Μια ιστορία επιτυχίας που μετατράπηκε ξαφνικά σε εφιάλτη αντιπροσωπεύει η άνοδος και η πτώση της Vice Media, ορίζοντας παράλληλα τα όρια που θέτει η πορεία ένταξης στη Wall Street στις δημιουργικές βιομηχανίες καθώς η ρευστότητα μπορεί από ευλογία να μετατραπεί ξαφνικά σε «θηλιά στο λαιμό».

Vice: Από το Πούλιτζερ στην πτώχευση και στην εξαγορά από τους πιστωτές

Όπως αναφέρουν οι Financial Times, για χρόνια, το Vice θεωρούνταν ευρέως ως το μέλλον των μέσων ενημέρωσης. Διαγράφοντας μια εκπληκτικά ανοδική πορεία, η εισφορά περίπου μισού δισ. δολαρίων από ιδιώτες επενδυτές στην Vice Media, το 2017, μέσω της εταιρείας διαχείρισης ιδιωτικών κεφαλαίων TPG, φαινόταν πως άνοιγε τον δρόμο προς τη Wall Street – με τον συνιδρυτή της εταιρείας, Shane Smith, να «στρογγυλοποιεί» την αποτίμηση της Vice από τα 5,7 στα 7 δισ. δολάρια.

Αυτό που ακολούθησε ήταν η απόλυτη καταστροφή: «Μετά από μια σειρά απογοητευτικών αποτελεσμάτων, χρόνια χαοτικής διαχείρισης, ριψοκίνδυνων προσπαθειών και κρίσης ρευστότητας, η Vice κατέθεσε αίτηση πτώχευσης. Το στοίχημα των 450 εκατ. δολαρίων της TPG μηδενίστηκε. Η συνολική αποτίμηση της Vice βρίσκεται κάτω από τα 300 εκατ. δολάρια», περιγράφει το οικονομικό έντυπο.

Η κατάρρευση της Vice φαίνεται πως ρίχνει τίτλους τέλους σε μια εποχή που τα παλιά μέσα ενημέρωσης και οι επενδυτές επένδυαν δισεκατομμύρια σε νεοσύστατα ειδησεγραφικά εγχειρήματα όπως το BuzzFeed, η Vox Media και το Group Nine, ελπίζοντας να κατακτήσουν τους millennials – και να αυξήσουν τα έσοδα από διαφημίσεις. Η δυναμική των μέσων αυτών είχε φτάσει μέχρι τον Ρούμπερτ Μέρντοχ, ο οποίος το 2012 – όπως περιγράφουν οι FT – έπινε τεκίλα με τον γενειοφόρο, γεμάτο με τατουάζ Σμιθ στο γραφείο του Vice στο Μπρούκλιν. Αποτελεί δε απόρροια της σύγκρουσης της Wall Street με μια δημιουργική βιομηχανία «που φιλοξενούσε μεγάλες προσωπικότητες και πανύψηλους εγωισμούς».

Καθώς όμως το Vice δεν αποτελεί την πρώτη βιομηχανία ΜΜΕ που καταρρέει μετά την επένδυση εταιρείας ιδιωτικών κεφαλαίων, πολλοί στρέφουν το βλέμμα τους σε επιχειρήσεις όπως η TPG, μια εταιρεία με έδρα του Τέξας που επικεντρώνεται σε εξαγορές με μόχλευση και σε κεφάλαια ανάπτυξης. Η εταιρεία αρνείται τις κατηγορίες, αποδίδοντας την κατάρρευση της Vice στις «λειτουργικές ζημιές» και την αδυναμία της εταιρείας «να πληρώσει το χρέος που ήταν ξεχωριστό από την επένδυση της TPG».

Η άνοδος

Η ιστορία του Vice ξεκίνησε περίπου περίπου 30 χρόνια στο Μόντρεαλ του Καναδά, όπου κυκλοφόρησε ως περιοδικό αντικουλτούρας. Όπως αναφέρουν οι FT, το πρώιμο κοινό του, που αποτελούνταν από μερικές χιλιάδες Καναδούς, στράφηκε στο Vice για τα ανατρεπτικά άρθρα του σχετικά με τη μουσική, τη μόδα, τα ναρκωτικά και το σεξ – θέματα που παρέμειναν βασικό μέρος της θεματολογίας του.

Το 1999 ο Smith μετέφερε τη λειτουργία του στη Νέα Υόρκη και έγινε φίλος με ανθρώπους όπως ο σκηνοθέτης Spike Jonze και το στέλεχος των μέσων ενημέρωσης Tom Freston. Με την ενθάρρυνσή τους επέκτεινε το Vice στο διαδικτυακό βίντεο, που αναπτυσσόταν ταχύτατα τη δεκαετία του 2010.

Το μέσο έγινε γνωστό για το μείγμα θεμάτων όπως η αποστολή ενός δημοσιογράφου που είχε πάρει LSD και είχε παρακολουθήσει την έκθεση σκύλων στο Westminster, με βραβευμένα ντοκιμαντέρ για το Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και τη Συρία.

Τα χρόνια τις ανόδου όλα τα συστημικά μέσα ενημέρωσης θαύμαζαν το Vice. Η Fox και η Disney επένδυσαν 70 και 200 εκατ. δολάρια, αντίστοιχα. Η ρευστότητα επέτρεψε στον Smith να προχωρήσει το 2015 στο επόμενο βήμα, τη δημιουργία ενός καλωδιακού σταθμού για τους millenials: Του Viceland, το οποίο επεκτάθηκε γρήγορα σε δεκάδες χώρες μέσω μιας σειράς κοινοπραξιών.

Η TPG

Κάπου εκεί ήρθε η TPG. Έχοντας χρηματοδοτήσει επιχειρήσεις που βρίσκονταν στο κατώφλι της εισαγωγής στο χρηματιστήριο και αναζητούσαν μια τελευταία ένεση ρευστότητας, η εταιρεία είχε στηρίξει χρηματοδοτικά την Uber, την Airbnb και το Spotify.

Αλλά, όπως σημειώνουν οι FT, τέτοιες επενδύσεις συνοδεύονται από όρους που αποσκοπούν στην προστασία των συμφερόντων του επενδυτή. Τα χρήματα της TPG και της Sixth Street ήρθαν με τη μορφή προνομιούχων μετοχών και όχι κοινών μετοχών. Οι προνομιούχες μετοχές κατέβαλαν μέρισμα 12% με τη μορφή πρόσθετων μετοχών και χρέους κατώτερης τάξης αντί για μετρητά και είχαν άλλα δικαιώματα για πληρωμή κατά προτεραιότητα. Όλα αυτά συνέβαλαν στη δημιουργία μιας «πολύπλοκης και περιοριστικής δομής μετοχών», σύμφωνα με τα αρχεία της πτώχευσης. Η επένδυση αυτή, ωστόσο, άφησε περιθώριο για δάνεια υψηλότερης προτεραιότητας που θα αναλάμβανε η Vice τα επόμενα χρόνια.

Εκείνη την εποχή, πάντως, αυτό που προκάλεσε αίσθηση ήταν η εντυπωσιακή αποτίμηση της Vice, ύψους 5,7 δισ. δολαρίων – ποσό υπερδιπλάσιο από την αποτίμηση των New York Times και 22 φορές μεγαλύτερη από το ποσό που κατέβαλε ο Τζεφ Μπέζος για την Washington Post το 2013.

Η θηριώδης αποτίμηση, όμως έβαλε το «κάρο μπροστά από το άλογο»: Η στρατηγική έπρεπε να χτίζεται πλέον με τρόπο που να ανταποκρίνεται στην αποτίμηση των 5,7 δισ. δολαρίων.

Ωστόσο, σημειώνει το βρετανικό έντυπο, «η αποτίμηση του 2017 ήταν κάτι σαν οφθαλμαπάτη. Ένα άτομο που βρίσκεται κοντά στα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας σημειώνει ότι ενώ η επένδυση σε προνομιούχες μετοχές της TPG αποτίμησε την Vice συνολικά στα 5,7 δισ. δολάρια, ένας τέτοιος αριθμός ήταν σε μεγάλο βαθμό επινοημένος για σκοπούς μάρκετινγκ.

»Αντίθετα, ο βασικός αριθμός εκείνη την εποχή ήταν η “προτίμηση ρευστοποίησης” των προνομιούχων μετοχών που ήταν 1,8 φορές. Αυτό σήμαινε ότι σε περίπτωση πτώχευσης, η TPG και η Sixth Street δικαιούνταν να λάβουν 810 εκατ. δολάρια – την αρχική τους επένδυση ύψους 450 εκατ. δολαρίων πολλαπλασιασμένη επί 1,8 – προτού οποιοσδήποτε άλλος από τους τότε μετόχους μπορέσει να λάβει έσοδα.»

Ο Shane Smith

Οι πρώτες αναταράξεις

Η είσοδος της TPG άρχισε να προκαλεί τις πρώτες ρωγμές στην ανατρεπτική αυτοκρατορία του Vice.

Το Viceland, το οποίο ο Smith είχε υποσχεθεί ότι θα «έφερνε τους millennials πίσω στην τηλεόραση», καταρρακώθηκε, προσελκύοντας ελάχιστο κοινό – αν και η εταιρεία εξακολουθούσε να κερδίζει αναγνώριση για τη δημοσιογραφία που ασκούσε.

Αλλά η εκτελεστική ομάδα του Smith, καθώς και οι επενδυτές και το προσωπικό του Vice, γίνονταν όλο και πιο ανυπόμονοι. «Οι άνθρωποι ήταν θυμωμένοι που δεν είχαν πλουτίσει όπως είχε υποσχεθεί ο Shane», λέει ένα πρώην ανώτερο στέλεχος.

Τελικά, το Viceland μετατράπηκε στο μοιραίο λάθος του Vice. Το τεράστιο κόστος έναρξης των τηλεοπτικών σταθμών πίεζε τα οικονομικά του, την ώρα που η διαδικτυακή διαφήμιση επιβραδυνόταν. Οι στόχοι των εσόδων του 2017 «έπεσαν έξω» κατά 100 εκατ. δολάρια.

Και τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα: Λίγο πριν τα Χριστούγεννα της χρονιάς εκείνης, οι New York Times δημοσίευσαν έκθεση που έκανε λόγο για εκτεταμένη σεξουαλική κακομεταχείριση στην εταιρεία. Το ασεβές ύφος του Vice, που προηγουμένως αποτελούσε πλεονέκτημα, μετατράπηκε σε βαρίδι. Πρώην στελέχη περιγράφουν εκείνη τη στιγμή ως το σημείο καμπής, μετά το οποίο η εταιρεία κατέληξε «απόλυτο χάος».

Ποιος φταίει;

Υπό το πρίσμα όλων αυτών, ορισμένοι επενδυτές κατηγορούν την TPG για την πτώση της Vice. «Τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια κάνουν το εξής: Σου δίνουν μια υψηλή αποτίμηση. Αλλά το χαρτί που σου δίνουν είναι σαν μια θηλιά γύρω από το λαιμό σου, η οποία σφίγγει όσο περισσότερο καιρό η ρευστότητα δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες», λέει ένας μακροχρόνιος μέτοχος.

Άλλοι επενδυτές στο Vice λένε ότι η κεφαλαιακή δομή της TPG εξέθρεψε μια πολεμική ατμόσφαιρα, επειδή η προνομιακή θέση της TPG της έδινε διαφορετικά κίνητρα στα θεωρητικώς ενδιαφερόμενα μέρη.

Άλλοι πάντως αντιδρούν σε αυτή τη προσέγγιση. Θεωρούν ότι αυτού του είδους οι εταιρείες είναι έτσι και αλλιώς δύσκολομα έχουν μια διαρκή ανοδική πορεία. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν τα διαρκή λάθη σε επίπεδο διοίκησης που οδήγησαν τη Vice να «κάψει» 1 δισ. δολάρια τα τελευταία χρόνια.

Άνθρωποι προσκείμενοι στην TPG απορρίπτουν τον ισχυρισμό ότι οι όροι χρηματοδότησής της ήταν υπερβολικά επαχθείς, σημειώνοντας ότι ποτέ δεν πήρε τόκους ή διανομές μερισμάτων σε μετρητά, ενώ η εταιρεία συνέχισε να διοχετεύει χρήματα στο Vice μετά την αρχική συμφωνία του 2017 για τις προνομιούχες μετοχές.

Το 2018 η καθοδική πορεία είχε ξεκινήσει: Οι πρώτες μειώσεις προσωπικού ήταν γεγονός – παρότι οι επενδυτές συνέχιζαν να συνεισφέρουν κεφάλαια. Το 2022, η TPG και η Sixth Street ανέλαβαν τον έλεγχο του διοικητικού συμβουλίου της Vice, ελπίζοντας να πουλήσουν την εταιρεία για 1,5 δισ. δολάρια ή να αποσπάσουν εκατοντάδες εκατομμύρια για διάφορα κομμάτια της επιχείρησης. Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου άρχισαν να μοιάζουν με τις συνεδριάσεις των μετόχων, με τις συζητήσεις να επικεντρώνονται γύρω από την πώληση της εταιρείας και όχι γύρω από τις δραστηριότητες ή τη στρατηγική, σύμφωνα με άτομα που συμμετείχαν στις συνεδριάσεις.

Όπως σημειώνουν οι FT, η διαδικασία πώλησης συνέπεσε με την αναπροσαρμογή της αγοράς για τις εταιρείες μέσων ενημέρωσης και τεχνολογίας και την επιβράδυνση της διαφημιστικής αγοράς. Καθώς η Ομοσπονδιακή Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια, η Wall Street απογοήτευσε τις εταιρείες που δεν ήταν κερδοφόρες ή ήταν οριακά κερδοφόρες.

Στα χέρια της Fortress

Με την εταιρεία σε κρίση, η πιο σημαντική χρηματοδότηση της Vice Media αποδείχθηκε ότι ήταν ένα δάνειο 250 εκατ. δολαρίων με κύρια εξασφάλιση, του οποίου ηγήθηκε ένα άλλο σκληροπυρηνικό fund, η Fortress Investment Group, το 2019. Η λήξη του εν λόγω δανείου στα τέλη του 2022, μαζί με την κατάταξη προτεραιότητας στη στοίβα κεφαλαίων του Vice, έβαλαν τη Fortress σε θέση να αποκτήσει τον έλεγχο ενός αναδιοργανωμένου Vice Media.

Αυτό ακριβώς συνέβη την περασμένη εβδομάδα, καθώς το Vice κατέθεσε αίτηση πτώχευσης, με τη Fortress να συνάπτει προκαταρκτική συμφωνία για την ανταλλαγή χρέους ύψους 225 εκατ. δολαρίων με την ιδιοκτησία της εταιρείας.

Η επόμενη ημέρα

Όπως σημειώνει το βρετανικό έντυπο, η κατάρρευση της αυθάδους μιντιακής αυτοκρατορίας αποτελεί μια ταπεινωτική στιγμή για τον Smith, τον οποίον τώρα η Fortress εξετάζει αν θα διατηρήσει υπό κάποια ιδιότητα. Σύμφωνα με τους FT, τα στελέχη της Fortress μιλούν με τα καλύτερα λόγια για το στούντιο και τις μονάδες τηλεοπτικών ειδήσεων του Vice, καθώς και για το διαφημιστικό πρακτορείο Virtue. Είναι λιγότερο ενθουσιώδη για την επιχείρηση online εκδόσεων του Vice, το κόστος του οποίου θα επιδιώξουν να μειώσουν. Αλλά η Fortress δεν έχει επί του παρόντος σχέδια να κλείσει το Vice News, σύμφωνα με πηγές των FT.

Οι γνώστες του Vice και οι επενδυτές διατηρούν την ελπίδα ότι ένας άλλος πλειοδότης θα μπει στο παιχνίδι. Πιστεύουν ότι η διαδικασία πτώχευσης θα απαλλάξει την Vice από τον λαβύρινθο των οικονομικών υποχρεώσεων, και έτσι θα αναδυθεί μια εταιρεία πιο λιτή και πιο ελκυστική για τους αγοραστές.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Γαλλία: Ο τομέας των καλλυντικών «επενδύει» στην επίσκεψη του Κινέζου προέδρου
Διεθνή |

Ο τομέας των καλλυντικών «επενδύει» στην επίσκεψη του Κινέζου προέδρου στο Παρίσι

Στόχος η ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στις γαλλικές εταιρείες από τους νέους αυστηρούς κινεζικούς κανόνες εισαγωγής που απαιτούν την ανταλλαγή τύπων και τεχνογνωσίας παραγωγής