Καταργήθηκε χθες, μετά από τέσσερα χρόνια συνεχούς εφαρμογής η νομοθετική ρύθμιση με την οποία το μικτό περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων είχε «πλαφόν» τα επίπεδα του 2021, γεγονός του εγείρει ανησυχίες για ενδεχόμενες νέες πιέσεις στις τιμές.
«Είναι κατανοητές αυτές οι ανησυχίες. Από την άλλη πλευρά όμως, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να έχουμε μια οικονομία η οποία βρίσκεται μονίμως υπό καθεστώς πλαφόν. Αυτό έχει διατηρηθεί τέσσερα χρόνια. Ουσιαστικά κράτησε όσο κράτησε και o πολύ υψηλός ρυθμός πληθωρισμού της προηγούμενης πληθωριστικής κρίσης. Υπενθυμίζω ότι τα προηγούμενα χρόνια είχαμε φτάσει σε πληθωρισμό του ύψους του 15% και 14%, που δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ζούμε σήμερα», υπογράμμισε ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Σωτήρης Αναγνωστόπουλος. Τόνισε μάλιστα ότι σε «σε κάθε περίπτωση όμως, πρέπει να θυμόμαστε ότι η λογική του ενός μόνιμου πλαφόν στην οικονομία δεν είναι κάτι το οποίο είναι καλό ούτε για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις. Σε όλα τα υπόλοιπα πολιτισμένα κράτη του κόσμου, τα δυτικά ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου, δεν υπάρχει καθεστώς μόνιμου πλαφόν στην αγορά».
Ο ανταγωνισμός
Μιλώντας στην ΕΡΤ, ο κ. Αναγνωστόπουλος, ανέφερε ότι έχει γίνει πολύ σημαντική δουλειά τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο αυτό και για αυτό το λόγο «βλέπουμε ότι η χώρα μας, ακόμα και σε σχέση με χώρες οι οποίες είναι πολύ πιο ανεπτυγμένες από εμάς και στο επίπεδο ανταγωνισμού, πάει γενικώς καλύτερα σε ότι αφορά στον πληθωρισμό, ακριβώς επειδή σιγά σιγά η χώρα μας έχει μεγαλύτερο ανταγωνισμό, σταδιακά βελτιώνεται η κατάσταση στην αγορά, χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλά ακόμα να γίνουν και αυτό είναι το κρίσιμο στοίχημα του επόμενου χρονικού διαστήματος, να έχουμε πιο ανταγωνιστικές οικονομίες και πιο ανοιχτές αγορές, έτσι ώστε οι καταναλωτές να έχουν περισσότερες και καλύτερες επιλογές και άρα οι τιμές να περιορίζονται από τον ανταγωνισμό και όχι από κάποιο πλαφόν, το οποίο είναι χρήσιμο μεν, αλλά δεν μπορεί να διατηρηθεί για πάντα»
Για τον πληθωρισμό
Σε ερώτηση σχετικά με την άνοδο του πληθωρισμού τον Ιούνιο, ο ΓΓ Εμπορίου ανέφερε ότι «ο φυσιολογικός ρυθμός αύξησης σε μια οικονομία είναι κοντά στο 2%. Αυτός είναι ο επιθυμητός στόχος που έχει και η Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά για τη ζώνη τουλάχιστον του ευρώ».
Ο ίδιος διευκρίνισε ότι οι ανατιμήσεις στις υπηρεσίες οφείλονται σε δύο βασικούς παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι έχουμε την τουριστική περίοδο κάθε καλοκαίρι και αυτό αυξάνει πολύ τη ζήτηση για υπηρεσίες στη χώρα μας τους καλοκαιρινούς μήνες.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι οι αυξήσεις των μισθών που έχουν προηγηθεί αυξάνουν και τα κόστη των παρεχόμενων υπηρεσιών.
«Είμαστε πολύ κοντά στο στόχο του 2% και ειδικά σε ότι αφορά στα τρόφιμα και στα βασικά καταναλωτικά προϊόντα. Βρισκόμαστε στις χαμηλότερες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά στα τρόφιμα, στην τρίτη χαμηλότερη θέση της Ευρωζώνης μαζί με τη Γαλλία και την Κύπρο» κατέληξε.