Ισχυρό προειδοποιητικό σήμα στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου στέλνουν «οι εκδικητές των ομολόγων» καθώς αμφισβητούν την ικανότητα των κυβερνήσεων να τιθασεύουν τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και να εξυπηρετήσουν το χρέος τους.
Στόχος τους, κυρίως οι μακροπρόθεσμοι ομολογιακοί τίτλοι καθώς οι επενδυτές ομολόγων εκτιμούν ότι οικονομίες δεν μπορούν να δανείζονται με το ρυθμό των προηγούμενων χρόνων, όταν το κόστος δανεισμού ήταν σε χαμηλά επίπεδα. Πλέον εν μέσω εμπορικού πολέμου και επίμονων πληθωριστικών πιέσεων οι κεντρικές τράπεζες έχουν λιγότερα περιθώρια να χαλαρώσουν τη νομισματική πολιτική, ενώ αποσύρονται μαζί με τα συνταξιοδοτικά ταμεία από τις αγορές ομολόγων που σημαίνει ότι στερεύει μια αξιόπιστη πηγή χρηματοδότησης.
Μέσα στο κλίμα αυτό, τα ελληνικά ομόλογα αφηγούνται ένα διαφορετικό story, καθώς, δείχνουν επιδεικνύουν έντονη ανθεκτικότητα φλερτάροντας και πάλι με το κόστος δανεισμού της Γαλλίας.
«Δεν είναι περίεργο που οι αγοραστές είναι επιφυλακτικοί ως προς την τροφοδοσία μη βιώσιμων επιπέδων ελλείμματος για τις μεγάλες οικονομίες του κόσμου» εξηγεί στο Bloomberg η Kathleen Brooks, διευθύντρια έρευνας στον διαδικτυακό χρηματιστή XTB Ltd, προσθέτοντας ότι τα εταιρικά ομόλογα υψηλής ποιότητας φαίνονται πολύ πιο ελκυστικά.
Το Déjà vu της ελληνικής κρίσης χρέους
Έχουν ζωντανέψει οι μνήμες από τις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1990, τη ζώνη του ευρώ στη δεκαετία του 2010 και το Ηνωμένο Βασίλειο το 2022, όταν οι εκδικητές των ομολόγων οδήγησαν το κόστος του χρήματος σε τέτοιο βαθμό που οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να περιοριστούν. Η τελευταία παρουσία τους ήταν τον Απρίλιο που οδήγησαν σε ξεπούλημα τα αμερικανικά ομόλογα, μετά την ανακοίνωση των αμοιβαίων δασμών από τον Αμερικανό πρόεδρο. Το μήνυμα ήταν διπλό, καθώς πέρα από την αύξηση του κόστους δανεισμού, υπονόμευσαν και το καθεστώς του ασφαλούς καταφυγίου για τα αμερικανικά ομόλογα.
Στην αγορά ενσωματώνεται μια αύξηση του ασφαλίστρου που ζητούν οι επενδυτές για να επωμιστούν τον κίνδυνο της κατοχής μακροπρόθεσμου αμερικανικού χρέους. Η ανησυχία για τη δημοσιονομική πολιτική υπονομεύει επίσης το δολάριο, το οποίο συνήθως κερδίζει όταν οι αποδόσεις αυξάνονται.

Το ξεπούλημα στα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας της Ιαπωνίας επίσης είναι ιδιαίτερα έντονο. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας μειώνει τις αγορές ομολόγων της καθώς ο πληθωρισμός επιταχύνεται, αλλά οι παραδοσιακοί αγοραστές, όπως οι ασφαλιστές ζωής της χώρας, δεν καλύπτουν το κενό που μένει πίσω.
«Η ρευστότητα στην αγορά JGB (ιαπωνικά ομόλογα) επιδεινώνεται καθώς οι αυξημένες προσδοκίες για τον πληθωρισμό εδραιώνονται, ενώ οι άτακτες αυξήσεις στις αποδόσεις των ιαπωνικών ομολόγων αφήνουν τα αμερικανικά και παγκόσμια περιουσιακά στοιχεία εκτεθειμένα σε πτώσεις τιμών» εξηγεί ο Σιμόν Γουάιτ, μακροοικονομικός στρατηγικός αναλυτής του Bloomberg
Ψήφος στα ελληνικά ομόλογα
Λίγο καλύτερη είναι η εικόνα στα ελληνικά 10ετή ομόλογα, με το spread έναντι του γερμανικού να υποχωρεί στις 75 μονάδες.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η απόδοση του ελληνικού τίτλου διαμορφώνεται στο 3,4% πλησιάζοντας αυτή των γαλλικών που είναι στο 3,33%.
Υπενθυμίζεται ότι σε ομόλογα μικρότερης διάρκειας η χώρας μας εξακολουθεί να δανείζεται φθηνότερα από τη Γαλλία, με τις αποδόσεις του ετήσιου να είναι στο 1,869% έναντι 1,930% του γαλλικού και του 2ετούς στο 1,993% έναντι 2,002%.
Με τα αμερικανικά η διαφορά είναι ακόμα μεγαλύτερη με το spread στα δεκαετή ομόλογα να διαμορφώνεται στο -119,4 που σημαίνει ότι η Ελλάδα δανείζεται φθηνότερα από τις ΗΠΑ κατά 1,194 ποσοστιαίες μονάδες.

Αν και ένα μεγάλο μέρος της διαφοράς στο κόστος δανεισμού εκατέρωθεν του Ατλαντικού οφείλεται στο επιτοκιακό πλεονέκτημα του δολαρίου, καθώς η Ευρώπη έχει χαμηλότερα επιτόκια αυτή τη στιγμή, αναλυτές εκτιμούν ότι η εικόνα της χώρας στις διεθνείς αγορές ομολόγων αντικατοπτρίζει την εμπιστοσύνη της αγοράς.
Τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν στις κορυφαίες επιλογές της JP Morgan, με την αμερικανική τράπεζα να επιβεβαιώνει τη θετική της στάση για τον μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, λόγω των ισχυρών μακροοικονομικών/δημοσιονομικών θεμελίων, του σταθερού πολιτικού τοπίου και των περιορισμένων αναγκών χρηματοδότησης για το υπόλοιπο του 2025 (πάνω από το 70% του στόχου του 2025 έχει καλυφθεί).
Όπως αναφέρει η JP Morgan, η Ελλάδα διαθέτει αυτή τη στιγμή μία από τις υψηλότερες δαπάνες άμυνας ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη (>3% του ΑΕΠ στο τέλος του 2024), οπότε αναμένει οποιαδήποτε αύξηση στις εν λόγω δαπάνες από τα τρέχοντα επίπεδα θα είναι σταδιακή και να έχει περιορισμένο άμεσο χρηματοδοτικό αντίκτυπο.
Αλλά και η Societe Generale πριν λίγες εβδομάδες μπορεί να μη σύστησε ευθέως τα ελληνικά ομόλογα, αλλά υπέδειξε ότι ο νότος της Ευρώπης μπορεί να λειτουργήσει ως ένας αποτελεσματικός σταθεροποιητής χαρτοφυλακίου.
Υπενθυμίζεται, ότι η χώρα μας για το 2025 σχεδιάζει να αντλήσει από τις αγορές ένα ποσό της τάξης των 8 δισ. ευρώ. Παράλληλα, οι συνολικές χρηματοδοτικές ανάγκες των 15,28 δισ. ευρώ θα καλυφθούν κυρίως από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τις αποκρατικοποιήσεις και τη μείωση των διαθεσίμων του Δημοσίου.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το δανειακό πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο ΟΔΔΗΧ, οι ανάγκες χρηματοδότησης, συνολικού ύψους 15,28 δισ. ευρώ, κατανέμονται για φέτος στην αποπληρωμή ομολόγων ύψους 5,45 δισ. ευρώ, την αποπληρωμή τόκων ύψους 4,75 δισ. ευρώ, την πρόωρη αποπληρωμή μιας διπλής δόσης από το διμερές δάνειο με την Ευρωζώνη με 5,3 δισ. ευρώ και την χρηματοδότηση έργων του Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με 5,96 δισ. ευρώ.
Η εικόνα στην Ευρώπη
Βεβαίως, παρατηρούνται κάποιες καθησυχαστικές ενδείξεις ζήτησης για μακροπρόθεσμο χρέος σε άλλες περιοχές. Το Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, πούλησε ομόλογα ύψους 4 δισεκατομμυρίων στερλινών (5,4 δισεκατομμύρια δολάρια) με λήξη το 2056 την Τρίτη, προσελκύοντας προσφορές ύψους περίπου 73 δισεκατομμυρίων στερλινών με απόδοση περίπου 5,40%.
Το Γραφείο Διαχείρισης Χρέους του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο διαχειρίζεται τις πωλήσεις ομολόγων για την κυβέρνηση, έχει ήδη λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της μειωμένης ζήτησης από τα συνταξιοδοτικά ταμεία – ιστορικά σημαντικός αγοραστής αυτών των ομολόγων – αποσπώντας τις πωλήσεις από τα μακροπρόθεσμα ομόλογα. Οι αναλυτές της Bank of America Corp. αναμένουν ότι και άλλες χώρες θα ακολουθήσουν το παράδειγμά τους και θα μειώσουν το χρέος τους ανταποκρινόμενες στη μεταβαλλόμενη δυναμική της ζήτησης.

Οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων έχουν αυξηθεί φέτος μετά την παρουσίαση των σχεδίων της χώρας να δαπανήσει δισεκατομμύρια ευρώ σε άμυνα και υποδομές την επόμενη δεκαετία. Το 30ετές επιτόκιο διαπραγματεύεται γύρω στο 3,16%, όχι μακριά από την πρόσφατη κορύφωση του Μαρτίου, η οποία ανήλθε στο 3,25%.
Η πίεση στα ομόλογα είναι πιθανό να αυξηθεί καθώς το Βερολίνο αρχίζει να εντείνει τις εκδόσεις ομολόγων για να πληρώσει την επένδυση αργότερα φέτος ή του χρόνου, ιδίως επειδή οι αλλαγές στις ολλανδικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα από τις αρχές του 2026 θα εξαλείψουν μια σημαντική ιστορική πηγή ζήτησης.
Ενώ η παραδοσιακή προσήλωση της Γερμανίας στη δημοσιονομική πειθαρχία σημαίνει ότι έχει μεγαλύτερη ικανότητα να αυξήσει τον δανεισμό από πολλές άλλες κυβερνήσεις, η πρόκληση είναι ότι θα ανταγωνίζεται την υψηλότερη μακροπρόθεσμη προσφορά σε όλο τον κόσμο.
«Υπάρχει σαφώς έλλειψη ζήτησης για μακροπρόθεσμα ομόλογα παντού», δήλωσε ο Shaniel Ramjee, συν-επικεφαλής πολλαπλών περιουσιακών στοιχείων στο Λονδίνο στην Pictet Asset Management.
Τα ιαπωνικά ομόλογα
Η αγορά ομολόγων στην Ιαπωνία βρίσκεται επίσης στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, δεδομένου ότι έχει τον υψηλότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ από κάθε άλλη μεγάλη οικονομία. Η απόδοση των 30ετών JGB κυμάνθηκε στο 3,169%, όχι μακριά από το υψηλό ρεκόρ του 3,185% που σημειώθηκε στην προηγούμενη συνεδρίαση.
Το πρώτο καμπανάκι για τις αγορές ομολόγων ήλθε από το Τόκιο την Τρίτη.
Η ασθενέστερη εδώ και μια δεκαετία ζήτηση στην έκδοση ιαπωνικών ομολόγων οδήγησε σε εκτίναξη των αποδόσεων σε επίπεδα ρεκόρ επιδεινώνοντας την υποχώρηση των τιμών του ιαπωνικού χρέους.
Η απόδοση του 30ετούς ομολόγου ανήλθε στο 3,14%, ενώ η απόδοση του 40ετούς ομολόγου έφθασε στο ιστορικό υψηλό του 3,61%, με την άνοδο και των δύο να φτάνει τις 0,17 ποσοστιαίες μονάδες.

Η απόδοση του 20ετούς ομολόγου σημείωσε άλμα 15 μονάδων βάσης και έφθασε στο 2,56% μετά από την δημοπρασία στην οποία η διαφορά μεταξύ της μέσης και της χαμηλότερης τιμής -γνωστή ως ουρά- ήταν η μεγαλύτερη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Η σοβαρή αδυναμία που καταγράφουν οι τιμές των ιαπωνικών κρατικών ομολόγων μεγαλύτερης διάρκειας θεωρείται ως η σαφέστερη αντανάκλαση ενός παγκόσμιου φαινομένου που βρίσκεται επί του παρόντος σε εξέλιξη, της μειούμενης ζήτησης για «διάρκεια», ή της απροθυμίας των επενδυτών να διακρατούν μακροπρόθεσμο κρατικό χρέος.
Φυσικά, η δημοσιονομική δυναμική της Ιαπωνίας είναι ιδιαίτερα εύθραυστη. Ο δείκτης ακαθάριστου χρέους προς το ΑΕΠ της χώρας, που υπερβαίνει το 250%, είναι μακράν ο υψηλότερος στον ανεπτυγμένο κόσμο. Η ασιατική χώρα μπορούσε να διαχειριστεί για χρόνια το τεράστιο βάρος του χρέους της καθώς πλήρωνε τα χαμηλότερα επιτόκια στον ανεπτυγμένο κόσμο. Ωστόσο έχει φύγει από αυτό το γλυκό σημείο με τους επενδυτές να απαιτούν υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου.
Τα αμερικανικά ομόλογα
Η μειωμένη ζήτηση στην δημοπρασία 20ετών αμερικανικών ομολόγων έδωσε καύσιμα χθες Τετάρτη στο sell off των αμερικανικών ομολόγων.
Το υπουργείο Οικονομικών πούλησε 20ετή ομόλογα αξίας 16 δισ. δολάρια με υψηλή απόδοση 5,047% έναντι 4,810% πριν από ένα μήνα. Οι έμμεσοι πλειοδότες, στους οποίους περιλαμβάνονται ξένες κεντρικές τράπεζες, έχουν ελαφρώς χαμηλότερη συμμετοχή. Ο λόγος προσφορών προς κάλυψη, ένα δημοφιλές μέτρο της ζήτησης, έπεσε στο 2,46 από 2,63. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων διαμορφώθηκαν υψηλότερα μετά τη δημοπρασία και συνεχίζουν να επιμένουν ανοδικά.
Η απόδοση των 30ετών ομολόγων εμμένει να βρίσκεται πάνω από το ψυχολογικό όριο του 5% και του δεκαετούς να «φλερτάρει» με το 4,6%, καθώς οι επενδυτές εστιάζουν στο δημοσιονομικό έλλειμμα και στο πως θα μπορούσε να επιδεινωθεί μετά το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ, στη σκιά της υποβάθμισης από τον οίκο Moody’s και των προειδοποιήσεων από το ΔΝΤ.
Η μεγαλύτερη αγορά ομολόγων του πλανήτη βρίσκεται στο μικροσκόπιο, καθώς είναι διάχυτη η ανησυχία πως η αμερικανική κυβέρνηση θα καλύψει το διογκούμενο δημοσιονομικό πλεόνασμα και θα εξυπηρετήσει το υψηλό χρέος της.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών το έλλειμμα διαμορφώθηκε σε 1,049 τρισ. δολάρια για τους πρώτους επτά μήνες του οικονομικού έτους 2025, το οποίο ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου, αυξημένο κατά 23% ή κατά 194 δισεκατομμύρια δολάρια σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Το αυξανόμενο βάρος της της χρηματοδότησης του δημοσιονομικού ελλείμματος της κυβέρνησης, καθώς και στο υψηλό κόστος της μετακύλισης του υφιστάμενου χρέους εν μέσω υψηλών επιτοκίων οδήγησαν στην υποβάθμιση από την Moody’s.
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, ανεξάρτητη αρχή που δεν έχει κομματικό πρόσημο, εκτιμά ότι το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης Τραμπ θα προσθέσει 3,8 τρισ. δολάρια στα 36,2 τρισ. δολάρια του αμερικανικού χρέους κατά την επόμενη δεκαετία.
Το ποσό των ανεξόφλητων κρατικών ομολόγων έχει εκτοξευθεί από 4,5 τρισ. δολάρια το 2007 σε σχεδόν 30 τρισ. δολάρια σήμερα, ενώ η αναλογία του συνολικού δημόσιου χρέους των ΗΠΑ προς το μέγεθος της οικονομίας έχει αυξηθεί από περίπου 35% το 2007 σε 100% σήμερα, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου.