Σε νέο κύκλο έκδοσης ομολογιακών τίτλων εισήλθε ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος, με στόχο την άντληση τουλάχιστον 2,5 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος της χρονιάς.
Την αρχή έκανε χθες η Πειραιώς με την εξασφάλιση 500 εκατ. ευρώ μέσω πράσινου ομολόγου, στο οποίο η υπερκάλυψη έφτασε τις 7,5 φορές.
Σε ανάλογες κινήσεις θα προχωρήσουν και οι υπόλοιπες τράπεζες, το αργότερο έως και το τέλος Ιουνίου, θέλοντας να εκμεταλλευτούν τη θετική συγκυρία στις αγορές, μετά τις τελευταίες αναβαθμίσεις τους από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Παρά το γεγονός ότι οι συστημικοί όμιλοι έχουν ήδη πιάσει τους τελικούς στόχους ως προς τις εποπτικές υποχρεώσεις τους για τις ελάχιστες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL), οι εκδόσεις αυτές θεωρούνται αναγκαίες.
Συγκεκριμένα, αποτελούν μέρος της στρατηγικής τους για αποτελεσματικότερη διαχείριση του παθητικού, προς την κατεύθυνση διάρθρωσής του με τρόπο που να προστατεύει την οργανική τους κερδοφορία.
Οι ακριβοί τίτλοι
Όπως λένε αναλυτές που παρακολουθούν το κλάδο, ένα σημαντικό τμήμα των υφιστάμενων εκδόσεων, ολοκληρώθηκε κατά την περίοδο του ακριβού χρήματος, τη διετία 2023 – 2024.
«Αυτό ήταν αναπόφευκτο, καθώς οι τράπεζες μπήκαν στην τελική ευθεία για την επίτευξη των στόχων MREL στην χειρότερη δυνατή στιγμή, όταν η ΕΚΤ αυστηροποιούσε με ταχύτητα τη νομισματική της πολιτική», σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα εκδοθέντα χρεόγραφα από το τέλος του 2023 έως και το Μάρτιο του 2025, μέσα σε πέντε τρίμηνα δηλαδή, αυξήθηκαν κατά 6,1 δισ. ευρώ ή 45%.
Διαμορφώθηκαν σε 19,6 δισ. ευρώ από 13,5 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2023 και το μερίδιό τους στο σύνολο του παθητικού αυξήθηκε στο 5,5% περίπου από 4,5% προηγουμένως.
«Μπορεί να ανέβασαν με αυτόν τον τρόπο τους κεφαλαιακούς τους δείκτες πάνω από τον πήχη του 28%, αυτό ωστόσο έγινε με αλμυρά επιτόκια», σχολιάζουν σχετικά τραπεζικές πηγές.
Τώρα λοιπόν, που το κόστος του χρήματος υποχωρεί με ταχύτητα έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε διορθωτικές ενέργειες, που θα ελαφρύνουν τα έξοδα για τόκους.
Συγκεκριμένα, με τις νέες εκδόσεις ομολογιακών τίτλων στοχεύουν σε:
– Αναχρηματοδότηση τίτλων που ούτως ή αλλιώς λήγουν
- Πρόωρη εξόφληση ακριβών ομολόγων που είχαν διατεθεί τα προηγούμενα χρόνια
- Εξασφάλιση πρόσθετων πόρων για την άνετη επιτάχυνση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης
Μείωση κόστους
Σε κάθε περίπτωση μέσω των νέων ομολόγων, θα αναπληρωθεί μέρος των απωλειών που θα υποστούν από το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο, λόγω της υποχώρησης των διατραπεζικών δεικτών euribor.
Η διαδικασία αυτή έχει ήδη ξεκινήσει από το περασμένο φθινόπωρο, με τις τράπεζες να εκμεταλλεύονται τις πρώτες περικοπών των επιτοκίων της ΕΚΤ για να περιορίσουν το κόστος τους σε τόκους.
Έτσι, από τον Οκτώβριο του 2024 έως και τον εφετινό Απρίλιο άντλησαν συνολικά 1,65 δισ. ευρώ από εκδόσεις τίτλων τόσο χαμηλής, όσο και υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, με μέσο επιτόκιο έκδοσης 4,25% για Tier II ομόλογα και 3,38% για senior ομόλογα αντίστοιχα.
Ο τρέχον γύρος εκδόσεων αναμένεται να γίνει με ακόμη πιο χαμηλά κουπόνια, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα της χθεσινής δημοπρασίας της Πειραιώς.
Εκδόσεις και από τους μικρούς
Πέραν των συστημικών ομίλων, την ίδια πολιτική θα εφαρμόσουν και οι μη συστημικές τράπεζες.
Ο λόγος γίνεται για τις Attica Bank και Optima Bank, οι διοικήσεις των οποίων προανήγγειλαν εκδόσεις ομολογιακών τίτλων κατά τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων α΄ τριμήνου 2025.
Με αυτούς θα ενισχυθούν περαιτέρω οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, αυξάνοντας το μαξιλάρι ασφαλείας έναντι των ελάχιστων εποπτικών ορίων.
Πρόκειται για συνθήκη αναγκαία για την απρόσκοπτη εκτέλεση του επιχειρησιακού τους σχεδίου που προβλέπει καθαρή πιστωτική επέκταση 1 δισ. ευρώ για την κάθε μία το 2025.
Με τον τρόπο αυτό τα δύο μεγαλύτερα εγχώρια μη σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα στοχεύουν σε μερίδιο αγοράς άνω του 20% στις νέες χρηματοδοτήσεις κατά την εφετινή χρήση.