Η ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αποτέλεσμα και των μεταρρυθμίσεων της προηγούμενης δεκαετίας, έχει οδηγήσει σε σταθερή ενίσχυση της απασχόλησης και των μισθών, σύμφωνα με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2024-2025. , αλλά βασικό ζήτημα αποτελεί η ενίσχυση για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και η ανάκαμψη της κατανάλωσης υπήρξαν βασικά στοιχεία του αναπτυξιακού κύκλου. Ωστόσο, τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομία φτάνει πλέον σε σημείο καμπής. Το μοναδιαίο κόστος εργασίας, δηλαδή το κόστος ανά μονάδα προϊόντος, ξεπέρασε το 2024 τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Αν η τάση αυτή διατηρηθεί, η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας ενδέχεται να υπονομευθεί, επηρεάζοντας εξαγωγές και επενδυτικά σχέδια, σύμφωνα με την έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα.
Ταυτόχρονα, η λήξη της αναστολής των επιδομάτων προϋπηρεσίας (τριετιών) στον ιδιωτικό τομέα και οι αυξήσεις στον κατώτατο και μέσο μισθό έχουν ενισχύσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών – αλλά έχουν προσθέσει σοβαρό βάρος σε πολλές επιχειρήσεις, κυρίως μικρές και μεσαίες, που δυσκολεύονται να απορροφήσουν το αυξημένο κόστος, όπως σημειώνεται στην έκθεση
Επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΤτΕ, η παραγωγικότητα της εργασίας για την οικονομία συνολικά θα αυξάνεται με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τις πραγματικές αμοιβές ανά μισθωτό. Έτσι, αν δεν υπάρξουν αντίστοιχες εξελίξεις και στους εμπορικούς εταίρους της χώρας, τότε οι τάσεις αυτές αναμένεται να πλήξουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η κατάταξη της Ελλάδος ως προς τους παγκόσμιους σύνθετους δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας παρέμεινε σχετικά στάσιμη το 2024
Στασιμότητα στη διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα
Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία έτη, η συγκριτική θέση της Ελλάδος μεταξύ των προηγμένων οικονομιών παραμένει χαμηλή. Η πρόσφατη υποβολή αναθεωρημένης πρότασης για το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που επιδιώκει την ταχύτερη και πλήρη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων, καθώς και οι νέες προτεραιότητες που έχουν τεθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για την ενίσχυση της καινοτομίας και της στρατηγικής αυτονομίας αναμένεται ότι θα δώσουν ώθηση στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις σε υποδομές, με προσδοκώμενο αποτέλεσμα την αναβάθμιση της σχετικής θέσης της Ελλάδος.
Σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, οι έως τώρα συναλλαγματικές εξελίξεις για το 2025, σε συνδυασμό με την προβλεπόμενη πορεία του πληθωρισμού, εκτιμάται ότι θα επιβαρύνουν ελαφρώς την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, παρά τη σωρευτική βελτίωση της προηγούμενης 15ετίας.
Η κατάταξη της Ελλάδος ως προς τους παγκόσμιους σύνθετους δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας παρέμεινε σχετικά στάσιμη το 2024. Η γεφύρωση του χάσματος ανταγωνιστικότητας, και ιδιαίτερα σε όρους καινοτομίας, τεχνολογίας και παραγωγικών επενδύσεων, έναντι άλλων προηγμένων οικονομιών αναμένεται να επιταχυνθεί με την υλοποίηση των έργων στο πλαίσιο του RRF.
Σημαντική η έγκαιρη, αποτελεσματική και καθολική απορρόφηση πόρων που έχουν προγραμματιστεί για την Ελλάδα
Το Ταμείο Ανάκαμψης και ο Ντράγκι
Όπως σημειώνεται στην έκθεση της ΤτΕ, η προώθηση της ανταγωνιστικότητας κατέχει εξέχουσα θέση ανάμεσα στις προτεραιότητες της ΕΕ, όπως αναδείχθηκε και από την έκθεση του Μάριο Ντράγκι η οποία τονίζει ότι απώτερος σκοπός θα πρέπει να είναι η θωράκιση της ΕΕ απέναντι στις μεταβολές στο παγκόσμιο εμπόριο, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις παραγωγικές ανάγκες του τεχνολογικού μετασχηματισμού.
Το νέο σχέδιο δράσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό τον τίτλο “Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας” περιλαμβάνει συγκεκριμένες ενέργειες και ένα πλήρες χρονοδιάγραμμα για την υλοποίησή τους.
Προς την κατεύθυνση αυτή είναι σημαντική η έγκαιρη, αποτελεσματική και καθολική απορρόφηση πόρων που έχουν προγραμματιστεί για την Ελλάδα, καθώς και η προσέλκυση εμβληματικών επενδύσεων, οι οποίες θα μεταφέρουν τεχνογνωσία και νέες τεχνολογίες που μπορούν να αναβαθμίσουν το παραγωγικό πρότυπο της ελληνικής οικονομίας, να αυξήσουν την παραγωγικότητά της και να ενισχύσουν την ανάπτυξή της.
Όσον αφορά το κόστος εργασίας, εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια, για το σύνολο της οικονομίας, οι ονομαστικές αμοιβές ανά μισθωτό θα αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς πλησίον του 5% ετησίως
Ανεργία και κόστος εργασίας
Από εκεί και πέρα, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, η ανεργία εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 9,4% το 2025, ενώ στη συνέχεια αναμένεται να αποκλιμακωθεί με γρήγορο ρυθμό και να φθάσει στο 8,2% το 2027, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη
ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη.
Όσον αφορά το κόστος εργασίας, εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια, για το σύνολο της οικονομίας, οι ονομαστικές αμοιβές ανά μισθωτό θα αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς πλησίον του 5% ετησίως, κυρίως ως αποτέλεσμα της εντεινόμενης στενότητας στην αγορά εργασίας, αλλά και με βάση τη διαθέσιμη πληροφόρηση από τις πρόσφατες συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε διάφορους κλάδους του ιδιωτικού τομέα.
Επισημαίνεται ότι η παραγωγικότητα της εργασίας για την οικονομία συνολικά εκτιμάται ότι θα αυξάνεται με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τις πραγματικές αμοιβές ανά μισθωτό. Έτσι, αν δεν υπάρξουν αντίστοιχες εξελίξεις και στους εμπορικούς εταίρους της χώρας, τότε οι τάσεις αυτές ενδεχομένως θα πλήξουν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.