Σπάνια, πολύ σπάνια, οι επιχειρηματίες θα πάνε σε ευθεία ρήξη με μία κυβέρνηση. Ο πατριάρχης της βιομηχανίας Μποδοσάκης είχε πει το γνωστό «εγώ με το γκουβέρνο είμαι». Και αυτή η στάση του Μποδοσάκη τηρείται ευλαβικά από όλες τις γενιές των επιχειρηματιών που ακολούθησαν, χρόνια τώρα…
Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρηματιών, και ιδίως στην Ελλάδα, έχουν δουλειές με το κράτος και ανά τακτά διαστήματα μπορεί να πιέζουν, αλλά σπάνια θα βάλλουν ευθέως κατά μίας κυβέρνησης, για να μη χάσουν αυτές τις μπίζνες.
Ωστόσο, μέσα από την σκληρή κριτική που θα ασκήσουν ή και από την επιχειρηματική τους δραστηριότητα μπορούν να προκαλέσουν τριγμούς σε μία κυβέρνηση αλλά και στην κοινωνική συνοχή. Ως προς το δεύτερο μπορούν να το πράξουν π.χ. κλείνοντας ένα εργοστάσιο ή μεταφέροντας την παραγωγική τους δραστηριότητα εκτός χώρας.
Ο ΣΕΒ, ο κορυφαίος φορέας εκπροσώπησης των εργοδοτών στην Ελλάδα παραδοσιακά σηκώνει τους τόνους όταν μία κυβέρνηση με πράξεις ή παραλείψεις της θίγει επιχειρηματικά συμφέροντα αλλά πάντα στις δημόσιες παρεμβάσεις του θα σημειώσει και τα θετικά της πολιτικής που εφαρμόζει.
Και ποτέ δεν θα πάει σε ολομέτωπη επίθεση με το «γκουβέρνο». Μία φορά αν έχει συμβεί αυτό ιστορικά, την αλησμόνητη εποχή που η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή επιδίωξε να θεσπίσει το πλαίσιο για τον «βασικό μέτοχο».
Να επιστρέψουμε, όμως, στο σήμερα, και συγκεκριμένα στην ετήσια τακτική γενική συνέλευση του ΣΕΒ. Όπου κορυφαία μέλη της διοίκησης του αλλά και του επιχειρηματικού πεδίου της χώρας επιδόθηκαν σε ένα «σφυροκόπημα» κατά της κυβέρνησης. Προς επίρρωση των προαναφερόμενων σε μία σκληρή κριτική κατά του «κράτους». Απέφυγαν να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «κυβέρνηση» αν και την ευθύνη της διοίκησης του «κράτους» έχει το υπουργικό συμβούλιο.
Όπως και να χει, η ομοβροντία από επιχειρηματίες του βεληνεκούς, όπως ο Σπύρος Θεοδωρόπουλος, ο Ευτύχης Βασιλάκης, ο Ιωάννης Γιώτης και ο Αριστοτέλης Παντελιάδης για τις ευθύνες του κράτους ως προς τη χαμηλή παραγωγικότητα, τη διατήρηση της γραφειοκρατίας, το μη φιλικό χωροταξικό πλαίσιο , τη χαμηλή απορροφητικότητα των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και την έλλειψη υποδομών, αποτελούν ένα ισχυρό μήνυμα προς την κυβέρνηση.
Μία κυβέρνηση η οποία είχε ως προνομιακό πεδίο για την εκλογή της την οικονομία και τις μεταρρυθμίσεις και τη στήριξη του επιχειρηματικού κόσμου, τώρα δέχεται πυρά…
Και προφανώς οι επιχειρηματίες διαπιστώνουν ότι οι τομές που υποσχέθηκε η κυβέρνηση της ΝΔ για την ευχερέστερη επενδυτική τους δραστηριότητα έξι χρόνια μετά την πρώτη εκλογή της δεν έχουν γίνει. Ή όποιες έχουν γίνει δεν είναι τόσο αποτελεσματικές.
Αλλά το πιο σοβαρό των όσων τόνισαν οι εκπρόσωποι του ΣΕΒ είναι ότι το κράτος παραμένει εχθρικό απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Κάτι που επισημαίνεται συχνά τις τελευταίες δεκαετίες. Και αυτή η συμπεριφορά του κράτους συνεχίζεται. Κυρίως απέναντι στην υγιή επιχειρηματικότητα. Το κράτος δεν σέβεται το επιχειρείν.
Επιπροσθέτως, το ανησυχητικό είναι πως η κριτική του ΣΕΒ μπορεί μεν να έχει μία δόση ιδιοτέλειας – άνετο κέρδος θέλουν οι επιχειρηματίες – έχει όμως και μία πιο μεγάλη δόση ανησυχίας ως προς την πορεία της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια.
Και αναφέρομαι, μετά το 2026, όταν θα τελειώσει το Ταμείο Ανάκαμψης. Κι αν σε ένα χρόνο δεν γίνουν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει να μην έχει βιώσιμα χαρακτηριστικά στην ανάπτυξη της. Και την επισήμανση αυτή δεν τη κάνει μόνο ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας αλλά και διεθνείς κι εγχώριοι οικονομολόγοι.
Στην τελική μπορεί το «σφυροκόπημα» του ΣΕΒ στην κυβέρνηση να προκαλέσει κάποια ρήγματα, ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα είναι πως η απραξία και η μεταρρυθμιστική ατολμία της είναι ικανές να κρατήσουν την ελληνική οικονομία δέσμια των πολυετών παθογενειών του κράτους και να την οδηγήσουν σε νέες δυσάρεστες περιπέτειες. Πολύ περισσότερο σε μία εποχή γεμάτη αβεβαιότητες και γεωπολιτικές προκλήσεις.