Το πλαίσιο συμφωνίας που ανακοινώθηκε μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας δημιούργησε περισσότερα ερωτήματα από όσες απαντήσεις επεχείρησε να δώσει. Γιατί μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να έσπευσε να πανηγυρίσει μια έστω και μικρή νίκη στις σπάνιες γαίες, οι Κινέζοι ωστόσο εμφανίστηκαν πιο συγκρατημένοι για τις εξελίξεις. Και αυτό αποτυπώθηκε και στις αγορές, οι οποίες αντέδρασαν μουδιασμένα…
Απ’ ό,τι όλα δείχνουν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ έχουν μεταβεί από την αρχική τους φάση, με τις πολλές ανατροπές και τις παλινωδίες σε ένα νέο, βασανιστικά αργό κεφάλαιο. Μπορεί να είναι λιγότερο ταραχώδες από το δράμα της περασμένης άνοιξης, αλλά όχι λιγότερο ανησυχητικό για τους επενδυτές.
Τώρα που οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν το πλαίσιο για μια εμπορική συμφωνία , η προσοχή μπορεί να αρχίσει να στρέφεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία φαίνεται να είναι η επόμενη που θα κλείσει συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ. Ωστόσο, η προοπτική μιας γρήγορης επίλυσης φαίνεται μακρινή.
Το να καταφέρουν Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες να βρουν κοινό έδαφος, που θα οδηγήσει σε ουσιαστική μείωση του σημαντικού πλεονάσματος αγαθών της ΕΕ με τις ΗΠΑ, περίπου 200 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, αποτελεί μια τεράστια πρόκληση, καθώς οι κύριες οδοί φαίνεται να είναι αποκλεισμένες.
Καταρχάς, είναι εξαιρετικά απίθανο η ΕΕ να κάνει παραχωρήσεις όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά γεωργικών προϊόντων, δεδομένης της ισχυρής και ολοκληρωμένης πολιτικής της περιοχής για την προστασία της τοπικής γεωργίας. Οι συμφωνίες μεγάλης κλίμακας για αεροσκάφη φαίνονται επίσης απίθανες, δεδομένης της αντιπαλότητας μεταξύ Airbus και Boeing. Το αμφιλεγόμενο ζήτημα της τιμολόγησης των φαρμακευτικών προϊόντων θα περιπλέξει τυχόν συμφωνίες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Και οι αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες πιθανότατα θα δυσκολευτούν να ασκήσουν σημαντική επιρροή στην αγορά της ΕΕ, δεδομένων των εδραιωμένων προτιμήσεων των Ευρωπαίων καταναλωτών και των κανονιστικών εμποδίων.
Οι διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με την ΕΕ διεξάγονται επίσης σε ένα σημαντικά διαφορετικό πλαίσιο από αυτό που επικράτησε τον Μάιο κατά τον προηγούμενο γύρο εμπορικών συνομιλιών με την Κίνα. Ο Λευκός Οίκος φαίνεται ότι επί του παρόντος λειτουργεί υπό λιγότερους έντονους χρονικούς περιορισμούς. Είναι σημαντικό ότι οι εξαγωγές της ΕΕ προς τις Ηνωμένες Πολιτείες αφορούν κυρίως βιομηχανικά και πολυτελή αγαθά, όχι καθημερινά αναλώσιμα που επηρεάζουν άμεσα το πορτοφόλι του μέσου Αμερικανού.
Σε αυτό το πιο ήρεμο σκηνικό, οι κεφαλαιαγορές έχουν δείξει σημάδια προσαρμογής στις φαινομενικά απρόβλεπτες εμπορικές τακτικές της τρέχουσας κυβέρνησης.
Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι χαρτί που επιδιώκει να παίζει ο Τραμπ στο εμπορικό πόκερ είναι αυτό της αξιοπιστία των απειλών. Και δεδομένης της έμφασης που δίνει στην ικανότητά του συνάπτει συμφωνίες, οι ΗΠΑ ουσιαστικά δεν έχουν την πολυτέλεια να θεωρούνται ότι υποχωρούν συνεχώς.
Εξάλλου, το να θεωρείται κανείς αναξιόπιστος με τελεσίγραφα θα υπονόμευε σημαντικά τη διαπραγματευτική ισχύ της κυβέρνησης, όχι μόνο με την ΕΕ, αλλά και παγκοσμίως. Αυτή η ανάγκη διατήρησης μιας αξιόπιστης σκληρής γραμμής θα μπορούσε να δυσχεράνει τη διαδικασία, καθιστώντας πιο δύσκολο να γίνουν παραχωρήσεις και πιο αργή την επίτευξη προόδου.
Επομένως, αυτή η αυξημένη και ενδεχομένως παρατεταμένη αβεβαιότητα στις εμπορικές διαπραγματεύσεις είναι πιθανό συντηρήσει ένα κλίμα αβεβαιότητας στις αγορές.
Χωρίς να αποκλείεται ένα ακόμα πλήγμα, αν επιβεβαιωθούν οι Κασσάνδρες που προβλέπουν ότι είναι ορατός ο κίνδυνος να καταρρεύσει η προσωρινή συμφωνία που μόλις επιτεύχθηκε με την Κίνα. Ο φρενήρης ρυθμός του πρώτου κεφαλαίου του εμπορικού πολέμου έχει δώσει τη θέση του σε μια πιο δύσκολη φάση. Αυτή η «αργή διαδικασία» σίγουρα υποκρύπτει περισσότερη αβεβαιότητα, δοκιμάζοντας την υπομονή των αγορών και των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, με την πρόοδο πιθανότατα να μετριέται σε εκατοστά και όχι σε χιλιόμετρα…