«Ο βωβός εξαναγκασμός των οικονομικών σχέσεων σφραγίζει την κυριαρχία του κεφαλαιοκράτη επί του εργάτη. Η εξωοικονομική, η άμεση βία συνεχίζει μεν να χρησιμοποιείται, αλλά μόνο κατ’ εξαίρεση. Για τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ο εργάτης μπορεί να εγκαταλειφθεί στους «φυσικούς νόμους της παραγωγής», δηλαδή στην εξάρτησή του από το κεφάλαιο, η οποία πηγάζει από τους ίδιους τους όρους της παραγωγής που εγγυώνται και διαιωνίζουν αυτοί».

Τη φράση αυτή του Μαρξ, από τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου, εδώ σε μετάφραση του Θανάση Γκιούρα (Αθήνα, εκδόσεις ΚΨΜ, 2016), χρησιμοποιεί ο νεαρός δανός ερευνητής Σέρεν Μάου (Søren Mau) ως αφετηρία για το βιβλίο του «Mute Compulsion. Α Marxist Theory of the Economic Power of Capital» (Ο βωβός εξαναγκασμός. Μια μαρξιστική θεωρία της οικονομικής εξουσίας του κεφαλαίου), που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Verso.

Δυσαρέσκεια και αποδοχή

Ο Μάου αναμετριέται με ένα ερώτημα που απασχόλησε εξαρχής τη μαρξιστική θεωρία. Από τη μια, παρότι μπορούμε να δούμε πολλές εκφάνσεις βίαιου εξαναγκασμού στην ιστορία της ανάδυσης του καπιταλισμού (π.χ. στην αποικιοκρατία), η ίδια η καθημερινότητα της μισθωτής σχέσης και της αγοράς δείχνουν να αναπαράγονται χωρίς κάποιος να τους εξαναγκάζει να το κάνουν. Οι άνθρωποι αισθάνονται δυσαρέσκεια ή νιώθουν αδικημένοι, όμως αποδέχονται ότι αυτό είναι το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων που ορίζει τις ζωές τους. Για την κλασική και νεοκλασική πολιτική οικονομία, προφανώς το ερώτημα δεν τίθεται: οι οικονομικές σχέσεις των ανθρώπων είναι κατά βάση οικονομικές συναλλαγές ανάμεσα σε υποκείμενα που αποφασίζουν ελεύθερα. Για τους μαρξιστές, όμως, που αντιμετωπίζουν τη μισθωτή σχέση ως μια σχέση εκμετάλλευσης, το ερώτημα της εξουσίας που εξασφαλίζει την αναπαραγωγή αυτών των σχέσεων είναι σημαντικό.

Το πρόβλημα που προκύπτει είναι ακριβώς πώς μπορεί να προσδιοριστεί μια εκδοχή εξουσίας που δεν φαίνεται να λειτουργεί απλώς ως βία και που ταυτόχρονα δεν μπορεί να περιγραφεί απλώς ως ο συνδυασμός ανάμεσα στη βία και την ιδεολογία, με την τελευταία να ορίζεται είτε ως «ψευδής συνείδηση», είτε ως μια μορφή κοινωνικά αναγκαίας παραγνώρισης, ακριβώς γιατί ο τρόπος που τα υποκείμενα «υποχρεώνονται» να εμπλέκονται σε αυτές τις οικονομικές πρακτικές δεν μπορεί να περιγραφεί απλώς ως «αυταπάτη» ή «ψευδαίσθηση».

Οικονομική εξουσία

Ο Μάου προσπαθεί έτσι να διατυπώσει μια θεωρία που να αφορά μια ειδικά οικονομική εκδοχή εξουσίας. Για να το κάνει, προσπαθεί να οριοθετηθεί τόσο από τοποθετήσεις που θα επέμειναν στην άμεση βία, όσο και από σχήματα που παρουσιάζουν τόσο τους κεφαλαιοκράτες όσο και τους εργάτες να υπόκεινται στον ίδιο συστημικό εξαναγκασμό. Αντιθέτως, ο Μάου θέλει να διατηρήσει τη σχέση ανάμεσα στην κυριαρχία της ανταλλακτικής αξίας και μια μορφή ταξικής κυριαρχίας που δεν καταλήγει να είναι απλή επιβολή.

Δύο διαιρέσεις

Ο Μάου υποστηρίζει ότι το κλειδί βρίσκεται σε δύο κρίσιμες διαιρέσεις. Η πρώτη αφορά τον τρόπο που αναδύεται το προλεταριάτο ως «γυμνή ζωή», ως εργασιακή δύναμη που δεν έχει άλλη επιλογή από την υποταγή στον μηχανισμό απόσπασης υπεραξίας, ακόμη και χωρίς μεσολάβηση κάποιου βίαιου εξαναγκασμού. Η άλλη είναι ο τρόπος που οι παραγωγοί κατακερματίζονται σε ιδιωτικές μονάδες που ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην αγορά, σε μια διαδικασία που μετατρέπει τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων σε «πραγματικές αφαιρέσεις», που στέκονται απέναντί τους ως αλλότριες δυνάμεις, επιτρέποντας στη λογική της αγοράς και της συσσώρευσης να επιβάλλεται. Αυτό διαμορφώνει μια ιδιαίτερη εκδοχή εξουσίας που αποτυπώνεται και στην πραγματική υπαγωγή όχι μόνο της εργασίας αλλά και του περιβάλλοντος στη λογική της συσσώρευσης, «πραγματική υπαγωγή» που αποτελεί μάλλον καλύτερη περιγραφή του τρόπου που ο καπιταλισμός μετασχηματίζει την κοινωνική ζωή σε σχέση π.χ. με τη σουμπετεριανή «δημιουργική καταστροφή».

Η σύνθεση που κάνει ο Μάου είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, γιατί κατορθώνει να κινείται όχι μόνο στη συνήθως υψηλής αφαίρεσης συζήτηση για την αξιακή μορφή ή τα φιλολογικά ζητήματα του ίδιου του κειμένου του Μαρξ, αλλά και να τη συνδυάζει με τις πιο συγκεκριμένες συζητήσεις για τις εξελίξεις ως προς τις εργασιακές σχέσεις, τις μορφές οργάνωσης της παραγωγής, τα logistics, τα ζητήματα που αφορούν το περιβάλλον και την κοινωνική αναπαραγωγή των έμφυλων ρόλων. Πετυχαίνει έτσι και έναν ενδιαφέροντα διάλογο με τις έρευνες του Φουκώ πάνω στις βιοπολιτικές διαστάσεις αυτού του «βουβού εξαναγκασμού».

Η αντίφαση

Ομως, το πιο σημαντικό είναι ότι το βιβλίο του Μάου ανοίγει ξανά τη συζήτηση για τη βασική αντίφαση που διαπερνά τις σύγχρονες κοινωνίες και τη νεωτερικότητα συνολικά: τον τρόπο που η επέκταση μορφών ελευθερίας στην κίνηση και στην οικονομική δραστηριότητα, συνδυάζεται όχι μόνο με μια εντεινόμενη ανισότητα, αλλά και με μια ολοένα και περισσότερο αυξανόμενη αίσθηση των ανθρώπων ότι απέναντί τους στέκεται ένας εξαιρετικά σύνθετος αλλά όχι λιγότερο εχθρικός κοινωνικός μηχανισμός που κάνει τις ζωές τους όντως πιο φτωχές και σίγουρα όχι περισσότερο ελεύθερες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News