Στο περιζήτητο για την ηλεκτροκίνηση, λίθιο, εστιάζει περισσότερο η Νιγηρία καθώς πρόκειται να θέσει σε λειτουργία δύο μεγάλες μονάδες επεξεργασίας φέτος, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Μεταλλείων της χώρας.
Οι εγκαταστάσεις, που χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από Κινέζους επενδυτές, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη μετατροπή του τεράστιου ορυκτού πλούτου της Νιγηρίας σε θέσεις εργασίας, τεχνολογία και ανάπτυξη της μεταποίησης εντός της χώρας.
Ο υπουργός Μεταλλείων Ντέλε Αλάκε δήλωσε ότι ένα εργοστάσιο επεξεργασίας λιθίου αξίας 600 εκατομμυρίων δολαρίων κοντά στα σύνορα Καντούνα-Νίγηρα αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία αυτό το τρίμηνο, ενώ ένα διυλιστήριο λιθίου αξίας 200 εκατομμυρίων δολαρίων στα περίχωρα της Αμπούτζα πλησιάζει στην ολοκλήρωσή του. Δύο πρόσθετες μονάδες επεξεργασίας αναμένονται στην πολιτεία Νασαράουα, η οποία συνορεύει με την πρωτεύουσα Αμπούτζα, πριν από το τρίτο τρίμηνο του 2025, δήλωσε ο υπουργός.
«Επικεντρωνόμαστε τώρα στη μετατροπή του ορυκτού μας πλούτου σε εγχώρια οικονομική αξία – θέσεις εργασίας, τεχνολογία και μεταποίηση», δήλωσε ο Αλακε.
Πάνω από το 80% της χρηματοδότησης για τις τέσσερις εγκαταστάσεις έχει παρασχεθεί από κινεζικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Jiuling Lithium Mining Company και Canmax Technologies, σύμφωνα με ξεχωριστές ανακοινώσεις των κυβερνήσεων των πολιτειών όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις, αναφέρει το Reuters.
Τα υπόλοιπα μερίδια ανήκουν στον τοπικό επενδυτή Three Crown Mines.
Η ώθηση για εγχώρια επεξεργασία ακολουθεί μια μελέτη του 2022 από την Υπηρεσία Γεωλογικής Επισκόπησης της Νιγηρίας, η οποία ανακάλυψε σημαντικά κοιτάσματα υψηλής ποιότητας λιθίου σε μισή ντουζίνα πολιτείες της Νιγηρίας, προσελκύοντας σημαντικό διεθνές ενδιαφέρον.
Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν μέρος των ευρύτερων μεταρρυθμίσεων της Νιγηρίας στον υπανάπτυκτο εξορυκτικό της τομέα, ο οποίος επί του παρόντος συνεισφέρει λιγότερο από 1% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της χώρας.
Άλλες μεταρρυθμίσεις που έχουν αναληφθεί περιλαμβάνουν τον περιορισμό των εξαγωγών μη επεξεργασμένων ορυκτών, την επισημοποίηση των επιχειρήσεων βιοτεχνικής εξόρυξης, οι οποίες αντιπροσωπεύουν μεγάλο μέρος της σημερινής εξόρυξης, και τη δημιουργία κρατικής μεταλλευτικής εταιρείας, όπου οι επενδυτές μπορούν να κατέχουν ποσοστό έως και 75%.