Προειδοποίηση προς την κυβέρνηση των Εργατικών απηύθυνε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο καλώντας την υπουργό Οικονομικών της Βρετανίας να διατηρήσει τις δαπάνες υπό έλεγχο καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος οι αντιδράσεις των αγορών να υπονομεύουν τα οικονομικά σχέδια της κυβέρνησης. Ωστόσο το Ταμείο έδωσε πολιτική κάλυψη στην Ρέιτσελ Ρίβς για να «βελτιώσει» το δημοσιονομικό της πλαίσιο, προκειμένου να αποφύγει την αλλαγή πορείας της οικονομίας μεταξύ των φθινοπωρινών προϋπολογισμών.
Στον ετήσιο έλεγχο της υγείας της βρετανικής οικονομίας το Ταμείο υπογράμμισε ότι οποιεσδήποτε πρόσθετες δαπάνες, όπως οι προτάσεις για την αντιστροφή των περικοπών στις επιδοτήσεις καυσίμων για τους συνταξιούχους το χειμώνα ή τον τερματισμό του ορίου επιδομάτων για δύο παιδιά, θα πρέπει να καλύψουν το δημοσιονομικό κενό είτε με μείωση δαπανών σε άλλους τομείς είτε με αυξήσεις φόρων.
Ο δημοσιονομικός κορσές και οι αγορές
Η κυβέρνηση πρέπει «να παραμείνει στην πορεία και να επιτύχει την προγραμματισμένη μείωση του ελλείμματος κατά την επόμενη πενταετία για να σταθεροποιήσει το καθαρό χρέος και να μειώσει την ευπάθεια στις πιέσεις στα βρετανικά ομόλογα», δήλωσε το Ταμείο.
«Η οικονομική ανάκαμψη βρίσκεται σε εξέλιξη» αναφέρει η ανακοίνωση. «Η ανάπτυξη προβλέπεται να ανέλθει σε 1,2% το 2025 και θα αποκτήσει δυναμική το επόμενο έτος, αν και η χαμηλή παραγωγικότητα εξακολουθεί να επιβαρύνει τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης.
»Τα δημοσιονομικά σχέδια των αρχών επιτυγχάνουν καλή ισορροπία μεταξύ της στήριξης της ανάπτυξης και της διασφάλισης της δημοσιονομικής βιωσιμότητας. Θα είναι σημαντικό να διατηρηθεί η πορεία και να επιτευχθεί η προγραμματισμένη μείωση του ελλείμματος κατά την επόμενη πενταετία, ώστε να σταθεροποιηθεί το καθαρό χρέος και να μειωθεί η ευπάθεια στις πιέσεις της αγοράς βρετανικών ομολόγων. Περαιτέρω βελτιώσεις του δημοσιονομικού πλαισίου θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ελαχιστοποίηση της συχνότητας των αλλαγών της δημοσιονομικής πολιτικής. Μακροπρόθεσμα, το Ηνωμένο Βασίλειο θα αντιμετωπίσει δύσκολες επιλογές για την ευθυγράμμιση των δαπανών με τους διαθέσιμους πόρους, δεδομένων των πιέσεων που σχετίζονται με τη γήρανση των δαπανών.»

Η αβεβαιότητα που επικρατεί στις εμπορικές σχέσεις παγκοσμίως και τα σοκ των αγορών θα μπορούσαν ακόμη να εκτροχιάσουν τις προοπτικές, πρόσθεσε. «Η υλοποίηση αυτών των κινδύνων θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιέσεις της αγοράς, να θέσει το χρέος σε ανοδική πορεία και να καταστήσει δυσκολότερη την τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων, δεδομένου του περιορισμένου περιθωρίου». Το ΔΝΤ πρότεινε «πρόσθετα μέτρα για τα έσοδα ή τις δαπάνες ανάλογα με τις ανάγκες, εάν προκύψουν σοκ».
Η βρετανική κυβέρνηση θα ανακοινώσει στις 11 Ιουνίου την αναθεώρηση των δαπανών στο πλαίσιο του προϋπολογισμού των κυβερνητικών υπηρεσιών για τα επόμενα τρία χρόνια. Η Ριβς σχεδίασε τον φάκελο τον Μάρτιο, αλλά άφησε μόλις 9,9 δισ. λίρες περιθώριο έναντι του κύριου δημοσιονομικού κανόνα της, σύμφωνα με τον οποίο οι φόροι πρέπει να καλύπτουν τις καθημερινές δαπάνες μέχρι το τέλος του κοινοβουλίου, ένα από τα μικρότερα περιθώρια που έχουν καταγραφεί ποτέ.
Η βρετανίδα υπουργός έχει νιώσει την καυτή ανάσα των αγορών σε κάθε υποψία δημοσιονομικής χαλάρωσης. Το δημόσιο χρέος της Βρετανίας είναι κοντά στο 100% του ΑΕΠ. Ο προϋπολογισμός της που προβλέπει αύξηση του δανεισμού οδήγησε στην αύξηση του κόστους δανεισμού εξανεμίζοντας το δημοσιονομικό μαξιλάρι, καθώς οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολογιακών δανείων εκτοξεύτηκαν σε υψηλό 27 ετών. Η Ριβς αναγκάστηκε να μειώσει τις δαπάνες στην εαρινή δήλωση του Μαρτίου για να αποκαταστήσει τη ζημιά, παρουσιάζοντας ένα σχέδιο 14 δισ. λιρών.
Σταθερότητα πολιτικής
Το ΔΝΤ συμβούλευσε την υπουργό να «προωθήσει περαιτέρω την σταθερότητα της πολιτικής». Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να έχει μόνο μια αξιολόγηση από το Γραφείο Ευθύνης Προϋπολογισμού (OBR) των δημοσιονομικών κανόνων που επιβάλει και αυτή να γίνεται ετησίως κατά τη διάρκεια του προϋπολογισμού έναντι ανά δύο χρόνια.
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται οι Financial Times η ιδέα ήδη βρίσκεται στο τραπέζι των συζητήσεων. Ωστόσο, οι σύμμαχοι της Ριβς υπογραμμίζουν ότι η δέσμευσή της στους δημοσιονομικούς κανόνες, οι οποίοι της επιβάλλουν να εξισορροπήσει τις καθημερινές δαπάνες με τα έσοδα έως το 2029-30, παραμένει «αδιαπραγμάτευτη».
Το περιθώριο της Ριβς εξανεμίζεται εύκολα από μικρές αλλαγές στις προβλέψεις του OBR, ο οποίος παράγει δύο «οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές» το χρόνο, συνήθως την άνοιξη και το φθινόπωρο.

Ο Luc Eyraud, επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ στο Ηνωμένο Βασίλειο εξήγησε: «Για να μειωθεί η αντιδραστικότητα της βραχυπρόθεσμης πολιτικής, η πρώτη λύση θα πρέπει να είναι να υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο…. [Αλλά] ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολο, όχι μόνο πολιτικά αλλά και από οικονομική άποψη, επειδή ορισμένες από τις δαπάνες είναι πολύ σημαντικές».
Οι σύμμαχοι της Ριβς υποστήριξαν ότι υπάρχουν «πάντα συζητήσεις για το πώς μπορούμε να βελτιώσουμε το δημοσιονομικό πλαίσιο», αλλά δεν υπάρχουν σχέδια σε πολιτικό επίπεδο για τη μετάβαση σε μια ενιαία ετήσια αξιολόγηση των δημοσιονομικών κανόνων από τον OBR.
Το ΔΝΤ ανέβασε την προβλεπόμενη οικονομική ανάπτυξη στο 1,2% το 2025 από 1,1%. Πριν από τους δασμούς του Ντόναλντ Τραμπ, το ΔΝΤ είχε προβλέψει ότι η οικονομία θα αναπτυσσόταν κατά 1,6% φέτος.
Η Ριβς δήλωσε «Το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία στην G7 για τους πρώτους τρεις μήνες του τρέχοντος έτους και σήμερα το ΔΝΤ αναβάθμισε την πρόβλεψή μας για την ανάπτυξη».
Οι προτάσεις για την ανάπτυξη
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ ανέφερε ότι τα σχέδια δαπανών του Ριβς ήταν «αξιόπιστα και φιλικά προς την ανάπτυξη», με «καλή ισορροπία μεταξύ της στήριξης της ανάπτυξης και της διασφάλισης της δημοσιονομικής βιωσιμότητας». Προειδοποίησε όμως για τους καθοδικούς κινδύνους από τη συνεχιζόμενη παγκόσμια εμπορική αβεβαιότητα και την αύξηση της αποταμίευσης των νοικοκυριών.
Το Ταμείο κάλεσε τον Ριβς να δώσει προτεραιότητα στους «τρεις πιο δεσμευτικούς περιορισμούς της ανάπτυξης» – σταθερότητα, κεφάλαιο και δεξιότητες – καθώς προειδοποίησε ότι η επίμονα χαμηλή παραγωγικότητα εξακολουθεί να επιβαρύνει την οικονομία μεσοπρόθεσμα.
Ενώ η αναπτυξιακή ατζέντα της κυβέρνησης επικεντρώθηκε στους σωστούς τομείς, η προσεκτική ιεράρχηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ήταν το κλειδί για την τόνωση της ανάπτυξης, σημείωσε το ΔΝΤ.
Οι δύσκολες δημοσιονομικές επιλογές σχετικά με το υψηλότερο κόστος υγείας και συνταξιοδότησης από τη γήρανση του πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει επίσης να αντιμετωπιστούν μακροπρόθεσμα, δήλωσε το ΔΝΤ.
Τέλος, το Ταμείο σημείωσε ότι «η Τράπεζα της Αγγλίας (BoE) θα πρέπει να συνεχίσει να χαλαρώνει σταδιακά τη νομισματική πολιτική, παραμένοντας παράλληλα ευέλικτη υπό το πρίσμα της αυξημένης αβεβαιότητας. Η βαθμονόμηση της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής έχει γίνει πιο σύνθετη, δεδομένης της πρόσφατης αύξησης του πληθωρισμού, της ακόμη εύθραυστης ανάπτυξης και των υψηλότερων μακροπρόθεσμων επιτοκίων.»