Χωρίς απαντήσεις επέστρεψαν οι περισσότεροι συμμετέχοντες στις Εαρινές Συναντήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, καθώς αναζητούσαν τον τρόπο για να λειανθούν οι επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία από τον εμπορικό πόλεμο του Ντόναλντ Τραμπ.
Στο πλαίσιο αυτό ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ ήταν περιζήτητος, καθώς οι περισσότεροι υπουργοί Οικονομικών και Εμπορίου ήθελαν να συναντηθούν μαζί του ή με άλλα μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης. Το ζητούμενο ήταν να καθησυχαστούν οι ανησυχίες όσον αφορά τις επιπτώσεις των δασμών στις οικονομίες τους.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters όποιοι κατάφεραν να κλείσουν ραντεβού άκουγαν από τους Αμερικανούς αξιωματούχους να κάνουν υπομονή, ενώ δε οριστικοποιήθηκε καμία συμφωνία, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε την παραλαβή 18 γραπτών προτάσεων και ένα πλήρες πρόγραμμα διαπραγματεύσεων. Επιπλέον, δεν έκαναν κανένα σχόλιο στις προειδοποιήσεις ότι οι δασμοί που ήδη έχει επιβάλει ο Λευκός Οίκος θα πλήξουν σημαντικά την αμερικανική οικονομία αλλά και τις μεγάλες οικονομίες.
Οι πιο ουσιαστικές διαπραγματεύσεις ήταν με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, τις οποίες ο Μπέσεντ χαρακτήρισε «παραγωγικές» χωρίς απτά μέχρι στιγμής αποτελέσματα.
«Δεν διαπραγματευόμαστε. Απλώς παρουσιάζουμε, συζητάμε για την οικονομία», δήλωσε ο Πολωνός υπουργός Οικονομικών Andrzej Domanski σημειώνοντας «πως αυτή η αβεβαιότητα είναι κακή για την Ευρώπη, για τις ΗΠΑ. θέλω να πω, στην πραγματικότητα είναι κακή για όλους». Πρόσθεσε ότι «γνωρίζουμε ότι πιστεύουν – ότι δεν θα είναι τόσο άσχημα. Πιστεύουν ότι είναι ένας βραχυπρόθεσμος πόνος με μακροπρόθεσμο κέρδος. Και φοβάμαι ότι θα έχουμε βραχυπρόθεσμο πόνο και μακροπρόθεσμο πόνο»
Οι προβλέψεις του ΔΝΤ
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στις Παγκόσμιες Οικονομικές Προοπτικές του. Εκτιμά ότι η ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας θα διαμορφωθεί στο 2,8% το 2025. Ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί πιο αργά από ό,τι αναμενόταν τον Ιανουάριο, δεδομένης της επίδρασης των δασμών, φθάνοντας το 4,3% το 2025 και το 3,6% το 2026, με «αξιοσημείωτες» ανοδικές αναθεωρήσεις για τις ΗΠΑ και άλλες προηγμένες οικονομίες.
Το ΔΝΤ χαρακτήρισε την έκθεση «πρόβλεψη αναφοράς» με βάση τις εξελίξεις έως τις 4 Απριλίου, επικαλούμενο την εξαιρετική πολυπλοκότητα και ρευστότητα της τρέχουσας συγκυρίας. «Μπαίνουμε σε μια νέα εποχή, καθώς το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα που λειτουργούσε τα τελευταία 80 χρόνια επαναπροσδιορίζεται» τόνισε στους δημοσιογράφους ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Πιερ-Ολιβιέ Γκουρινσά.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έφυγαν από εδώ προετοιμάζοντας τα πράγματα να γίνουν χειρότερα από οικονομική άποψη
Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα. αναγνώρισε ότι οι χώρες-μέλη ανησυχούν για το σοκ αβεβαιότητας σε μια παγκόσμια οικονομία που ταλανίζεται από πανδημίες, πληθωρισμό και πολέμους, αλλά εξέφρασε την ελπίδα ότι οι εμπορικές διαπραγματεύσεις θα απαλύνουν τις δασμολογικές πιέσεις.

«Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει δουλειά σε εξέλιξη για την επίλυση των εμπορικών διαφορών και τη μείωση της αβεβαιότητας» είπε μιλώντας στους δημοσιογράφους. «Η αβεβαιότητα είναι πραγματικά κακή για τις επιχειρήσεις, οπότε όσο πιο γρήγορα αρθεί αυτό το σύννεφο που κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας, τόσο το καλύτερο για το κέρδος, την ανάπτυξη, την παγκόσμια οικονομία».
Το Ταμείο δίνει 37% πιθανότητες για ύφεση, ωστόσο το ποσοστό αυτό θεωρείται χαμηλό και αισιόδοξο από πολλούς αξιωματούχους που μίλησαν στο Reuters.
«Νομίζω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έφυγαν από εδώ προετοιμάζοντας τα πράγματα να γίνουν χειρότερα από οικονομική άποψη» εξήγησε ο Τζος Λίπσκι, πρώην σύμβουλος του ΔΝΤ, ο οποίος τώρα είναι ανώτερος διευθυντής του Γεωοικονομικού Κέντρου του Ατλαντικού Συμβουλίου. «Η ευρεία εικόνα, όταν κάνεις ένα βήμα πίσω, είναι πολύ ανησυχητική».
Καμπανάκι για το χρέος
Όσον αφορά τη διαπραγμάτευση εμπορικών συμφωνιών, τα υψηλά επίπεδα χρέους σημαίνουν ότι το ήμισυ περίπου των 150 αναπτυσσόμενων χωρών και αναδυόμενων αγορών είτε αδυνατεί να εξυπηρετήσει το χρέος του είτε κινδυνεύει να βρεθεί σε αυτή τη θέση. Το ποσοστό αυτό είναι διπλάσιο σε σχέση με το 2024 και θα μπορούσε να αυξηθεί περαιτέρω αν η παγκόσμια οικονομία επιβραδυνθεί, σύμφωνα με τον Γκιλ.
«Αν η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδυνθεί, το εμπόριο μειωθεί και τα επιτόκια παραμείνουν υψηλά, τότε πολλές από αυτές τις χώρες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα χρέους, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων εξαγωγέων εμπορευμάτων», υπογράμμισε.
Ο Reza Baqir, πρώην διοικητής της κεντρικής τράπεζας του Πακιστάν, ο οποίος τώρα είναι επικεφαλής της Alvarez & Marsal σε θέματα συμβουλευτικής για το δημόσιο χρέος ανέφερε ότι: «Για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, ιδίως στον Παγκόσμιο Νότο, υπάρχει μια πραγματική αίσθηση απελπισίας ότι η ατζέντα για τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης δεν βρίσκεται πραγματικά στο επίκεντρο. Και ποιος θα είναι εκεί για να υπερασπιστεί αυτή τη συζήτηση;»
Δεν αποχωρούν οι ΗΠΑ

Όμως η Κίνα διέψευσε τους ισχυρισμούς του Τραμπ ότι οι διαπραγματεύσεις για τους δασμούς βρίσκονταν σε εξέλιξη με το Πεκίνο. Με τη σειρά του ο Τραμπ είπε ότι «είχαν [εκπρόσωποι ΗΠΑ και Κίνας] μια συνάντηση σήμερα το πρωί… Δεν έχει σημασία ποιοι είναι. Μπορεί να το αποκαλύψουμε αργότερα, αλλά είχαν συναντήσεις σήμερα το πρωί και συναντηθήκαμε με την Κίνα». Αυτό δήλωσε στους δημοσιογράφους ο Ντόναλντ Τραμπ διαψεύδοντας τους επίσημους ισχυρισμούς του Πεκίνου ότι δεν υπάρχουν συνομιλίες σε εξέλιξη και ότι προϋπόθεση για τη λύση των εμπορικών ζητημάτων είναι η άρση των μονομερών δασμών που επέβαλαν οι ΗΠΑ.«Προς το παρόν δεν υπάρχουν απολύτως διαπραγματεύσεις για την οικονομία και το εμπόριο μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ», είχε δηλώσει προηγουμένως ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, προσθέτοντας πως διαψεύδει ό,τι έχει λεχθεί σχετικά.«Εάν οι ΗΠΑ θέλουν πραγματικά να επιλύσουν το πρόβλημα… θα πρέπει να ακυρώσουν όλα τα μονομερή μέτρα για την Κίνα», είπε.