στο ΕΑΤ/ΕΣΑ ( όπως τον Σπύρο Λιναρδάτο, τον Βασίλη Ραφαηλίδη και πολλούς άλλους) και έκλεισε εφημερίδες όπως την «Καθημερινή» της Ελένης Βλάχου, ή τη «Βραδυνή» του Τζώρτζη Αθανασιαδη.

Διαβάστε επίσης: Η πρώτη δημοσκόπηση μετά τις παρακολουθήσεις

Θυμάμαι την πρώτη μου επαφή που είχα με μυστικό πράκτορα. Ήταν όταν το «Βήμα» αποκάλυψε το «πραξικόπημα της πιτζάμας», εναντίον του Καραμανλή (με πρωταγωνιστή το πρωτοπαλίκαρο του δικτάτορα Ιωαννίδη, Μπόλαρη και άλλους επίορκους αξιωματικούς). Ήρθαν, στις 3.30 το πρωί στο τυπογραφείο, πρόσωπα θολά, κοστουμαρισμένοι και αφού με ρώτησαν από πού βρήκα τις πληροφορίες, κρατώντας στο χέρι το πρώτο φύλο της εφημερίδας που τυπώθηκε, μου ζήτησαν οι αθεόφοβοι…ονόματα. Νόμιζαν ότι λόγω του νεαρού της ηλικίας μου θα τους έδινα πληροφορίες.

Πέρασαν από τότε αρκετά χρόνια και η αλήθεια ήταν ότι δεν με ξανά ενόχλησαν, έως ότου μια μέρα, αρχές Φεβρουαρίου, ήρθε μια πρόσκληση στην εφημερίδα που με καλούσε σε χοροεσπερίδα πρακτόρων (συνδικαλιστών παρακαλώ) της ΕΥΠ. Είναι δυνατόν, είπα, πράκτορες να διοργανώνουν χορό και μάλιστα να προσφέρουν με κλήρωση και δώρα, όπως ένα αυτοκίνητο Σιτροέν, ένα ψυγείο «Πίτσος», κλιματιστικά, διακοπές σε ξενοδοχείο στην Εύβοια, βρεφικά είδη, γεύματα σε κινεζικά εστιατόρια και ιταλικά μακαρόνια; Και όμως ήταν.

Στη χοροεσπερίδα πήγα για τις ανάγκες του ρεπορτάζ και έκπληκτος διαπίστωσα ότι ένα σωρό τότε βουλευτές (κυρίως της Β Αθηνών) χόρευαν και φωτογραφίζονταν με τους πράκτορες και τραβούσαν κλήρους για το αυτοκίνητο και τα μακαρόνια.

Η τρίτη μου επαφή με την ΕΥΠ, έγινε επί ΣΥΡΙΖΑ όταν βουλευτής της ΝΔ (η ΝΔ ήταν αξιωματική αντιπολίτευση τότε) και γραμματέας της επιτροπής τεκμηρίωσης (δηλαδή αρμόδιος για τεκμηρίωση σκανδάλων) με ειδοποίησε ότι το τηλέφωνό μου παρακολουθείται και ότι προτιμότερο είναι να ομιλώ από σταθερό.

Δεν ξέρω εάν πράγματι με παρακολουθούσαν ωστόσο μετά από μια σύντομη έρευνα, το έγραψα. Και σηκώθηκε τότε σκόνη, πολλή σκόνη, με ερωτήσεις στη Βουλή και με έντυπα που τότε στήριζαν ΣΥΡΙΖΑ να γράφουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν παρακολουθούσε εμένα αλλά εγώ παρακολουθούσα τον ΣΥΡΙΖΑ, επειδή έγραφα λεπτομέρειες για τις ατάκες που έλεγε ο Τσίπρας στις συναντήσεις του και για τα ταξίδια που έκανε, ποίους συναντούσε κτλ. Έτσι την όλη ιστορία της υποτιθέμενης επισύνδεσής μου, την αποδόμησαν, όντως με έξυπνο τρόπο. Η απορία πάντως έμεινε με παρακολουθούσαν ή όχι; Και οι απαντήσεις που ελάμβανα από παντού ήταν οι ίδιες: «Ίσως ναι, ίσως όχι, ποιος ξέρει;» Όχι πως με ενδιέφερε κιόλας, απλώς ρητορικό ήταν το ερώτημα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion