Με την αξιολόγηση του οίκου Scope έκλεισε ο πρώτος κύκλος των αξιολογήσεων της ελληνικής οικονομίας για το 2025, με τη συνέχεια να αναμένεται από τον Σεπτέμβριο.
Εκ των πέντε οίκων, η απόφαση που ξεχώρισε ήταν αυτή της Moody’s η οποία έδωσε και την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα στη χώρα τον Μάρτιο του 2025. Πριν από αυτή την αναβάθμιση, η χώρα βρισκόταν στο Ba1 (εκτός επενδυτικής βαθμίδας), με τις προοπτικές να έχουν αναβαθμιστεί σε «θετικές» από τον Σεπτέμβριο του 2024.
Στα της χθεσινής αξιολόγησης, ο Scope διατήρησε σταθερό το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας και διατήρησε σταθερό και το outlook, σημειώνοντας πως η χθεσινή αξιολόγηση δεν φαίνεται να δείχνει προς κάποια αναβάθμιση στο εγγύς μέλλον.
Στις προηγούμενες αξιολογήσεις, ο οίκος DBRS Morningstar, επίσης τον Μάρτιο του 2025, διατήρησε τη βαθμίδα BBB αναβαθμίζοντας σε «θετικές» προοπτικές. Η Standard & Poor’s, τον Απρίλιο του 2025, αναβάθμισε το αξιόχρεο της Ελλάδας σε BBB με «σταθερές» προοπτικές. Πριν από αυτή την αναβάθμιση, η χώρα βρισκόταν στη βαθμίδα BBB- με «σταθερές» προοπτικές. Τέλος, ο Fitch, τον Μάιο του 2025, διατήρησε τη βαθμίδα BBB-, αλλά αναβάθμισε τις προοπτικές από «σταθερές» σε «θετικές».
Οι λόγοι πίσω από την απόφαση της Scope
Η πιστοληπτική αξιολόγηση BBB με σταθερή προοπτική για την Ελληνική Δημοκρατία στηρίζεται σε τρεις βασικούς παράγοντες: την ισχυρή ευρωπαϊκή θεσμική υποστήριξη, τη βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών και το ευνοϊκό προφίλ του δημόσιου χρέους. Το Ευρωσύστημα και η Ευρωπαϊκή Ένωση προσφέρουν στη χώρα ένα σημαντικό νομισματικό και πολιτικό δίχτυ ασφαλείας.
Παράλληλα, η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων και η βελτίωση της απόδοσης των εσόδων επιτρέπουν τη σταδιακή μείωση του λόγου του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ. Επιπλέον, το υψηλό ποσοστό του ελληνικού χρέους που είναι μακροπρόθεσμο και χαμηλού επιτοκίου –κατά κύριο λόγο σε επίσημους πιστωτές– σε συνδυασμό με το σημαντικό ταμειακό απόθεμα, ενισχύει την ικανότητα της κυβέρνησης να εξυπηρετεί το χρέος της και μετριάζει τον αντίκτυπο από ενδεχόμενη αστάθεια στις αγορές ή διακυμάνσεις των επιτοκίων.
Ωστόσο, η αξιολόγηση συνοδεύεται από συγκεκριμένες προκλήσεις. Το επίπεδο του δημόσιου χρέους παραμένει ιδιαίτερα υψηλό, αποτελώντας μακροπρόθεσμη πηγή ευπάθειας, παρά τη σταδιακή του μείωση.
Ο τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να εμφανίζει αδυναμίες, όπως τα μέτρια κεφαλαιακά αποθέματα, οι ανησυχίες για την ποιότητα των παλαιών περιουσιακών στοιχείων και ο ισχυρός δεσμός μεταξύ κράτους και τραπεζών, που αυξάνει την έκθεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος στον κίνδυνο της κυβέρνησης. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει διαρθρωτικούς περιορισμούς στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη, όπως η χαμηλή παραγωγικότητα, οι αρνητικές δημογραφικές τάσεις και ο περιορισμένος οικονομικός πλουραλισμός.
Τα σενάρια
Σενάρια ανόδου για τις αξιολογήσεις και το outlook είναι (ατομικά ή συλλογικά):
- Διαρκής και ουσιαστική μείωση του λόγου δημόσιου χρέους,
- Βελτίωση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης, ενίσχυση της οικονομικής και εξωτερικής ανθεκτικότητας,
- Περαιτέρω μετριασμός των ευπαθειών του τραπεζικού τομέα, ενισχύοντας τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Σενάρια καθόδου για τις αξιολογήσεις και το outlook είναι (ατομικά ή συλλογικά):
- Διακοπή ή αντιστροφή της μείωσης του δημόσιου χρέους,
- Επανενίσχυση των κινδύνων του τραπεζικού τομέα, υπονομεύοντας τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος,
- Υποβάθμιση της μακροοικονομικής ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένης της ουσιαστικής αποδυνάμωσης των εξωτερικών δεικτών.
Οι επόμενες αξιολογήσεις
Μετά και τη χθεσινή αξιολόγηση της Scope Ratings ακολουθούν από τον Σεπτέμβρη, ανοίγοντας έναν κύκλο αναβαθμίσεων που θα έρθει μετά τη λήξη της διαπραγμάτευσης ΕΕ-ΗΠΑ για τους δασμούς.
Ειδικότερα τα επόμενα ραντεβού είναι:
- 5 Σεπτεμβρίου η DBRS
- 19 Σεπτεμβρίου η Moody’s
- 17 Οκτωβρίου η S&P
- 7 Νοεμβρίου η Scope Ratings
- 14 Νοεμβρίου η Fitch Ratings