
Περισσότεροι από 1 στους 4 Ελληνες -ήτοι ποσοστό 26,9% (2.740.051 άτομα)- αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, σύμφωνα με τα στοιχεία Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών 2024 που πραγματοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ. Το αντίστοιχο ποσοστό για το 2023 ήταν χαμηλότερο, στο 26,1%.
Η αύξηση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (που συντίθεται από τους επιμέρους δείκτες α) του κινδύνου φτώχειας, β) της υλικής και κοινωνικής στέρησης και γ) της χαμηλής έντασης εργασίας) οφείλεται στην αύξηση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας, σε 19,6% το 2024 από 18,9% το 2023 και της υλικής και κοινωνικής στέρησης σε 14,0% το 2024 από 13,5% το 2023.
Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι υψηλότερος στην περίπτωση των παιδιών ηλικίας 17 ετών και κάτω (27,9%) και στις γυναίκες, ενώ πιο εκτεθειμένα είναι τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία.


Το ποσοστό πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών που διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας υπολογίζεται σε 8,6% επί του συνόλου του πληθυσμού αυτής της ομάδας ηλικιών, εμφανίζοντας μείωση κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το έτος 2023. Το ποσοστό για τους άνδρες ανέρχεται σε 7,6% και για τις γυναίκες σε 9,7%.
Σε δύο Μεγάλες Γεωγραφικές Περιοχές -Αττική, Νησιά Αιγαίου και Κρήτη- καταγράφονται ποσοστά κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού χαμηλότερα από αυτό του συνόλου της Χώρας, ενώ στις άλλες δύο Μεγάλες Γεωγραφικές Περιοχές -Βόρεια Ελλάδα, Κεντρική Ελλάδα- τα αντίστοιχα ποσοστά είναι υψηλότερα.

Το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού μονογονεϊκών νοικοκυριών με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 43,7%, ενώ συνολικά των νοικοκυριών με εξαρτώμενα παιδιά ανέρχεται σε 28,9% και των νοικοκυριών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά σε 20,6%.

Ο πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού που διαβιεί σε ιδιόκτητη κατοικία με οικονομικές υποχρεώσεις ανέρχεται σε 22,0%, σε ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις σε 24,6%, ενώ σε ενοικιασμένη κατοικία σε 32,2%.
Κίνδυνος φτώχειας και κατώφλι κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις
Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.510 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 13.671 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Το κατώφλι της φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 10.850 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της Χώρας εκτιμήθηκε σε 20.103 ευρώ.
Το έτος 2024 (περίοδος αναφοράς εισοδήματος το έτος 2023), το 19,6% του συνολικού πληθυσμού της Χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Στο Γράφημα 4 παρουσιάζεται ο δείκτης κινδύνου φτώχειας της περιόδου 2015-2024.
Ας σημειωθεί ότι ως κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ορίζεται το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά, των οποίων το συνολικό ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο του 60% του εθνικού διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος. Σημειώνεται ότι οι πληθυσμιακές ομάδες που κατά τεκμήριο είναι φτωχές, όπως άστεγοι, παράνομοι οικονομικοί μετανάστες, Ρομά που μετακινούνται και αλλάζουν τόπο διαμονής κ.λπ., υπο-αντιπροσωπεύονται στην έρευνα.
Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 842.421 σε σύνολο 4.298.067 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.996.833 στο σύνολο των 10.187.923 ατόμων του εκτιμώμενου πληθυσμού της Χώρας που διαβιεί σε ιδιωτικά νοικοκυριά.
Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 22,4%, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 (21,8%), ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18-64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 19,1% (18,6% το 2023) και 18,8% (17,6% το 2023), αντίστοιχα.
Ο κίνδυνος φτώχειας, υπολογιζόμενος με κατώφλια διαφορετικά του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
o 7,0%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
o 11,8%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και,
o 25,9%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.
Η σημασία του επιπέδου εκπαίδευσης
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της ΕΛΣΤΑΤ, όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης τόσο μικρότερο είναι το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας. Για το έτος 2024, ο κίνδυνος φτώχειας εκτιμάται σε 28,2% για όσους έχουν ολοκληρώσει προσχολική, πρωτοβάθμια και το πρώτο στάδιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, σε 19,1% για όσους έχουν ολοκληρώσει το δεύτερο στάδιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, και σε 7,1% για όσους έχουν ολοκληρώσει το πρώτο και το δεύτερο στάδιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Οι εργαζόμενοι 18 ετών και άνω αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους εργαζομένους 18 ετών και άνω ανέρχεται σε 10,5%, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το έτος 2023.
Μείωση κατά 0,1 ποσοστιαίες μονάδες παρουσίασε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις εργαζόμενες γυναίκες 18 ετών και άνω, και αύξηση κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες το ποσοστό για τους εργαζόμενους άνδρες, με τα αντίστοιχα ποσοστά να διαμορφώνονται σε 7,3% και 12,9%.
Για τους ανέργους, ο κίνδυνος φτώχειας είναι σημαντικά μεγαλύτερος και ανέρχεται σε 49,2%, παρουσιάζοντας σημαντική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών (61,0% και 40,7% αντίστοιχα). Ο κίνδυνος φτώχειας για όσους είναι οικονομικά μη ενεργοί (μη συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων) αυξήθηκε κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 και ανήλθε σε 31,9%.
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους εργαζομένους 18-64 ετών ανέρχεται σε 10,5%, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το έτος 2023. Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις εργαζόμενες γυναίκες 18-64 ετών παρέμεινε σταθερό (7,3%) ενώ αύξηση κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες παρουσίασε το αντίστοιχο ποσοστό για τους εργαζόμενους άνδρες 18-64 ετών με το ποσοστό να διαμορφώνεται σε 12,9%.
Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 9,8%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 20,6%.
Κοινωνικές μεταβιβάσεις και κίνδυνος φτώχειας
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 45,0% ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 23,5%.
Αναφορικά με τα κοινωνικά επιδόματα, επισημαίνεται ότι αυτά περιλαμβάνουν παροχές κοινωνικής βοήθειας (όπως το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, το επίδομα στέγασης, το επίδομα θέρμανσης κ.λπ.), οικογενειακά επιδόματα (όπως επιδόματα τέκνων), καθώς και επιδόματα ή βοηθήματα ανεργίας, ασθένειας, αναπηρίας ή ανικανότητας, ή και εκπαιδευτικές παροχές.
Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 19,6%, ως εκ τούτου διαπιστώνεται ότι τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας κατά 3,9 ποσοστιαίες μονάδες ενώ, εν συνεχεία, οι συντάξεις κατά 21,5 ποσοστιαίες μονάδες. Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας κατά 25,4 ποσοστιαίες μονάδες.
Εξέλιξη του εισοδήματος των νοικοκυριών
Το 13,3 % των νοικοκυριών δήλωσε ότι το εισόδημά του αυξήθηκε κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, το 10,2% των νοικοκυριών δήλωσε ότι μειώθηκε και το 76,6% των νοικοκυριών ότι παρέμεινε το ίδιο.
Το μέσο ισοδύναμο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα ανήλθε σε 12.391 ευρώ, αυξημένο κατά 7,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Στο Γράφημα 8 εμφανίζεται η εξέλιξη του εισοδήματος από το έτος 2015 έως το έτος 2024.


Latest News

La Repubblica: Θετική αποτίμηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας
Όπως σημειώνει για τα πλεονάσματα του 2024 πρόκειται για «εξαιρετική επίδοση για μία χώρα όπως η Ελλάδα, η οποία πριν από 15 χρόνια είχε υποστεί υποβάθμιση του δημόσιου χρέους της σε junk bond

Επιστρέφουν τα χρήματα από τους Αναπτυξιακούς Νόμους που δεν αξιοποιήθηκαν - Τι είπε ο Θεοδωρικάκος
Σε ό,τι αφορά στις τιμές του Πάσχα ο κ. Θεοδωρικάκος κάλεσε τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης να δείξουν περισσότερη υπευθυνότητα

Οδηγός για τα καταπατημένα - Πώς θα αποκτήσετε τίτλους ιδιοκτησίας
10+3 ερωταπαντήσεις για την απόκτηση των τίτλων ιδιοκτησίας για καταπατημένα ακίνητα – Οι ημερομηνίες «κλειδιά» για την εξαγορά και η διαδικασία για την κατοχύρωση της περιουσίας

Οι «αστερίσκοι» στον δρόμο για το δημόσιο χρέος μέχρι το 2032
Ακόμη και αν αυτή η κυβερνητική πρόβλεψη για δημόσιο χρέος στο 140% του ΑΕΠ το 2027 καταστεί γεγονός, το ελληνικό χρέος θα παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη

Κίνητρα για επενδύσεις σε παραμεθόριες περιοχές - Τι περιλαμβάνεται
Παρεμβάσεις για τον παραγωγικό μετασχηματισμό σε τμήματα της χώρας που αντιμετωπίζουν οικονομικά και δημογραφικά προβλήματα

Πιερρακάκης στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ: Δεν σκοπεύουμε να μεταφέρουμε το βάρος στις επόμενες γενιές
Ιδιαίτερη μνεία στην εξυγίανση του τραπεζικού τομέα έκανε ο Κυριάκος Πιερρακάκης μιλώντας στο πλαίσιο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ

Σκέρτσος: Οι 10 πολιτικές της κυβέρνησης για προσιτή στέγη
Ανάρτηση του υπουργού Επικρατείας Ακη Σκέρτσου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης

Το δημογραφικό υπονομεύει την ανάπτυξη - Καμπανάκι από το ΚΕΠΕ
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική αγορά εργασίας –και συνολικά η χώρα– είναι το δημογραφικό, τονίζει ο πρόεδρος του ΚΕΠΕ, Παναγιώτης Λιαργκόβας
![ΔΝΤ: Καμπανάκι για δημόσιο χρέος από δασμούς και αμυντικές δαπάνες [γράφημα]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2024/05/30859482_Sharone-perlstein-microfinanace-debt-800x500_c-600x375-1-1.jpg)
Καμπανάκι ΔΝΤ για δημόσιο χρέος από δασμούς και αμυντικές δαπάνες - Τι λέει για την Ελλάδα [γράφημα]
Το ΔΝΤ προβλέπει πλέον ότι το παγκόσμιο δημόσιο χρέος θα αυξηθεί κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες φέτος

Τα 2+1 ατού για την προσέλκυση νέων επενδύσεων – Το στοίχημα της Ελλάδας
Τι λένε παράγοντες της αγοράς για την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει τους ανοδικούς ρυθμούς ανάπτυξης – Το αγκάθι της αβεβαιότητας