
Η Glencore εξετάζει το ενδεχόμενο να μεταφέρει την κύρια εισαγωγή μετοχών της μακριά από το Λονδίνο, μια εξέλιξη που θα αποτελούσε νέο πλήγμα για το βρετανικό χρηματιστήριο μετά από μια σειρά αποχωρήσεων.
Ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου εξόρυξης δήλωσε ότι μελετά κατά πόσον μια μετακίνηση θα ενίσχυε τις μετοχές της – με τη Νέα Υόρκη να βρίσκεται στην κορυφή του καταλόγου των πιθανών προορισμών.
«Τελικά, αυτό που θέλουμε να διασφαλίσουμε είναι ότι οι τίτλοι μας διαπραγματεύονται στο σωστό χρηματιστήριο, όπου μπορούμε να έχουμε τη σωστή και βέλτιστη αποτίμηση για τη μετοχή μας», δήλωσε ο Γκάρι Νεγκλ.
«Στο παρελθόν έχουν τεθεί ερωτήματα σχετικά με το αν το Λονδίνο είναι το κατάλληλο χρηματιστήριο. Αν υπάρχει κάποιο καλύτερο, και σε αυτά συμπεριλαμβάνονται χρηματιστήρια όπως το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, πρέπει να το εξετάσουμε».
Μεγάλο το πλήγμα αν φύγει η Glencore
Η Glencore, με έδρα την Ελβετία, είναι εισηγμένη στο Λονδίνο από το 2011, όταν η εταιρεία αποτιμήθηκε σε περίπου 37 δισεκατομμύρια λίρες – τότε ήταν η μεγαλύτερη εισαγωγή στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου. Η εισαγωγή στο χρηματιστήριο κατέστησε τον προκάτοχο του Νεγκλ, Ιβάν Γκλάσενμπεργκ, έναν από τους πλουσιότερους άνδρες της Ευρώπης, με περιουσία σχεδόν 6 δισ. στερλίνες. Η εταιρεία έγινε γνωστή ως «εργοστάσιο εκατομμυριούχων».
Ωστόσο, το Λονδίνο έχει πληγεί από μια σειρά αποχωρήσεων υψηλού προφίλ, με πολλές από τις εταιρείες να κατηγορούν τη μειωμένη ρευστότητα και τις χαμηλότερες αποτιμήσεις ως λόγους για την αποχώρησή τους.
Εάν η Glencore αποχωρήσει, θα είναι μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες που θα εγκαταλείψουν το Λονδίνο, δεδομένης της χρηματιστηριακής της αξίας που ξεπερνά τα 40 δισ. λίρες. Θα αποτελούσε επίσης σημαντικό πλήγμα λόγω της παραδοσιακής θέσης της πρωτεύουσας ως παγκόσμιου κόμβου για τις εταιρείες εξόρυξης.
Πέρυσι, 88 εταιρείες αποσύρθηκαν από το Χρηματιστήριο του Λονδίνου ή μετέφεραν την κύρια εισαγωγή τους από την κύρια αγορά του. Μόλις 18 εισήχθησαν στο χρηματιστήριο κατά τη διάρκεια του 2024. Οι ΗΠΑ ήταν συχνά ο προορισμός για τις εταιρείες που αποχωρούσαν, επειδή προσφέρουν βαθύτερες δεξαμενές κεφαλαίων και μεγαλύτερους όγκους συναλλαγών.


Latest News

Από «αόρατη» σύζυγος αντιπροέδρου... celebrity - Ποια είναι η δεύτερη κυρία των ΗΠΑ Ούσα Βανς
Ως δεύτερη κυρία, η Ούσα Βανς έχει κρατήσει χαμηλό προφίλ στην Ουάσιγκτον, αλλά έχει σχέδια

Πόσο πιο πλούσιες έγιναν οι 19 πλουσιότερες οικογένειες των ΗΠΑ πέρυσι
Οι πλουσιότεροι από τους πλούσιους στην Αμερική ελέγχουν τον πλούτο του έθνους σε επίπεδα ρεκόρ

100 ημέρες χάους και ελάχιστα αποτελέσματα από το DOGE του Μασκ
Αδηλο το μέλλον του υπουργείου αποτελεσματικότητας μετα την αποχώρηση Μασκ - Η κριτική για έλλειψη διαφάνειας και τα πενιχρά αποτελέσματα

Από τα τρένα στα... τανκς - Η ιστορική στροφή της Γερμανίας που γεννά ευκαιρίες
Τι αναφέρει δημοσίευμα των FT για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει αυτό το διάστημα η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης

Τραμπ: Ο πόλεμος με την Fed και το βαθύ πλήγμα στην αγορά ομολόγων
Στο κάδρο η ανεξαρτησία της Fed που προστίθεται στις ανησυχίες των επενδυτών για το χρέος, τον εμπορικό πόλεμο και τους τριγμούς στο καθεστώς του ασφαλούς καταφυγίου

H μεγάλη αντεπίθεση της Volkswagen στην Κίνα
Τρία καινούργια μοντέλα σχεδιασμένα ειδικά για την κινεζική αγορά παρουσίασε η γερμανική εταιρεία στη Σανγκάη

Η Nestle παγώνει τις τιμές για να μη χάσει καταναλωτές
Οι δασμοί πυροδοτούν σενάρια ύφεσης και πτώσης της κατανάλωσης - Σε άνοδο τα προϊόντα private label
![Φιλίπ Λέιν [ΕΚΤ]: Οι δασμοί Τραμπ είναι απίθανο να οδηγήσουν σε ύφεση την ευρωζώνη](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2024/08/lane-ecb-600x432.jpg)
Λέιν: Οι δασμοί είναι απίθανο να οδηγήσουν σε ύφεση την ευρωζώνη
Ο Φιλίπ Λέιν εμφανίστηκε αισιόδοξος - Τι ανακοίνωσε για τα επιτόκια

Μπέιλι: Επικεντρωνόμαστε στο σοκ της ανάπτυξης – Τι είπε για δασμούς και ύφεση
Η Τράπεζα της Αγγλίας θα εξετάσει τις επιπτώσεις από τους δασμούς στην ανάπτυξη και στον πληθωρισμό

Αύξηση των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών απο τις ΗΠΑ το 2024
Oι εξαγωγές ουίσκι απο τις ΗΠΑ στην ΕΕ αυξήθηκαν σχεδόν κατά 60% σε 699 εκατ. δολάρια , μεταξύ 2022 και 2024, από 439 εκατ. δολάρια το 2021