Ελληνική οικονομία: Υπεραποδόσεις από το ΧΑ, τις εισηγμένες και τα ακίνητα

Διεθνείς οίκοι βλέπουν για την ελληνική οικονομία συνέχεια του ράλι των αποδόσεων σε μετοχές και ακίνητα

Ελληνική οικονομία: Υπεραποδόσεις από το ΧΑ, τις εισηγμένες και τα ακίνητα

Ενώ η παγκόσμια οικονομία, εν μέσω εμπορικών πολέμων, διανύει μια μεταβατική περίοδο, κατά την οποία αναθεωρούνται θεμελιώδεις αρχές που χαρακτήριζαν το μεταπολεμικό σύστημα της παγκόσμιας οικονομικής διακυβέρνησης και με την επιφυλακτικότητα των αγορών να αποτυπώνεται για πρώτη φορά από την εποχή του Bretton Woods και στις πιέσεις των «ασφαλών» μακροπρόθεσμων αμερικανικών ομολόγων, η ελληνική οικονομία επιδεικνύει ισχυρή ανθεκτικότητα υπεραποδίδοντας της ευρωζώνης, ενώ και τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία.

Το χρηματιστήριο της Αθήνας σημειώνει κέρδη 130% την τελευταία 5ετία, ενώ από τις αρχές του 2025 παρουσιάζει άνοδο 25% εμφανίζοντας την 3η καλύτερη επίδοση παγκοσμίως, με τις ελληνικές μετοχές να κερδίζουν από την αρχή του έτους 24 δισ. ευρώ

Η ανάπτυξη

Με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν, η ανάπτυξη στην Ελλάδα αναμένεται να κυμανθεί στο 2,3% το 2025, συμφωνώντας με την εκτίμηση της κυβέρνησης και της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ το 2026 ο πήχης χαμηλώνει ελαφρώς στο 2,2% έναντι 0,9% και 1,4% στην ευρωζώνη αντίστοιχα.

Παράλληλα, το χρηματιστήριο της Αθήνας σημειώνει κέρδη 130% την τελευταία 5ετία, ενώ από τις αρχές του 2025 παρουσιάζει άνοδο 25% εμφανίζοντας την 3η καλύτερη επίδοση παγκοσμίως, με τις ελληνικές μετοχές να κερδίζουν από την αρχή του έτους 24 δισ. ευρώ.

Οι εισηγμένες επιχειρήσεις παρουσιάζουν ιστορικό υψηλό κερδοφορίας στα 11,5 δισ. ευρώ, οι διανομές των μερισμάτων κυμαίνονται στα 5 δισ. ευρώ, ενώ ενδεχόμενη ένταξη του ελληνικού χρηματιστηρίου σε λίστα παρακολούθησης (watchlist) κατά την επερχόμενη αναθεώρηση των δεικτών από την MSCI για αναβάθμιση στις ανεπτυγμένες αγορές και πιθανές ανοδικές αναθεωρήσεις των εκτιμήσεων κερδοφορίας των εταιρειών ενδέχεται να αποτελέσουν τους καταλύτες εκείνους που θα μπορούσαν να δώσουν νέα ώθηση στις αποτιμήσεις για περαιτέρω rerating των μετοχών.

Τα δεδομένα

Με βάση τον «Δείκτη Μπάφετ», του θρυλικού επενδυτή που εξετάζει την ελκυστικότητα των αγορών με βάση τη συνολική κεφαλαιοποίηση προς το ΑΕΠ μιας χώρας, τα δεδομένα δείχνουν πως στις ΗΠΑ ο εν λόγω δείκτης κυμαίνεται στο 205% του ΑΕΠ, έναντι 80% του μέσου όρου στην Ευρώπη και μόλις 40% για την Ελλάδα.

Η εγχώρια αγορά μετοχών αναμένεται τους επόμενους 12-18 μήνες από τους δείκτες των αναδυμένων αγορών να επανέλθει στους δείκτες των ανεπτυγμένων αγορών με αντίστοιχη μεταβολή και της μορφής των διεθνών funds που ελέγχουν σήμερα το 65% της αξίας των ελληνικών μετοχών.

Ηδη, πάροχοι δεικτών όπως ο FTSE Russell (ένας από τους δύο μεγάλους), από πέρυσι τον Σεπτέμβριο μας ενέταξε σε watch list (λίστα υπό παρακολούθηση) για αναβάθμιση σε Ανεπτυγμένη Αγορά (Developed Market), ενώ η απόφαση του MSCI στα μέσα Ιουνίου θα έχει ιδιαίτερη απήχηση, καθώς είναι ο μεγαλύτερος πάροχος δεικτών, τον οποίο ακολουθεί ως δείκτη αναφοράς το 70% των funds παγκοσμίως.

Μακροπρόθεσμα οφέλη

Η άποψη μέρους της αγοράς, ότι η αναβάθμιση μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε μικρότερες εισροές κεφαλαίων σε σχέση με τις εκροές, καθώς το ειδικό βάρος του ελληνικού χρηματιστηρίου θα είναι πολύ μικρό (0,15%) στον δείκτη MSCI Developed Market και κατά συνέπεια μπορεί να αγνοηθεί (ως tracking error), από ορισμένα funds που επενδύουν στις ανεπτυγμένες αγορές δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά τα μακροπρόθεσμα οφέλη είναι σαφώς μεγαλύτερα, καθώς θα αυξηθεί περεταίρω η εμπιστοσύνη των διεθνών κεφαλαίων και θα διευρυνθεί σταδιακά η γκάμα των επενδυτών, την ώρα που τόσο τα passive όσο και τα active funds που παρακολουθούν τις ανεπτυγμένες αγορές έχουν πολλαπλάσιο ενεργητικό σε σχέση με αυτά που παρακολουθούν τις αναδυόμενες αγορές.

Από την άλλη πλευρά, ισχυρότερο ρόλο στην εξισορρόπηση του ελληνικού χρηματιστηρίου θα μπορούσαν να διαδραματίσουν και οι εγχώριοι θεσμικοί, αλλά και τα επενδυτικά κεφάλαια ασφαλιστικών ταμείων και κρατικών οργανισμών, το ενεργητικό των οποίων αρχίζει να αποκτά μία κρίσιμη μάζα.

Παράλληλα, εκτιμάται ότι το επόμενο διάστημα (το έχουν ήδη πραγματοποιήσει ορισμένοι) και οι πέντε οίκοι αξιολόγησης (Scope Ratings, S&Ρ, Fitch, DBRS και Moody’s), που είναι σήμερα αποδεκτοί από το ευρωσύστημα, θα έχουν δώσει στην Ελλάδα μία βαθμίδα πάνω από το στάτους του «investment grade», στηρίζοντας τα ελληνικά ομόλογα και συνολικά τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, ενώ στόχος του ΟΔΔΗΧ τα επόμενα χρόνια είναι η βαθμολογία Α- (πέντε σκαλοπάτια πάνω από την επενδυτική βαθμίδα).

Είναι χαρακτηριστικό ότι η JP Morgan συστήνει «αυξημένες θέσεις» στα ελληνικά ομόλογα με έμφαση στους τίτλους 5 έως 15 έτη, καθώς προσφέρουν υψηλότερα περιθώρια απόδοσης σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, ενώ θεωρούνται ιδανικοί και για επενδυτές που αναζητούν αποδόσεις μέσω στρατηγικών επιτοκιακού πλεονεκτήματος (Carry Trade).

Επίσης, η αμερικανική τράπεζα θεωρεί πως η ελκυστική σχέση ρίσκου/απόδοσης, οι ισχυρές μερισματικές αποδόσεις των τραπεζικών μετοχών και το γεγονός ότι η Ελλάδα, που αναμένεται να σημειώσει ανάπτυξη 2,3% φέτος, είναι λιγότερο εκτεθειμένη στους κινδύνους του παγκόσμιου εμπορίου δικαιολογούν τη σύσταση «overweight» (αύξησης θέσεων) για το ελληνικό χρηματιστήριο.

Την ίδια ώρα, οι τιμές των ακινήτων συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία, σημειώνοντας διψήφιους ή υψηλά μονοψήφιους ρυθμούς ανόδου τα τελευταία επτά χρόνια, με τη σωρευτική ανατίμηση της αγοράς από το χαμηλότερο σημείο (3ο τρίμηνο 2017) να έχει οδήγησε τις τιμές στα υψηλά επίπεδα του 3ου τριμήνου του 2008, πριν δηλαδή από την κρίση χρέους και την ελληνική χρεοκοπία, ανακτώντας σχεδόν το σύνολο των απωλειών. Η αύξηση των τιμών αλλά και των ενοικίων αναμένεται να συνεχιστεί καθώς η ζήτηση ξεπερνά την προσφορά, ενώ σε συνδυασμό με το σταθερά υψηλό κόστος διαβίωσης δημιουργείται ένα εκρηκτικό μείγμα που δυσκολεύει την καθημερινότητα χιλιάδων νοικοκυριών, δεδομένου μάλιστα πως σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 13,9% το 2023 και κατά 8,7% το 2024, την ώρα που το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατέγραψε βραδύτερο ρυθμό κατά 8,1% και 5,6% αντίστοιχα.

Οι τιμές των ενοικίων

Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αναμένεται στο 2,1% φέτος και στο 1,9% το 2026 (από το 2,7% το 2024), την ώρα που οι τιμές των ενοικίων παραμένουν σε ανοδική πορεία, φτάνοντας στη χώρα μας στο +10,5% σε ετήσια βάση, έναντι +2,9% στην ευρωζώνη.

Περίπου το 35% των ελληνικών νοικοκυριών είναι ενοικιαστές, με τα νοικοκυριά των χαμηλότερων εισοδημάτων να ξοδεύουν περίπου το 22% του διαθέσιμου εισοδήματός τους για ενοίκιο.

Μια μεγάλη αύξηση των ενοικίων, επομένως, θα μπορούσε, όπως αποφαίνεται, να πλήξει το διαθέσιμο εισόδημα των πιο φτωχών νοικοκυριών, απειλώντας την πραγματική κατανάλωση, την ώρα που η διαθεσιμότητα ακινήτων παραμένει περιορισμένη μετά τη μακροχρόνια υποεπένδυση στον τομέα ελέω της 10ετούς κρίσης χρέους, ενώ η ανάγκη κατασκευής περισσότερων κατοικιών προκειμένου να πιεστούν οι τιμές των ενοικίων θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως κίνητρο για την περαιτέρω ενίσχυση της οικοδομικής δραστηριότητας.

Σύμφωνα πάντως με στοιχεία της Eurostat, ενώ στην ΕΕ το ποσοστό των νοικοκυριών που ξοδεύουν πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για στέγη ανέρχεται στο 10,6%, στην Ελλάδα η εικόνα είναι χειρότερη, καθώς πάνω από το 31% των αστικών νοικοκυριών και το 25% όσων ζουν στην ύπαιθρο ξεπερνούν αυτό το όριο (του 40%).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

OT Originals

Περισσότερα από Economy

ot.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΟΝΕ DIGITAL SERVICES MONOΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 801010853, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: ot@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Μέλος

ened
ΜΗΤ

Aριθμός Πιστοποίησης
Μ.Η.Τ.232433

Απόρρητο