Οι οφειλέτες του e – ΕΦΚΑ εγκαταλείπουν σωρηδόν το διακανονισμό που είχαν συνάψει, δημιουργώντας προβληματισμούς τόσο στη διοίκηση του ΕΦΚΑ όσο και στην ηγεσία του υπουργείου Εργασίας.
Στα 15,64 δισ. ευρώ – το 31,73% του συνόλου – ανήλθε το χρέος προς το ΚΕΑΟ κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2024, το οποίο, ενώ είχε ενταχθεί σε ρύθμιση, βρέθηκε εκτός διαδικασίας, με τους οφειλέτες να αδυνατούν να καταβάλουν τις μηνιαίες δόσεις και να εγκαταλείπουν την ρύθμιση.
Σύμφωνα με την τελευταία τριμηνιαία έκθεση του ΚΕΑΟ, για τις συγκεκριμένες οφειλές ενεργοποιήθηκαν τα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, γεγονός που κάνει ακόμα πιο δυσχερή τη θέση των εν λόγω οφειλετών, φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
Το σαφάρι του ΚΕΑΟ για την είσπραξη των οφειλών επικεντρώνεται κατά προτεραιότητα στους εργοδότες που οφείλουν εισφορές εργαζομένων αφήνοντας για αργότερα τους μη μισθωτούς που προσπαθούν ως οφειλέτες να πάρουν σύνταξη με τις νέες διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες επιτρέπεται η αίτηση συνταξιοδότησης με χρέη έως 30.000 ευρώ (και 10.000 ευρώ για τους οφειλέτες του ΟΓΑ).
Βεβαίως τα μέτρα που προβλέπει η πρόσφατη διάταξη την οποία έφερε στη Βουλή η υπουργός Εργασίας Νίκη Κεραμέως για την ανάθεση υποστηρικτικών υπηρεσιών προς το ΚΕΑΟ σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου δεν θα ενεργοποιηθούν από τη μια στιγμή στην άλλη, αφού προβλέπεται η διεξαγωγή διεθνούς διαγωνισμού για την επιλογή του αναδόχου και στη συνέχεια θα πρέπει να νομοθετηθούν τα εργαλεία που θα χρησιμοποιούν οι σύμβουλοι. Μάλιστα στις συμβάσεις θα προβλέπονται ειδικοί όροι για την προστασία των προσωπικών δεδομένων και τον τρόπο επικοινωνίας με τους οφειλέτες.
Παράγοντες του υπουργείου αποδίδουν την φυγή από τις ρυθμίσεις στο υψηλό κόστος εξυπηρέτησής της με ταυτόχρονη την πληρωμή των τρεχουσών εισφορών. Πολλοί οφειλέτες αδυνατούν να ανταποκριθούν
στην υποχρέωση αυτή και προτιμούν να εγκαταλείψουν τη ρύθμιση για να πληρώνουν τις τρέχουσες εισφορές και να μη δημιουργούν νέο χρέος. Στην αδυναμία πληρωμής συμβάλλει και το επιτόκιο ρύθμισης που επιβαρύνει την τελική ρυθμιζόμενη οφειλή κατά 5,5%.
Ταυτοχρόνως, οι υπέρογκες προσαυξήσεις που φτάνουν να διπλασιάζουν ή και να τριπλασιάζουν το χρέος συμβάλουν στο αδιέξοδο. Σημειωτέον ότι η προσαύξηση μιας ληξιπρόθεσμης οφειλής έχει ετήσιο τόκο 8,5%, ποσοστό απαγορευτικό.
Τα υψηλότερα ποσοστά απωλειών από τις ρυθμίσεις εντοπίζονται στην πάγια ρύθμιση των 12-24 δόσεων που είναι και η μόνη που μπορούν να αξιοποιήσουν οι οφειλέτες για να πληρώσουν τα χρέη τους.
Ενας από τους τρόπους που εξετάζει η κυβέρνηση για να περιορίσει το πρόβλημα είναι η ρύθμιση των οφειλών σε περισσότερες από 24 δόσεις που προβλέπονται σήμερα με την πάγια ρύθμιση, τη μόνη που παραμένει ενεργή.
Την επαναφορά ρυθμίσεων με περισσότερες δόσεις ζητούν και οι επαγγελματίες από την κυβέρνηση, ειδικά για οφειλές έως 10.000 ευρώ, όπως και την περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μια μονάδα έως το 2027, αλλά και την αδειοδότηση βιοτεχνικών κλάδων και τεχνικών επαγγελμάτων.