Πρώτες ύλες: Πώς η αύξηση των τιμών τους επηρεάζει την αγορά

Η αγορά και οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν σημαντικές αυξήσεις στις τιμές βασικών τροφίμων, που προέρχονται από τις αυξήσεις στις πρώτες ύλες, λόγω των κλιματικών αλλαγών, ασθενειών και γεωπολιτικών εντάσεων

Πρώτες ύλες: Πώς η αύξηση των τιμών τους επηρεάζει την αγορά

Το ζήτημα των τιμών στις πρώτες ύλες απασχολεί έντονα όχι μόνο παράγοντες της αγοράς αλλά και τους καταναλωτές, που έχουν μάθει, ωστόσο, να ανέχονται τις συνεχείς αυξήσεις στις τιμές αγαπημένων αγαθών, όπως είναι για παράδειγμα, ο καφές και το κακάο.

Στο θέμα αναφέρθηκε πρόσφατα και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) κ. Σπύρος Θεοδωρόπουλος, στο περιθώριο ενός event. Είπε στους συνομιλητές του ότι το θέμα του κόστους των πρώτων υλών, «που σε κάποιες κατηγορίες αρνούνται να υποχωρήσουν», είναι ένα ζήτημα που απασχολεί έντονα τη βιομηχανία τροφίμων, η οποία ταλαιπωρείται από το αυξημένο κόστος παραγωγής εδώ και μερικά χρόνια. Και φυσικά τις τσέπες των καταναλωτών.

Έφερε ως παράδειγμα την τιμή της γαλοπούλας, η οποία μέσα σε ένα χρόνο έχει εκτοξευθεί. «Πρόκειται για μεταβολή που δύσκολα κάποια επιχείρηση μπορεί να… καταπιεί». Και αυτή η αύξηση δεν οφείλεται σε κάποιον πόλεμο, αλλά στην γρίπη των πτηνών που αδυνατούν οι υγειονομικές αρχές να ελέγξουν.

Τεράστιες μεταβολές έχουν παρατηρηθεί και σε προϊόντα όπως το κακάο, ο χυμός πορτοκάλι και ο καφές. Ο κ. Θεοδωρόπουλος κάνει μια ανησυχητική πρόβλεψη για την πορεία των τιμών, λέγοντας ότι όσο εντείνεται η κλιματική κρίση, τόσο θα διογκώνεται το πρόβλημα με τις τιμές κάποιων προϊόντων.

Ανισορροποία μεταξύ της επάρκειας στις πρώτες ύλες και της ζήτησης

Στην κλιματική κρίση αναφέρθηκε πρόσφατα και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων και Ποτών (ΣΕΒΤ) κ. Ιωάννης Γιώτης, στην ανοικτή συνέλευση που πραγματοποιήθηκε, λέγοντας ότι απειλεί τη δραστηριότητα της βιομηχανίας αλλά και τον πρωτογενή τομέα, δημιουργώντας ανισορροπία μεταξύ επάρκειας πρώτων υλών και ζήτησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα ιστορικά υψηλά επίπεδα σε πρώτες ύλες όπως ο καφές, το κακάο και τα βοοειδή, τόνισε ο κ. Γώτης.

«Τον τελευταίο χρόνο οι τιμές του κακάο έχουν τετραπλασιαστεί, οι τιμές του καφέ έχουν διπλασιαστεί, στα βοοειδή οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 50% και στη γαλοπούλα κατά 100%».

Στις αναταράξεις που έχουν προκαλέσει στην αγορά οι αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών έχει αναφερθεί πρόσφατα και ο κ. Αριστοτέλης Παντελιάδης, πρόεδρος της Ένωσης Σούπερ-Μάρκετ Ελλάδας (ΕΣΕ), λέγοντας ότι ορισμένες πρώτες ύλες όπως το κακάο, ο καφές και το μοσχαρίσιο κρέας με αύξηση της τάξης του 47%, εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα τιμών, ενώ άλλες όπως το ελαιόλαδο παρουσιάζουν τάσεις αποκλιμάκωσης.

Το πρόβλημα των δασμών – Τι κάνουν τα brands;

Αναλόγως με το πού παράγουν τα προϊόντα τους, κάποιες εταιρείες και brands θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό και από τους δασμούς που έχει προαναγγείλει ο Αμερικανός πρόεδρος.

Πάρτε για παράδειγμα την περίπτωση του κακάο και της σοκολάτας.

Από το 2021, οι τιμές της σοκολάτας έχουν αυξηθεί πάνω από 30% τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, σύμφωνα με εκτιμήσεις της TD Cowen βασισμένες σε στοιχεία της Nielsen.

Hershey και Mondelez

Ωστόσο, η επίδραση στη ζήτηση είναι εντονότερη στις ΗΠΑ, λόγω σημαντικών διαφορών στην ελαστικότητα των τιμών μεταξύ των δύο αγορών, εξηγεί η Wall Street Journal. «Εταιρείες με ισχυρή παρουσία στην Ευρώπη, όπως η Mondelez, κατάφεραν να μετακυλήσουν τις αυξήσεις των τιμών χωρίς να χάσουν ιδιαίτερα σε όγκο πωλήσεων. Αντίθετα, οι Αμερικανικοί καταναλωτές αποδείχθηκαν πιο ευμετάβλητοι, με αποτέλεσμα εταιρείες που επικεντρώνονται κυρίως στην αγορά των ΗΠΑ, όπως η Hershey, να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες πιέσεις».

Η Hershey, με προϊόντα όπως η Kiss και η Kit Kat, αντλεί περίπου το 87% των καθαρών της πωλήσεων από τις ΗΠΑ.

Η Mondelez, από την άλλη, αποκομίζει το 60% των πωλήσεων σοκολάτας από την Ευρώπη και άλλο ένα 35% από αναπτυσσόμενες αγορές. Λιγότερο από 5% της σοκολατένιας δραστηριότητάς της προέρχεται από τη Βόρεια Αμερική, αν και διατηρεί εκεί μια ευρύτερη παρουσία στον τομέα των σνακ.

Για το 2025, η Mondelez προβλέπει πτώση 10% στα προσαρμοσμένα κέρδη ανά μετοχή — μια σχετικά ήπια μείωση σε σύγκριση με την εκτιμώμενη πτώση κατά περίπου 35% για τη Hershey. Την τελευταία διετία, η μετοχή της Hershey έχει υποχωρήσει περίπου 35%, ενώ η πτώση της μετοχής της Mondelez περιορίζεται στο 5%, εξηγεί η Wall Street Journal.

Lindt & Sprüngli

Η ελβετική εταιρεία Lindt & Sprüngli, που απευθύνεται σε πιο εύπορους καταναλωτές, έχει αποδώσει ακόμη καλύτερα – με τη μετοχή της να καταγράφει άνοδο σχεδόν 20% την τελευταία διετία. Εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε στη Wall Street Journal ότι λόγω των αναμενόμενων αυξήσεων τιμών φέτος «σε ολόκληρη την κατηγορία σοκολάτας, δεν αναμένουμε πρόοδο στον όγκο πωλήσεων», προσθέτοντας ότι «η Ευρώπη αναμένεται να αποδώσει καλύτερα από τη Βόρεια Αμερική, λόγω υψηλότερου μεριδίου λιανικής και χαμηλότερης ελαστικότητας τιμής».

Είτε πρόκειται για τη Nutella είτε για τα Kit Kat, τα προϊόντα σοκολάτας παραμένουν σχετικά προσιτές απολαύσεις, που οι περισσότεροι στις ανεπτυγμένες χώρες δεν σκέφτονται ιδιαίτερα πριν τις αγοράσουν.

Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, η αγορά κακάο βρίσκεται σε κρίση, προκαλώντας αύξηση των τιμών σοκολάτας με ρυθμούς πολύ ταχύτερους από τα περισσότερα άλλα τρόφιμα. Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες στη Δυτική Αφρική, που παράγει περίπου το 70% του παγκόσμιου κακάο, επηρέασαν αρνητικά την παραγωγή. Οι αγρότες έχουν να αντιμετωπίσουν επίσης τις ασθένειες των καλλιεργειών.

Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες στη Δυτική Αφρική, που παράγει περίπου το 70% του παγκόσμιου κακάο, επηρέασαν αρνητικά την παραγωγή

Αρχικά, οι κατασκευαστές κατάφεραν να αποφύγουν απότομες αυξήσεις τιμών χάρη σε στρατηγικές αντιστάθμισης (hedging) και την ελπίδα ότι η άνοδος των τιμών θα ήταν παροδική, εξηγεί ο Martijn Bron, πρώην επικεφαλής εμπορίας κακάο στον κολοσσό Cargill. Ωστόσο, καθώς οι υψηλές τιμές διατηρούνται, οι εταιρείες αναγκάζονται να μετακυλίσουν το κόστος στους καταναλωτές δοκιμάζοντας τα όρια της αντοχής τους.

Οι δασμοί που επέβαλε ο πρόεδρος Τραμπ – οι οποίοι είχαν σκοπό να ευνοήσουν τους Αμερικανούς παραγωγούς – τελικά πλήττουν περισσότερο τους ίδιους τους Αμερικανούς κατασκευαστές.

Στελέχη της Hershey έχουν προειδοποιήσει ότι η μη αντισταθμισμένη επίδραση των δασμών ενδέχεται να αγγίξει τα 100 εκατ. δολάρια ανά τρίμηνο, κατά το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Έχουν δηλώσει ότι η εταιρεία εργάζεται για να εξασφαλίσει εξαίρεση για το κακάο -ένα συστατικό που δεν μπορεί να παραχθεί μαζικά εντός των ΗΠΑ.

Όμως κάποιες εταιρείες έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Εταιρείες όπως οι Barry Callebaut, Mondelez και Ferrero, που διαθέτουν μεγάλες μονάδες παραγωγής στον Καναδά και το Μεξικό και εξυπηρετούν την αγορά των ΗΠΑ, βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, λέει στη Wall Street Journal ο ειδικός του κλάδου Raphaël Felenbok. Ουσιαστικά, μπορούν να παρακάμπτουν τους αμερικανικούς εισαγωγικούς δασμούς, εισάγοντας το κακάο σε γειτονικές χώρες και στη συνέχεια πουλώντας το τελικό προϊόν στις ΗΠΑ βάσει της συμφωνίας USMCA (πρώην NAFTA), χωρίς επιπλέον δασμούς, εξηγεί.

Αντίθετα, εταιρείες όπως η Hershey, η Mars Wrigley και η Lindt & Sprüngli, οι οποίες διατηρούν σημαντικό μέρος της παραγωγής τους εντός των ΗΠΑ, είναι πιο εκτεθειμένες στους δασμούς του κακάο.

OT Originals

Περισσότερα από Business

ot.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΟΝΕ DIGITAL SERVICES MONOΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 801010853, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: ot@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Μέλος

ened
ΜΗΤ

Aριθμός Πιστοποίησης
Μ.Η.Τ.232433

Απόρρητο