Βρισκόμαστε στον αστερισμό του metoo εδώ και καιρό: και εγώ κακοποιήθηκα, και εγώ βιάστηκα, και εμένα μου έκαναν bullying – και εγώ παρακολουθήθηκα. Είναι ίσως ότι καλύτερο έχει εξάγει η Αμερική εδώ και δεκαετίες. Το Occupy Wall Street, της ίδιας περίπου εποχής, καταποντίστηκε με την ταχύτητα που είχε αναδυθεί, αφού είχε προλάβει να δημιουργήσει εδώ το πολιτικό τέρας των «αγανακτισμένων» – άλλωστε και ο «Μάης του 68» κοινωνικές και πολιτιστικές παρακαταθήκες άφησε.

Με τα τόσα που αποκαλύπτονται, κάπου είδα τη βαθυστόχαστη ανησυχία «πού πάμε, σαπίζει συνεχώς η κοινωνία μας», ενώ αυτό που συμβαίνει είναι ότι, επιτέλους, πήραν θάρρος τα θύματα και μιλάνε. Μπορούμε να ελπίζουμε πως θα λιγοστέψουν όσοι ασκούν βία σε υποδεέστερους ή ασθενέστερους και το θεωρούν «δικαίωμα τους». Ας ελπίσουμε επίσης ότι τα media δεν θα υποκύψουν στον πειρασμό της σκανδαλοθηρίας και δεν θα διασύρουν χωρίς στοιχεία πρόσωπα και οργανώσεις – και ότι δεν θα γίνουν πάλι αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης τα θλιβερά κοινωνικά φαινόμενα.

Το «και εγώ παρακολουθούμαι» όμως δεν έχει -στα πρώτα του βήματα, τουλάχιστον-την ένδοξη συνέχεια των υπολοίπων metoo. Δεν είναι παίξε-γέλασε εδώ, είναι η ασφάλεια του κράτους, τα μυστικά του, τα προαιώνια arcana imperii, δεν μπορούν να ανατεθούν τα θέματα αυτά στην πρώτη φιλάνθρωπο, ούτε στον πρώτο δικαστικό  – ούτε καν στον δεύτερο: πριν αποφασιστεί η παρακολούθηση «πολιτικού προσώπου», πρέπει προηγουμένως να συμφωνήσει ο πρόεδρος της βουλής, προβλέπει το νομοσχέδιο που κατέθεσε η κυβέρνηση.

Αν ο πρόεδρος της βουλής αποφασίσει με βάση τα στοιχεία της ΕΥΠ να μη γίνει άρση του απορρήτου συνδιαλέξεων, τέλειωσε η υπόθεση, κλείνει ο φάκελος. Αν πει «ναι», τότε μόνο θα κριθεί και από δύο δικαστικούς  το θέμα, εκ των υστέρων. Το ενδεχόμενο να αρνηθούν οι δικαστικοί παρακολούθηση για πολιτικούς λόγους  -αφού η κρατική ασφάλεια είναι το κατεξοχήν πολιτικό θέμα- όταν ο πρόεδρος της βουλής έχει ήδη αποφανθεί, εξασθενεί σοβαρά.

Ήτοι, η παρέμβαση του προέδρου της βουλής πριν την κρίση των δικαστικών μπορεί να λειτουργήσει απολύτως χαριστικά για φίλους και (ενδεχομένως) τιμωρητικά για αντίπαλους. Ενώ στις συνήθεις περιπτώσεις άρσης της ασυλίας βουλευτών, η δικαιοσύνη προτείνει και η βουλή αποφασίζει – και αναλαμβάνει την ευθύνη κάθε πολιτική παράταξη. Λογικό φαίνεται να γίνεται το ίδιο και σε περιπτώσεις άρσης του απορρήτου.

Βεβαίως, θα αρκούσε η συμμετοχή δύο δικαστικών λειτουργών στη διαδικασία λήψης απόφασης αν ήμασταν χώρα όπου δικαιοσύνη και πολιτική εξουσία έχουν διακριτούς ρόλους· αλλά όσο δεν έχουν, ας αναλαμβάνουν την ευθύνη αυτοί στους οποίους πραγματικά ανήκει: οι πολιτικοί.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion