Αυξάνεται το κόστος δανεισμού το 2023 όπως αποκαλύπτει ο κρατικός προϋπολογισμός και την ίδια ώρα οι δαπάνες για τόκους του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης διαμορφώνονται κοντά στα επίπεδα των 5.500-6.200 εκατ. ευρώ, ήτοι από 2,5% έως 3,8% ως ποσοστό του ΑΕΠ, από περίπου 4.850 εκατ. Ευρώ το 2022. Το μήνυμα που στέλνει ο ΟΔΔΗΧ μέσω του προσχεδίου για το 2023 είναι ότι τα ταμειακά διαθέσιμα είναι υψηλά και έτσι δεν υπάρχει ανάγκη για μεγάλα ποσά δανεισμού. Ο σχεδιασμός για το επόμενο έτος είναι το ελληνικό δημόσιο να “μαζέψει” ρευστότητα από τις αγορές περί τα 7-10 δισ. Ευρώ, ενώ στο τραπέζι μπαίνει ξανά η έκδοση ελληνικού “πράσινου” ομολόγου.

Διαβάστε επίσης – Προϋπολογισμός: Τα δύο στοιχήματα

Δεδομένων των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων, όπως αναφέρει ο κρατικό προϋπολογισμός, και των αναμενομένων αυξημένων επιπλέον εκταμιεύσεων προς την Ελλάδα (από τα χρηματοδοτικά σχήματα που έχουν ήδη αποφασισθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιμετώπιση της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης), καθώς και των σχετικά περιορισμένων χρηματοδοτικών αναγκών για το έτος 2023, η δανειακή στρατηγική για το επόμενο έτος αναμένεται να είναι περιορισμένη. Εκτιμάται ότι το συνολικό ποσό εκδόσεων,θα είναι σε επίπεδα παρόμοια με αυτά του 2022. Αυτό μεταφράζεται σε περί τα 7-10 δισ. ευρώ.

Διαβάστε επίσης: Τα κρατικά έσοδα αυξάνονται και οι τιμές καταβροχθίζουν εισοδήματα

Πρόωρη αποπληρωμή δανείων και οι αναβαθμίσεις

Θετικό αντίκτυπο στις διεθνείς αγορές είχε η τελευταία πρόωρη αποπληρωμή του συνολικού υπολοίπου του δανείου του ΔΝΤ στις αρχές Απριλίου του 2022, ύψους 1.186,7 εκατ. Ευρώ. Παράλληλα, σχεδιάζεται να ακολουθήσει η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των ευρωπαϊκών δανείων του Greek Loan Facility (GLF), ύψους 2.645 εκατ. ευρώ, η οποία αναμένεται να έχει πραγματοποιηθεί έως το τέλος του τρέχοντος έτους, αφού θα έχουν προηγουμένως ολοκληρωθεί οι απαραίτητες νομικές διαδικασίες των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.

Το ελληνικό αξιόχρεο, αναβαθμίστηκε το 2022 από τους οίκους αξιολόγησης Standard & Poor’s, DBRS και R&I οι οποίοι αξιολογούν πλέον την ελληνική οικονομία μία μόλις θέση πριν την επενδυτική βαθμίδα, η επίτευξη της οποίας θα αποτελέσει ένα σημαντικό μήνυμα εμπιστοσύνης προς τους διεθνείς επενδυτές για την τοποθέτησή τους σε ελληνικά ομόλογα.

Ο δανεισμός του 2022

Το ελληνικό δημόσιο πραγματοποίησε τον Ιανουάριο του 2022 κοινοπρακτική έκδοση δεκαετούς ομολόγου ονομαστικής αξίας 3.000 εκατ. ευρώ με σταθερό επιτόκιο 1,75% και ακολούθησε τον Μάϊο του 2022 κοινοπρακτική επανέκδοση επταετούς ομολόγου, λήξεως 22/4/2027, σταθερού επιτοκίου 2,00%, ύψους 1.500 εκατ. ευρώ, με απόδοση 2,367%. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν, μέσω δημοπρασίας, τρεις επανεκδόσεις ομολόγων λήξεως 30/1/2033, 30/1/2037 και 30/1/2042, σταθερού επιτοκίου 3,90%, 4,00% και 4,20%, με αποδόσεις 3,611%, 3,512% και 3,555%, αντίστοιχα. Ακολούθησε, τον Ιούλιο του 2022, επανέκδοση μέσω δημοπρασίας του δεκαετούς ομολόγου σταθερού επιτοκίου 1,75%, ύψους 500 εκατ. ευρώ, με απόδοση 3,667%. Στα τέλη Ιουλίου του 2022 πραγματοποιήθηκε κοινοπρακτική έκδοση πενταετούς ομολόγου κυμαινόμενου επιτοκίου, ύψους 1.000 εκατ. ευρώ, με επιτόκιο 3Μ Euribor + 1,23%. Κατά τη διάρκεια του έτους η Ελλάδα συνέχισε να εκδίδει τίτλους βραχυπρόθεσμης διάρκειας. Η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση πραγματοποιήθηκε με μηνιαίες εκδόσεις εντόκων γραμματίων διάρκειας 13 και 26 εβδομάδων και τριμηνιαίες 52 εβδομάδων, καθώς επίσης και σύναψη συμφωνιών repos κυρίως με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Στις 31/08/2022 το ανεξόφλητο υπόλοιπο των εντόκων γραμματίων ΕΔ (ΕΓΕΔ) ανερχόταν σε 11.800,00 εκατ. ευρώ, ενώ τα repos ανήλθαν σε 39.694,02 εκατ. ευρώ.

Η στρατηγική για το 2023

Παρά τις αυξημένες αποδόσεις σε όλη την Ευρωζώνη, η στόχευση του οικονομικού επιτελείου είναι η παρουσία της Ελλάδας στις αγορές. Η δανειακή στρατηγική για το 2023 θα είναι η διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του ελληνικού δημοσίου στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται από τη συμμετοχή της χώρας στο PEPP.

Σκοπός είναι επίσης η περαιτέρω παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας με διατήρηση της ήδη εκτεταμένης φυσικής ωρίμανσής τους, η μείωση των περιθωρίων δανεισμού, καθώς και η περαιτέρω διασφάλιση της συνέπειας του ελληνικού δημόσιο ως κρατικού εκδότη με χαρακτηριστικά χώρας της Ευρωζώνης. Ταυτόχρονα θα επιχειρηθεί η αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται στο βραχυχρόνιο τμήμα της ευρωπαϊκής καμπύλης σε περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων, αξιοποιώντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις υφιστάμενες θέσεις και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού χαρτοφυλακίου δημοσίου χρέους. Τέλος, σύμφωνα με το οικονομικό επιτελείο, αναλόγως των συνθηκών των αγορών, κατά το νέο έτος θα επιχειρηθεί και έκδοση ελληνικών κρατικών χρεογράφων με προσανατολισμό των δανειακών τους προσόδων στην «πράσινη» και «βιώσιμη» ανάπτυξη, με στόχο την επέκταση της επενδυτικής βάσης και τη βελτίωση της εικόνας της χώρας στις διεθνείς αγορές.

Ποια η σύνθεση του χρέους και η διάρκεια

Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 392.300 εκατ. ευρώ ή 186,9% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, έναντι 388.337 εκατ. ευρώ ή 212,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2021, παρουσιάζοντας μείωση κατά 25,5 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2021. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελειου, το 2023 το ύψος του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 395.030 εκατ. ευρώ ή 178,8% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 8,1 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2022. Επίσης, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 355.000 εκατ. ευρώ ή 169,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, έναντι 353.389 εκατ. ευρώ ή 193,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2021, παρουσιάζοντας μείωση κατά 24,2 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2021. Το 2023, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 357.000 εκατ. ευρώ ή 161,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 7,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2022.

Ο χρονικός ορίζοντας των λήξεων του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης εκτείνεται μέχρι το έτος 2070. Η περαιτέρω δανειοδότηση μέσω των αγορών τα επόμενα έτη αναμένεται να αντικαταστήσει σταδιακά τα δάνεια με ομόλογα.

H συνολική συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ εκτιμάται σε περίπου 39 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά αναγκαία την κατά το δυνατόν συχνότερη έκδοση νέων τίτλων από το ΕΔ, προκειμένου να διασφαλίζεται η επάρκειά τους για διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά. Λόγω των δυσμενών διεθνών εξελίξεων, οι αποδόσεις των κρατικών τίτλων όλων των χωρών της Ευρωζώνης παρουσίασαν απότομη άνοδο, ιδιαίτερα, κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2022 και διαπραγματεύονται πλέον με θετικές αποδόσεις για όλες τις διάρκειες εκδόσεων των ομολόγων.

Κόστος δανεισμού

Η διαφορά απόδοσης (yield spread) μεταξύ του δεκαετούς ελληνικού και του αντίστοιχου γερμανικού ομολόγου αναφοράς κινήθηκε ανοδικά συγκριτικά με το προηγούμενο έτος και διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο στα επίπεδα των 220 μονάδων βάσης κατά τη διάρκεια του 2022. Στο τέλος Σεπτεμβρίου η διαφορά απόδοσης διαμορφώνεται στα επίπεδα των 255 μονάδων βάσης, με την τρέχουσα απόδοση του δεκαετούς ομολόγου να διαμορφώνεται γύρω στο 4,6%.

Το βραχυχρόνιο κόστος δανεισμού, όπως αποτυπώνεται στις δημοπρασίες εντόκων γραμματίων 13, 26 και 52 εβδομάδων, αυξήθηκε σταδιακά από τον Φεβρουάριο του 2022, ενώ από τον Ιούνιο και μετά τα επιτόκια των εντόκων έχουν πλέον θετικό πρόσημο για όλες τις διάρκειες των εκδόσεων. Στις πρόσφατες δημοπρασίες του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου του 2022 τα επιτόκια διαμορφώθηκαν σε 0,45% για τα τρίμηνα, 1,05% για τα εξάμηνα και 1,97% για τα ετήσια έντοκα γραμμάτια.

Χρηματοδοτικές ανάγκες

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες κατά τη διάρκεια του 2022 καλύφθηκαν καταρχήν από κοινοπρακτικές εκδόσεις και επανεκδόσεις ομολόγων σταθερού επιτοκίου δεκαετούς και επταετούς διάρκειας συνολικής ονομαστικής αξίας 4.500 εκατ. ευρώ, από κοινοπρακτική έκδοση πενταετούς ομολόγου κυμαινόμενου επιτοκίου ύψους 1.000 εκατ. ευρώ, από επανεκδόσεις μακροπρόθεσμων ομολόγων μέσω δημοπρασίας συνολικής ονομαστικής αξίας 1.400 εκατ. ευρώ, από εκταμίευση δόσης ύψους 1.845,5 εκατ. ευρώ στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης με την ΕΕ για τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Σταθερότητας, καθώς επίσης και από αναχρηματοδότηση βραχυπρόθεσμου χρέους.

Ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός πραγματοποιήθηκε μέσω εκδόσεων εντόκων γραμματίων τρίμηνης, εξάμηνης και ετήσιας διάρκειας, καθώς επίσης και μέσω πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας υπό τη μορφή repo agreements, τις οποίες συνάπτει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) για την αξιοποίηση των διαθεσίμων, κυρίως, των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης. Στις 31/8/2022 το σύνολο των δανείων που έχουν χορηγηθεί από τον Μηχανισμό Στήριξης ανήλθε σε 239.538,4 εκατ. ευρώ, τα οποία, μετά την πλήρη εξόφληση του ΔΝΤ, συνίστανται αποκλειστικά σε ευρωπαϊκά δάνεια των κρατών – μελών της Ευρωζώνης.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία