Στην Αθήνα, με οικοδεσπότη τον έλληνα κεντρικό τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα, θα πραγματοποιηθεί η επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) την Πέμπτη 26 Οκτωβρίου. Τα έξι μέλη του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, αλλά και οι 20 κεντρικοί τραπεζίτες της ευρωζώνης θα βρεθούν στο κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος, σε μια συνεδρίαση που πραγματοποιείται την ώρα που η οικονομία της ευρωζώνης δείχνει σημάδια σημαντικής επιβράδυνσης, τα τύμπανα του πολέμου στη Μέση Ανατολή προκαλούν ανησυχία, ενώ είναι ακόμη «νωπή» η απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει στη δέκατη διαδοχική αύξηση των επιτοκίων στο 4%, το υψηλότερο στην Ιστορία.
Εν όψει της συνεδρίασης του Οκτωβρίου, «ΤΑ ΝΕΑ» απευθύνθηκαν στους κεντρικούς τραπεζίτες της ευρωζώνης καταγράφοντας την άποψή τους για το τι θα συζητηθεί στην Αθήνα, αλλά και για το πώς βλέπουν τις προοπτικές της οικονομίας της ζώνης του ευρώ. Στην ατζέντα της συζήτησης στη συνεδρία της Αθήνας αναμένεται να βρίσκεται και πάλι ο πληθωρισμός. Ωστόσο αυτή τη φορά δεν αναμένεται, ως φαίνεται, απόφαση για αύξηση των επιτοκίων, όπως μας λέει ο κεντρικός τραπεζίτης της Κύπρου, Κωνσταντίνος Ηροδότου. Δεν θα είναι και η μόνη διαφορά, σε σχέση με την προηγούμενη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου. Κατά τον κεντρικό τραπεζίτη της Αυστρίας, Ρόμπερτ Χόλτσμαν, «αυτό που έχει αλλάξει από το τελευταίο διοικητικό μας συμβούλιο είναι η αντίληψη του κινδύνου: μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ο κίνδυνος υψηλότερων τιμών του πετρελαίου και, κατά συνέπεια, υψηλότερου πληθωρισμού και χαμηλότερης ανάπτυξης έχει σαφώς αυξηθεί». Δεν είναι ο μόνος κεντρικός τραπεζίτης που αναφέρεται στο ζήτημα αυτό. Σχετικές δηλώσεις κάνει, μεταξύ άλλων, ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας του Βελγίου, Πιερ Βουνς, αλλά και ο οικοδεσπότης της συνεδρίασης, ο Γιάννης Στουρνάρας. «Η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια νέα πηγή αβεβαιότητας, αυτή τη φορά από τη Μέση Ανατολή, η οποία μπορεί να προκαλέσει κλυδωνισμούς, ανάλογα με την έκταση και την ένταση των εξελίξεων» λέει, προτρέποντας την Ευρώπη «να είναι προετοιμασμένη για τα χειρότερα».
Πυρ στα επιτόκια των δανείων – Οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στο Ισραήλ
Τουόµας Βαλιµάκι – Φινλανδία
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Οπως πάντα στις συναντήσεις νομισματικής πολιτικής, το βασικό μας καθήκον είναι να προσαρμόσουμε τη στάση μας ώστε να είναι σύμφωνη με τον μεσοπρόθεσμο στόχο μας για τη σταθερότητα των τιμών. Επί του παρόντος σημαίνει συγκεκριμένα ότι θα αξιολογήσουμε και θα αναλύσουμε τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Πιερ Βουνς – Βέλγιο
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Οπως ανακοινώθηκε στη συνέντευξη Τύπου μετά το προηγούμενο Διοικητικό Συμβούλιο, οι αποφάσεις για τα επιτόκια θα βασίζονται σε τρία κριτήρια: τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Αυτά τα κριτήρια θα επανεξεταστούν λοιπόν διεξοδικά στην Αθήνα. Εξετάζοντας εν συντομία κάθε κριτήριο ξεχωριστά με βάση τις πληροφορίες που έχουμε μέχρι στιγμής, η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής φαίνεται ισχυρή, όπως αντικατοπτρίζεται στα υψηλότερα τραπεζικά επιτόκια δανεισμού και στη χαμηλότερη τραπεζική πιστωτική επέκταση. Σχετικά με τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός μειώθηκε πρόσφατα, όπως και ο βασικός πληθωρισμός (που εξαιρεί τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων). Τα στοιχεία από έτος σε έτος δείχνουν αυτή τη μείωση, καθώς και τα πιο έγκαιρα μέτρα δυναμικής που επικεντρώνονται περισσότερο στα πρόσφατα στοιχεία από μήνα σε μήνα (εποχικά προσαρμοσμένα). Οσον αφορά τις προοπτικές για τον πληθωρισμό, οι μακροοικονομικές προβολές του προσωπικού της ΕΚΤ του Σεπτεμβρίου βλέπουν επιστροφή του πληθωρισμού σε γενικές γραμμές στο 2% το 2025. Τους τελευταίους μήνες, τα σφάλματα των προβλέψεων ήταν μικρά – πολύ μικρότερα από ό,τι όταν ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε. Λαμβάνοντας αυτές τις προβλέψεις ως άγκυρα για τις μελλοντικές εξελίξεις, τα επιτόκια πολιτικής έχουν πιθανώς φτάσει στο αποκορύφωμά τους: εάν οι πραγματικές τιμές του πληθωρισμού εθυγραμμίζονται με τις προβλέψεις, τα επιτόκια πολιτικής πιθανότατα δεν θα χρειάζεται πλέον να αυξηθούν. Αλλά εάν οι πραγματοποιήσεις για τον πληθωρισμό καταλήξουν σημαντικά πάνω από τις προβλέψεις, τα επιτόκια πολιτικής ενδέχεται να χρειαστεί να αυξηθούν ξανά. Οσον αφορά την πολιτική του ισολογισμού (σ.σ.: προγράμματα αγοράς ομολόγων), ενδέχεται να συζητήσουμε στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στην Αθήνα για τον ορίζοντα επανεπένδυσης του PEPP, αλλά δεν έχει ακόμη αποφασιστεί επίσημη ατζέντα. Είμαι υπέρ της επανέναρξης της συζήτησης, αλλά η συζήτηση μπορεί να γίνει αργότερα.
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Τον Σεπτέμβριο, το Διοικητικό Συμβούλιο συζήτησε τις μακροοικονομικές προβολές του προσωπικού της ΕΚΤ. Αυτές οι προβλέψεις βλέπουν την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ να επιβραδύνεται από 3,4% το 2022 σε 0,7% το 2023, πριν ανακάμψει στο 1% το 2024 και στο 1,5% το 2025. Η ανεργία θα αυξηθεί αλλά θα παραμείνει χαμηλά στο 6,7% τα επόμενα χρόνια. Ο πληθωρισμός θα μειωθεί από τα πολύ υψηλά επίπεδα του τρέχοντος έτους σε επίπεδα που είναι κοντά στον στόχο μας για τον πληθωρισμό του 2% το 2025. Τον Δεκέμβριο, θα συζητήσουμε μια νέα σειρά προβλέψεων. Θα αποτελέσουν και πάλι σημαντική συμβολή στις συζητήσεις μας. Από τις συζητήσεις μας τον Σεπτέμβριο, η αύξηση και η αστάθεια των τιμών του πετρελαίου ήταν ένα σημαντικό νέο στοιχείο που διαμορφώνει τις προοπτικές της ανάπτυξης και του πληθωρισμού. Θα ωθήσουν προς τα πάνω τις προβλέψεις για τον πληθωρισμό και θα επιβαρύνουν την προβλεπόμενη ανάπτυξη. Ωστόσο, οι κινήσεις στις διεθνείς αγορές πετρελαίου που έχουν παρατηρηθεί μέχρι στιγμής συνεπάγονται μάλλον περιορισμένες αναθεωρήσεις. Τα πράγματα θα μπορούσαν φυσικά να αλλάξουν δραστικά εάν η σύγκρουση στο Ισραήλ και τη Γάζα κλιμακωθεί στην ευρύτερη περιοχή και προκαλέσει ευρύτερη γεωπολιτική αστάθεια και περισσότερες αυξήσεις τιμών στις παγκόσμιες αγορές εμπορευμάτων. Αυτό με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν θεμελιώδεις λόγοι για να αμφισβητηθεί το κεντρικό σενάριο που προβλέπεται στις προβλέψεις μας τον Σεπτέμβριο, αλλά περιβάλλεται από μια πιο ανεπιθύμητη αβεβαιότητα.
Κωνσταντίνος Ηροδότου – Κύπρος
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα της συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ συνεδριάζει κάθε έξι εβδομάδες για θέματα νομισματικής πολιτικής, ενώ μία φορά τον χρόνο η νομισματική αυτή συνάντηση γίνεται εκτός Φρανκφούρτης, εκ περιτροπής, σε μια χώρα-μέλος της ζώνης του ευρώ. Χαίρομαι ιδιαίτερα που η επόμενη συνάντηση, του Οκτωβρίου, θα γίνει στην Αθήνα. Στις νομισματικές συνεδρίες, το ΔΣ λαμβάνει αποφάσεις νομισματικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης και της απόφασης για το επίπεδο των επιτοκίων, που αποτελεί και το κυριότερο εργαλείο εναντίον του υψηλού πληθωρισμού που επηρεάζει αρνητικά επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Στις τελευταίες δέκα συνεδρίες του ΔΣ της ΕΚΤ, οι συζητήσεις κατέληγαν κάθε φορά σε απόφαση για αύξηση των επιτοκίων. Ανάλογη συζήτηση θα γίνει και στη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ στην Αθήνα. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι, στη βάση των οικονομικών στοιχείων που υπάρχουν μέχρι στιγμής για τη ζώνη του ευρώ, θα μπορούσε κάποιος να αναμένει ότι δεν θα υπάρξει απόφαση για περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων σε αυτή τη συνεδρία.
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Σε επίπεδο ζώνης του ευρώ, και σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΚΤ που έγιναν τον Σεπτέμβριο, αναμένεται ότι θα καταγραφεί υποτονική οικονομική δραστηριότητα στο τέταρτο τρίμηνο του έτους, η οποία όμως δεν φαίνεται ότι θα επιδεινωθεί ούτε ότι θα διαρκέσει για παρατεταμένη περίοδο. Η οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη αναμένεται να ανακάμψει το 2024, εν μέρει λόγω της αύξησης των πραγματικών εισοδημάτων που οφείλονται στη μείωση του πληθωρισμού και της αύξησης της εξωτερικής ζήτησης. Σύμφωνα με τις ίδιες προβλέψεις, τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος αναμένεται να καταγράψουν υψηλότερους ρυθμούς αύξησης της οικονομικής τους δραστηριότητας από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Δυστυχώς, οι πρόσφατες εξελίξεις στο Ισραήλ, πέραν της θλιβερής ανθρώπινης διάστασής τους, αυξάνουν και τους οικονομικούς κινδύνους, για παράδειγμα σε σχέση με τις τιμές ενέργειας οι οποίες – αν υπάρξει παρατεταμένη κρίση – δυνατόν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον πληθωρισμό και στην οικονομική δραστηριότητα.
Γκάµπριελ Μακλούφ – Ιρλανδία
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Η επαναφορά του πληθωρισμού στο στόχο του 2% με βιώσιμο και έγκαιρο τρόπο αποτελεί προτεραιότητα για το Διοικητικό Συμβούλιο. Το κύριο ερώτημα για τη συνάντησή μας τον Οκτώβριο θα είναι εάν είναι η στάση της νομισματικής μας πολιτικής κατάλληλα βαθμονομημένη για να το επιτύχουμε αυτό. Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα εξετάζουμε τρία σχετικά κριτήρια (στη νομισματική πολιτική λέμε: η «συνάρτηση της αντίδρασής» μας). Πρώτον, τι βλέπουμε στα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό; Και εδώ τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου ήταν θετικά. Βλέπουμε ονομαστικό αποπληθωρισμό εδώ και αρκετούς μήνες, λόγω της πτώσης των τιμών της ενέργειας, των τροφίμων και άλλων εμπορευμάτων. Ωστόσο τον Σεπτέμβριο είδαμε επίσης σημαντική πτώση του δομικού πληθωρισμού, στο 4,5%, αρκετά κάτω από τις προσδοκίες. Οι πρόδρομοι δείκτες τριών μηνών για τον δομικό υποδεικνύουν επίσης τη συνεχιζόμενη πτώση του δομικού πληθωρισμού τους επόμενους μήνες. Ενα βασικό ερώτημα για μένα στη συνάντηση του Οκτωβρίου είναι πόσο κίνδυνο ενέχουν οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας σε αυτή την καθοδική δυναμική – για παράδειγμα, μπορεί ο υψηλότερος πληθωρισμός ενέργειας να οδηγήσει σε πιο υψηλές προσδοκίες για τον πληθωρισμό από την πλευρά των επιχειρήσεων και θα μπορούσε αυτό να επηρεάσει τη συμπεριφορά καθορισμού των τιμών; Θα αναζητήσω επίσης μια ενημέρωση για το πώς εξελίσσεται η αγορά εργασίας, και ειδικότερα οι μισθοί, σε σχέση με τις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου. Το δεύτερο κριτήριο είναι πώς βλέπουμε να εξελίσσεται ο πληθωρισμός μεσοπρόθεσμα, δεδομένων των τελευταίων στοιχείων. Αυτό είναι στην πραγματικότητα ένα ερώτημα για τις προβλέψεις μας. Και, καθώς η συνάντηση του Οκτωβρίου είναι ένας γύρος χωρίς προβλέψεις, οι κύριες συζητήσεις σχετικά με τους κινδύνους για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές μας θα πραγματοποιηθούν πιθανότατα τον Δεκέμβριο. Οπως είπα, το κύριο ερώτημά μου σχετικά με τη δυναμική του πληθωρισμού σχετίζεται με βραχυπρόθεσμους κινδύνους, δηλαδή γύρω από την ενέργεια και τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Το τρίτο κριτήριο είναι πώς μεταδίδεται η νομισματική μας πολιτική μέχρι σήμερα στην οικονομική δραστηριότητα. Εκτός από τις συνήθεις ενημερώσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών και την αξιολόγηση της μετακύλισης των επιτοκίων, τον Οκτώβριο θα λάβουμε ενημέρωση από την Ερευνα για τον Τραπεζικό Δανεισμό (BLS) σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η αυστηρότερη νομισματική πολιτική μας επηρεάζει την προσφορά και τη ζήτηση πιστώσεων. Το BLS μάς παρέχει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη μετάδοση μέσω του καναλιού του τραπεζικού δανεισμού στην οικονομική δραστηριότητα. Θα περιμέναμε αυτή η μετάδοση να γίνει πιο αργά από ό,τι, ας πούμε, η μετάδοση της πολιτικής μας στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Από την πλευρά της προσφοράς, οι δανειστές μπορεί να γίνουν πιο προσεκτικοί εν όψει του αυξανόμενου κόστους χρηματοδότησης και της επιβράδυνσης της οικονομίας. Ενώ από την πλευρά της ζήτησης, πολλά υπερχρεωμένα νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα εκτεθούν σταδιακά σε υψηλότερα επιτόκια, καθώς τα δάνεια ανατιμώνται σταδιακά.
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Οι προοπτικές είναι εξαιρετικά αβέβαιες, καθώς μεταβάλλονται συνεχώς ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων, του γεωπολιτικού κατακερματισμού και των ακραίων καιρικών φαινομένων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Αυτό το πλαίσιο είναι απίθανο να αλλάξει σύντομα και, ως υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, το μόνο πράγμα για το οποίο μπορούμε να είμαστε βέβαιοι είναι η αβεβαιότητα αυτή καθαυτή. Αυτό ήταν το σαφές μήνυμα από τις συναντήσεις του ΔΝΤ στο Μαρόκο την περασμένη εβδομάδα, όπου και οι τρεις παραπάνω παράγοντες επισημάνθηκαν ως βασικοί μοχλοί αυξημένων ευπαθειών και κινδύνων στην παγκόσμια οικονομία. Για τη νομισματική πολιτική, η διάχυτη αβεβαιότητα αποτελεί πρόκληση, κυρίως όσον αφορά τη διαμόρφωση της προοπτικής μας για το πώς αναμένεται να εξελιχθεί η οικονομία. Χρειάζεται να κάνουμε τακτικές προβολές προκειμένου να πλαισιώσουμε τη βαθμονόμηση της πολιτικής μας στάσης. Ωστόσο, όπως έδειξαν τα γεγονότα των δύο τελευταίων ετών, τα γεγονότα μπορούν γρήγορα να καταστήσουν παρωχημένες ακόμα και τις πιο πρόσφατες προβλέψεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι εγκαταλείπουμε τα οικονομικά μοντέλα, τα πλαίσια και τις προβλέψεις μας. Προτιμότερα, πρέπει να επικοινωνήσουμε με σαφήνεια ποιοι είναι οι κίνδυνοι και οι αβεβαιότητες και, εάν πρόκειται να υλοποιηθούν, τι σημαίνουν για τις προοπτικές μας. Στις προβλέψεις της του Σεπτεμβρίου η ΕΚΤ έχει τον πληθωρισμό να επιστρέφει σταδιακά στο στόχο μας για 2% τα επόμενα δύο χρόνια, πριν τον επιτύχει το δεύτερο εξάμηνο του 2025. Αλλά το προσωπικό της ΕΚΤ είναι επίσης πολύ σαφές σχετικά με τους ανοδικούς και καθοδικούς κινδύνους αυτών των προβλέψεων. Για παράδειγμα, εάν οι τιμές της ενέργειας έπεφταν εντός του 75ου εκατοστημόριου της option-implied κατανομής των τιμών τον Αύγουστο του 2023, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι 0,7% και 0,5% υψηλότερος το 2024 και το 2025 – με άλλα λόγια, σημαντικά πάνω από τον στόχο. Φυσικά, υπάρχουν και καθοδικοί κίνδυνοι για τις τιμές της ενέργειας. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που τα αποτελέσματα των τιμών της ενέργειας βρίσκονται στο 25ο εκατοστημόριο της κατανομής – λόγω, ας πούμε, μιας πιο έντονης επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης – ο πληθωρισμός θα ήταν -0,6% και -0,5% κάτω από τις βασικές προβλέψεις μας το 2024 και το 2025. Επομένως, σημαντική υποχώρηση έως το 2025. Υπάρχουν επίσης και άλλοι καθοδικοί κίνδυνοι, που προέρχονται, για παράδειγμα, από την επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας ή από μια ισχυρότερη μετάδοση της νομισματικής μας πολιτικής. Συνεχίζουμε να παρακολουθούμε στενά όλους αυτούς τους κινδύνους.
Μάντις Μίλερ – Εσθονία
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Το κύριο θέμα της συζήτησης θα είναι σίγουρα οι προοπτικές για τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ. Αυτό με τη σειρά του επηρεάζεται από τις οικονομικές εξελίξεις ευρύτερα, συμπεριλαμβανομένων, αλλά όχι μόνο, της ισχύος της καταναλωτικής ζήτησης, της αύξησης των μισθών, των όγκων δανείων κ.λπ. Ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε είναι αυτός του επίμονα υψηλότερου πληθωρισμού και πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι οι αποφάσεις της κεντρικής τράπεζας για τα επιτόκια είναι επαρκείς για να μειώσουν τον πληθωρισμό σταθερά στο επίπεδο του 2% που στοχεύουμε για την ευρωζώνη στο σύνολό της. Εχουμε ήδη δει μια σημαντική μείωση του πληθωρισμού από τα τέλη του περασμένου έτους, αλλά είναι πολύ νωρίς για να γιορτάσουμε. Πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση και να δώσουμε προσοχή στις ενδείξεις ή στις πιέσεις που εμφανίζονται ξανά στις τιμές, όπως η πρόσφατη άνοδος των τιμών της ενέργειας που οφείλεται στις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Η οικονομική δραστηριότητα στη ζώνη του ευρώ έχει αποδυναμωθεί τα τελευταία τρίμηνα. Ο πληθωρισμός έχει μειωθεί, αλλά παραμένει πολύ υψηλός για το μεγαλύτερο μέρος του ορίζοντα προβολής μας. Αυτό που είναι διαφορετικό αυτή τη φορά είναι η ισχύς της αγοράς εργασίας υπό το πρίσμα της σχετικά αδύναμης συνολικής οικονομικής κατάστασης. Η ανεργία στην ευρωζώνη βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και η αύξηση των μισθών ήταν πρόσφατα σχετικά ισχυρή, έστω και αν δεν είναι ακόμη αρκετή για να αντισταθμίσει πλήρως την απώλεια αγοραστικής δύναμης των πολιτών τα τελευταία δύο χρόνια. Υπάρχουν επίσης σαφείς ενδείξεις ότι η αύξηση των επιτοκίων έχει αντίκτυπο στην οικονομία, καθώς ο όγκος των δανείων έχει μειωθεί και οι αγορές ακινήτων έχουν υποχωρήσει. Μακροπρόθεσμα, τα διαρθρωτικά ζητήματα θα διαμορφώσουν το μέλλον και η οικονομική μας τύχη εξαρτάται από την ικανότητα των ευρωπαϊκών χωρών και εταιρειών να παραμείνουν ανταγωνιστικές παγκοσμίως. Υπάρχει ανάγκη να βελτιωθεί το επίπεδο παραγωγικότητας, ιδίως καθώς οι κοινωνίες μας γερνούν (το σχετικό ποσοστό των συνταξιούχων αυξάνεται) και η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στις τιμές σε παγκόσμιο επίπεδο έχει πληγεί από την πρόσφατη περίοδο του πληθωρισμού. Ωστόσο, τέτοια διαρθρωτικά ζητήματα δεν μπορούν να επιλυθούν από τις κεντρικές τράπεζες και τη νομισματική πολιτική.
Γιοαχίµ Νάγκελ – Γερμανία
Η ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ είναι ασθενής. Ποιες είναι οι ανησυχίες σας;
Οι κύριοι παράγοντες επιβράδυνσης της ανάπτυξης είναι η ασθενής εγχώρια και εξωτερική ζήτηση. Τα επόμενα χρόνια, η οικονομία της ζώνης του ευρώ πιθανότατα θα ενισχυθεί. Κύριο μέλημα παραμένει ο πληθωρισμός, ο οποίος επιβαρύνει τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και το σύνολο της οικονομίας.
Μάριο Σεντένο – Πορτογαλία
Ποιο είναι το σημαντικότερο θέμα συζήτησης στη συνάντηση στην Αθήνα;
Τον Σεπτέμβριο φτάσαμε σε μια πολύ σημαντική στιγμή όσον αφορά τη νομισματική πολιτική. Στη δήλωση νομισματικής πολιτικής, έχουμε αναγνωρίσει ότι τα επιτόκια έχουν φτάσει σε επίπεδα που, διατηρούμενα για αρκετά μεγάλη διάρκεια, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον στόχο του 2%. Κατά τη συνάντησή μας στην Αθήνα, με νέα δεδομένα θα επιβεβαιώσουμε εάν διατηρούνται αυτές οι προοπτικές σταθερότητας, κάτι που θα προσέφερε έναν νέο βαθμό προβλεψιμότητας για τις αποφάσεις των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και άλλων παραγόντων της αγοράς.
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Το ισοζύγιο των κινδύνων κλίνει σαφώς προς τα κάτω. Η επιβράδυνση της παγκόσμιας ζήτησης και ο αντίκτυπος των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης, σε συνδυασμό με τη γεωπολιτική αβεβαιότητα, επηρεάζουν την ανάπτυξη και προκαλούν υποχώρηση στην αγορά εργασίας. Η παρακολούθηση αυτών των εξελίξεων όσον αφορά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής είναι καίριας σημασίας. Στο σημερινό οικονομικό πλαίσιο, δεν μπορούμε να διακινδυνεύσουμε μια υπερβολική αυστηροποίηση που βλάπτει την οικονομική δραστηριότητα περισσότερο από όσο χρειάζεται. Οι προσπάθειές μας, στην ΕΚΤ, θα πρέπει να επικεντρωθούν στη διατήρηση τόσο των τιμών όσο και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και μόνο η διατήρηση των πρόσφατων συνθηκών στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας – ευελιξία, κινητικότητα και ένταξη – θα καταστήσει δυνατή μια σταθερή μετάβαση σε χαμηλό πληθωρισμό.
Γιάννης Στουρνάρας – Ελλάδα
Ποιο είναι το διακύβευμα της συνεδρίασης της ΕΚΤ στην Αθήνα;
Τα μέλη της ΕΚΤ συναντήθηκαν στην Τράπεζα της Ελλάδος το 2008. Συναντώνται πάλι, ύστερα από 15 χρόνια, προκειμένου να συνεδριάσουν και να ληφθούν αποφάσεις νομισματικής πολιτικής. Σε αυτά τα χρόνια που μεσολάβησαν, ευρωζώνη και Ελλάδα απέκτησαν γνώση, που δεν υπήρχε πριν, για να αντιμετωπίσουν μια πρωτοφανή κρίση με επιτυχία, παρά τα λάθη. Λύθηκαν δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όπως η αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η αποτελεσματική λειτουργία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Μπορεί τότε όλα αυτά να ήταν συνδεδεμένα με λιτότητα, η οποία όμως ήταν η συμβολή της Ελλάδας, δηλαδή το αντίτιμο στη λήψη σωστών μέτρων για την αντιμετώπιση κραυγαλέων διαρθρωτικών προβλημάτων. Από την πλευρά της, η ευρωζώνη έδωσε τη μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια που έχει παρασχεθεί στην Ιστορία, με τη μορφή δανείων, με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα του χρέους για αρκετά χρόνια.
Τώρα, η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει χωρίς δισταγμό τις διαρθρωτικές αλλαγές που περιλαμβάνουν τον εκσυγχρονισμό του κράτους, την ψηφιοποίηση, τις μεταρρυθμίσεις στην Υγεία και σε θεσμούς, περιλαμβανομένης της Δικαιοσύνης. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να εξασφαλίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα, με δημοσιονομικό πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ για το 2023 και άνω του 2% στη συνέχεια. Στόχος είναι πρωτογενή πλεονάσματα που να καλύπτουν τους τόκους του δημοσίου χρέους.
Ποιο είναι το διακύβευμα για την Ευρώπη;
Η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με μια νέα πηγή αβεβαιότητας, αυτή τη φορά από τη Μέση Ανατολή, η οποία μπορεί να προκαλέσει κλυδωνισμούς, ανάλογα με την έκταση και την ένταση των εξελίξεων. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για τα χειρότερα, διότι οι κρίσεις αυτές, όπως έχει αποδειχθεί, συνδέονται με συνθήκες στασιμοπληθωρισμού και με άλλες συνέπειες, όπως το Μεταναστευτικό, πέραν της ανθρωπιστικής κρίσης.
Επομένως, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν μία ακόμα σοβαρή αβεβαιότητα.
Σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής, θεωρώ ότι τα επιτόκια βρίσκονται ήδη υψηλότερα από το επίπεδο του ουδέτερου επιτοκίου. Επίσης, οι υπόλοιπες χρηματοοικονομικές συνθήκες που επηρεάζονται από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ βρίσκονται στην περιοχή της νομισματικής σύσφιξης.
Πιστεύω ότι δεν πρέπει να προχωρήσουμε σε περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, δίνοντας χρόνο να εξετάσουμε τις συνθήκες και την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί, δεδομένου ότι στη νομισματική πολιτική υπάρχει ένας χρόνος υστέρησης 18 έως 24 μηνών.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να βοηθήσουν οι κυβερνήσεις, λαμβάνοντας μέτρα στήριξης, τα οποία θα πρέπει να είναι προσωρινού χαρακτήρα, στοχευμένα στις ευάλωτες ομάδες και να είναι σχεδιασμένα ώστε να οδηγούν στη μεγαλύτερη δυνατή εξοικονόμηση ενέργειας. Θα πρέπει να δώσουν έμφαση στις επενδύσεις του δημόσιου τομέα, με στόχο την αύξηση της ολικής παραγωγικότητας, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης.
Ρόµπερτ Χόλτσµαν – Αυστρία
Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης;
Στα μέσα Σεπτεμβρίου, η ΕΚΤ επισήμανε ότι το ΑΕΠ της ζώνης του ευρώ παρέμεινε σε γενικές γραμμές στάσιμο το πρώτο εξάμηνο του έτους και πρόσφατοι δείκτες υποδηλώνουν ότι η οικονομία είναι πιθανό να παραμείνει υποτονική τους επόμενους μήνες. Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ υποχωρεί από την αρχή του έτους. Τους επόμενους μήνες, οι απότομες αυξήσεις των τιμών που καταγράφηκαν το φθινόπωρο του 2022 θα βρεθούν εκτός ετήσιων συγκρίσεων, με αποτέλεσμα να τραβήξουν τον πληθωρισμό προς τα κάτω. Ωστόσο, αυτό που έχει αλλάξει από το τελευταίο διοικητικό μας συμβούλιο είναι η αντίληψη του κινδύνου: μετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ο κίνδυνος υψηλότερων τιμών του πετρελαίου και κατά συνέπεια υψηλότερου πληθωρισμού και χαμηλότερης ανάπτυξης έχει σαφώς αυξηθεί.
Πηγή: Έντυπη έκδοση Τα Νέα
Latest News
Πρώτη δημόσια εμφάνιση Πατέλη μετά την παραίτηση του – Ο μίνι απολογισμός
Ο Αλέξης Πατέλης μίλησε σε εκδήλωση της ΕΧΑΕ τονίζοντας το μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης στην οικονομία
Έρχονται τα πρώτα 300 φθηνά σπίτια - Οι δικαιούχοι και το ενοίκιο
Το πρόγραμμα «Κοινωνική Αντιπαροχή» στοχεύει στην ανέγερση 2.500 κατοικιών σε οικόπεδα του Δημοσίου
Σκυλακάκης: Νέα μπόνους δόμησης μετά τη «βόμβα» του ΣτΕ
Έρχονται ειδικά κίνητρα (bonus) σε ό,τι αφορά στα ύψη, στα δώματα, στις φυτεμένες στέγες, δηλώνει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκης
Προϋπολογισμός: Στο στόχαστρο της αντιπολίτευσης μαζί με τράπεζες και φορολογία
Ξεκίνησε η πενθήμερη συζήτηση του προϋπολογισμού στην Βουλή
Συνταγματική η ειδική εισφορά αλληλεγγύης για τους δικαστές
Η διατήρηση της υποχρέωσης καταβολής της εισφοράς αλληλεγγύης δεν προκύπτει ότι θέτει σε κίνδυνο την αξιοπρεπή διαβίωση των δικαστικών λειτουργών
Χατζηδάκης: Μειώνονται οι τραπεζικές προμήθειες - Πότε θα γίνουν οι ανακοινώσεις
Από το 2025 οι τραπεζικές προμήθειες θα είναι αρκετά χαμηλότερες, με τις παρεμβάσεις που δρομολογεί κυβέρνηση, λέει ο Χατζηδάκης
«Βόμβα» ΣτΕ για τα ύψη των κτιρίων – Ποιες άδειες επηρεάζονται
Η απόφαση αυτή του ανωτάτου δικαστηρίου που έχει τεράστιο αντίκτυπο στις επενδύσεις και στο χώρο της οικονομίας
Τρέχουν τα ενοίκια γραφείων και καταστημάτων - Πόσο αυξήθηκαν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη [πίνακες]
Τι δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τις τιμές πώλησης και ενοικίασης γραφείων και καταστημάτων το α' εξάμηνο 2024
Αύξηση στο ενεργητικό στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης - Τα στοιχεία για το γ΄ τρίμηνο
Η αξία διαμορφώθηκε στα 2.428 εκατ. ευρώ στο τέλος του γ΄ τριμήνου του 2024, έναντι 2.348 εκατ. ευρώ το προηγούμενο τρίμηνο
ΔΕΠΑ Εμπορίας: Κλείνει η μεταβίβαση του 35% της Helleniq Energy στο ΤΑΙΠΕΔ – Το τίμημα
Εντός 48 ωρών η απόφαση για την απόκτηση του 35% της ΔΕΠΑ Εμπορίας από το Δημόσιο – Στα 200 εκατ. ευρώ το τίμημα