Τη θετική πορεία και τη στρατηγική σημασία του τουρισμού για την ανθεκτικότητα και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας καταγράφει η ετήσια έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ.
Με άμεση συνεισφορά ύψους 30,2 δισ. ευρώ το 2024 — ποσό που αντιστοιχεί στο 13% του ΑΕΠ — ο τουριστικός τομέας καταδεικνύει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο ως στρατηγικός πυλώνας ανάπτυξης, ανταγωνιστικότητας, ανθεκτικότητας και προοπτικής της ελληνικής οικονομίας μέσα σε ένα ασταθές και διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.
Ο τουρισμός
Τα στοιχεία προέρχονται από την τελευταία μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) με θέμα «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2024», σύμφωνα με την οποία αν συνυπολογιστεί και η έμμεση συνεισφορά του τομέα, το αντίστοιχο ποσοστό υπερβαίνει το 30% του ΑΕΠ. Η τουριστική δραστηριότητα παραμένει κατά κύριο λόγο εξαγωγική, αφού το 84,4% των εισπράξεων προέρχονται από τον εισερχόμενο τουρισμό καλύπτοντας το 71,5% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών (-35,66 δισ. € το 2024). Περαιτέρω, ο τομέας συνέβαλε άμεσα στην αιχμή, στο γ’ τρίμηνο του 2024, στο 16,5% της απασχόλησης.
Όσον αφορά στην άμεση συμβολή του τομέα για την προηγούμενη χρονιά, αυτή ανήλθε σε 30,2 δισ. ευρώ και επιμερίζεται στα μεγέθη από τη δαπάνη του εισερχόμενου τουρισμού (21,6 δισ. ευρώ περιλαμβανομένης και της δαπάνης των επιβατών κρουαζιέρας), τις αερομεταφορές (2,9 δισ. ευρώ), τις θαλάσσιες μεταφορές (147 εκατ. ευρώ), τη δαπάνη των εταιρειών κρουαζιέρας (799 εκατ.), τον εγχώριο τουρισμό (2,3 δισ. ευρώ) και την εγχώρια προστιθέμενη αξία από επενδύσεις (2,5 δισ. ευρώ). Υπενθυμίζεται εδώ, ότι σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ, το ΑΕΠ της χώρας, σε τρέχουσες τιμές, το 2024 διαμορφώθηκε στα 237,6 δισ. ευρώ αυξημένο κατά 5,5% σε σύγκριση με το 2023.
Η άμεση επίδραση του τουρισμού σημείωσε αύξηση κατά 5,0% σε σχέση με τα 28,8 δισ. ευρώ του 2023 με αυξήσεις σε όλες τις επιμέρους δαπάνες (εισερχόμενος τουρισμός, κρουαζιέρα, μεταφορές, εγχώριος τουρισμός, επενδύσεις). Αξίζει να σημειωθεί ότι οι επενδύσεις ανήλθαν στα 5,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περί τα 2,4 δισ. ευρώ εκτιμάται ότι αποτελούν εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Με βάση τις εκτιμήσεις των πολλαπλασιαστών από ΙΟΒΕ και ΚΕΠΕ, από κάθε 1 ευρώ τουριστικής δραστηριότητας, δημιουργείται επιπλέον 1,2 έως 1,65 ευρώ πρόσθετης οικονομικής δραστηριότητας. Ουσιαστικά, για κάθε 1 ευρώ τουριστικού εσόδου, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 2,2 έως 2,65 ευρώ. Συνυπολογίζοντας τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην οικονομία της χώρας το 2024 εκτιμάται μεταξύ 66,5 δισ. ευρώ και 80,1 δισ. ευρώ, μεγέθη που αντιστοιχούν μεταξύ 28,0% έως 33,7% του ΑΕΠ. Τα αντίστοιχα μεγέθη για το 2023 ήταν μεταξύ 63,3 δισ.- 76,2 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν με το 28,1% έως 33,9% του ΑΕΠ.
Ανάπτυξη στην περιφέρεια
Με το 77% των εσόδων του εισερχόμενου τουρισμού να πραγματοποιείται εκτός Αττικής, ο τουρισμός ενισχύει σταθερά την απασχόληση και την περιφερειακή ανάπτυξη, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην απασχόληση και στο εισόδημα. Νότιο Αιγαίο με μερίδιο 28% επί των εισπράξεων, Κρήτη με 22%, Ιόνια νησιά με 10% και Κεντρική Μακεδονία με 7% συγκεντρώνουν σχεδόν τα 2/3 (67%) των εισπράξεων αναδεικνύοντας τις δυνατότητες για περαιτέρω διάχυση της τουριστικής δραστηριότητας και στις υπόλοιπες Περιφέρειες.
Το 2024, η απασχόληση στον τουριστικό τομέα κατέγραψε άνοδο 4,8% σε σύγκριση με το 2023, φτάνοντας τους 401.000 εργαζόμενους, ενώ στο τρίτο τρίμηνο (Q3) καταγράφηκε ιστορικό ρεκόρ με 451.400 απασχολούμενους – ο υψηλότερος αριθμός από την έναρξη της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού. Η αύξηση αυτή είναι εμφανής κυρίως στον κλάδο παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης, με αυξήσεις που ξεκινούν από +9% στο πρώτο τρίμηνο και παραμένουν θετικές σε όλα τα τρίμηνα.
Ιδιαίτερα έντονη είναι η άνοδος στα καταλύματα (+12% ή +12.000 απασχολούμενοι), αλλά και στην εστίαση (+2% ή +6.000 απασχολούμενοι). Με βάση την υπόθεση ότι τα καταλύματα και η εστίαση απορροφούν περίπου το 63,3% της τουριστικής δαπάνης, εκτιμάται ότι στην αιχμή της σεζόν, ο τουρισμός δημιούργησε έως και 713.140 θέσεις εργασίας, δηλαδή το 16,5% της συνολικής απασχόλησης στη χώρα.