Σημαντική αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες διαχείρισης αποταμιεύσεων, που θυμίζουν private banking, διαπιστώνουν οι τράπεζες τους τελευταίους μήνες.
Ο λόγος γίνεται για προϊόντα, τα οποία δίνουν πρόσβαση στην ενεργητική διαχείριση κεφαλαίων σε μικρά και μεσαία πορτοφόλια.
Εν προκειμένω, σε πρώτη φάση ο πελάτης κατηγοριοποιείται, ανάλογα με την ανοχή του στο ρίσκο και την προσδοκία του για κέρδος.
Βάση αυτής της αξιολόγησης τα χρήματά του τοποθετούνται σε χαρτοφυλάκια που ταιριάζουν στο προφίλ του.
Η καινοτομία αυτών των λύσεων, όμως, είναι πως οι επενδύσεις βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση, διασφαλίζοντας πως δεν αλλοιώνεται η σχέση απόδοσης – κινδύνου που έχει αρχικώς επιλεγεί.
Συνεχής προσαρμογή
Προσαρμόζονται δηλαδή άμεσα στις συνθήκες που επικρατούν στις αγορές. Πρόκειται για μία ουσιώδη διαφορά σε σύγκριση με τα κλασικά αμοιβαία κεφάλαια.
Άρα, όπως συμβαίνει στο private banking, έτσι και στην αυτήν την περίπτωση, οι πελάτες δίνουν το ελεύθερο στον τραπεζίτη τους να διαχειριστεί τα χρήματά τους, με γνώμονα την επίτευξη ενός συγκεκριμένου επενδυτικού στόχου.
Με τη διαφορά ότι το ελάχιστο ποσό για πρόσβαση στις εν λόγω υπηρεσίες είναι πολύ χαμηλό, ξεκινώντας από μερικές χιλιάδες ευρώ.
Τραπεζικές πηγές σημειώνουν πως η διείσδυση αυτού του μοντέλου στην εγχώρια αγορά αποτελεί το μεγάλο στοίχημα στο asset management κατά την επόμενη 5ετία.
Όπως αναφέρουν, η απόσταση που μας χωρίζει σε αυτόν τομέα από την υπόλοιπη Ευρώπη είναι ενδεικτική των προοπτικών ανάπτυξής του.
Η εικόνα σήμερα
Πράγματι στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των ρευστών διαθεσίμων των ιδιωτών είναι τοποθετημένο σε τραπεζικές καταθέσεις.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα νοικοκυριά τηρούσαν στις ελληνικές τράπεζες 147 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μάλιστα τα 112 δισ. ευρώ σε άτοκους λογαριασμούς πρώτης ζήτησης.
Την ίδια στιγμή, η αξία του ενεργητικού των αμοιβαίων κεφαλαίων διαμορφώνεται σε 26 δισ. ευρώ. Μπορεί σε σύγκριση με τις αρχές του 2022 να έχει υπερδιπλασιαστεί, ωστόσο παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.
Εξάλλου, το μεγαλύτερο μέρος των καθαρών εισροών την τελευταία διετία καταγράφηκε στο πλέον συντηρητικό κομμάτι προϊόντων της κατηγορίας.
Συγκεκριμένα, από το σύνολο των νέων τοποθετήσεων ύψους 8,1 δισ. ευρώ το 2023 και το 2024, τα 7,6 δισ. ευρώ ή 94% επί του συνόλου επενδύθηκαν σε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια, κυρίως προκαθορισμένης διάρκειας.
Δηλαδή σε προγράμματα που προσομοιάζουν με τις προθεσμιακές καταθέσεις, λόγω του συγκεκριμένου επενδυτικού ορίζοντα και της προβλεψιμότητας ως προς την απόδοση.
Αλλαγή τάσης
Σταδιακά όμως ενισχύεται η τάση για επενδύσεις και σε άλλα αμοιβαία κεφάλαια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, στο πρώτο μισό του 2025 οι καθαρές εισροές διαμορφώθηκαν σε 2,93 δισ. ευρώ.
Από αυτές τα 2,32 δισ. ευρώ ή ποσοστό 79% αφορούσαν σε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια. Δηλαδή, το μερίδιο των λιγότερο συντηρητικών επιλογών από το 7% τη διετία 2023 – 2024 έχει υπεριδιπλασιαστεί.
Τραπεζικές πηγές εκτιμούν πως η συγκυρία είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για την περαιτέρω ενίσχυση των σχετικών πωλήσεων.
Κι αυτό διότι με την υποχώρηση των επιτοκίων και τη συνεπακόλουθη προς τα κάτω αναπροσαρμογή των αποδόσεων στα πιο ασφαλή προϊόντα σταθερού εισοδήματος, ήτοι τις προθεσμιακές καταθέσεις και τα έντοκα γραμμάτια, η ζήτηση για υπηρεσίες διαχείρισης, θα σημειώνει άνοδο.
Μόνο τυχαία με την εξέλιξη της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη δεν είναι η υποχώρηση των υπολοίπων σε λογαριασμούς προθεσμίας ιδιωτών κατά 2 δισ. ευρώ το τετράμηνο Φεβρουάριος – Μάιος 2025.
Στο πλαίσιο αυτό, όλες οι τράπεζες, συστημικές και μη, εμπλουτίζουν συνεχώς το προϊόντικό τους χαρτοφυλάκιο για την όσο δυνατόν πιο αποτελεσματική ικανοποίηση των αποταμιευτικών / επενδυτικών αναγκών της πελατείας τους.