Οι διαχρονικές παθογένειες της χώρας επανέρχονται στο δημόσιο διάλογο με πολλές αφορμές. Μια από τις διαχρονικότερες συζητήσεις και παραδοσιακότερες εξαγγελίες των κυβερνήσεων στην Ελλάδα, παραμένει η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας βασισμένη στην ενίσχυση της ελληνικής βιομηχανίας.
Μαζί με αυτά, πάντα υπάρχει και μια πρόβλεψη για την ενίσχυση του τουρισμού, συνδυαστικά με ένα ολιστικό σχέδιο το οποίο θα ενισχύει ταυτόχρονα και άλλους κλάδους ώστε ο η τουριστική βιομηχανία να μην παραμείνει ως «μονοκαλλιέργειας» για την Ελληνική Οικονομία.
Το εμπορικό ισοζύγιο και η ανάπτυξη
Η απόσταση των εξαγγελιών από την πραγματικότητα αποκαλύπτεται από τα στοιχεία για το εμπορικό ισοζύγιο, τα οποία αναδεικνύουν τη διαχρονική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να στηριχτεί στις δικές τις δυνάμεις. Η χώρα συνεχίζει να εισάγει πολύ περισσότερα από όσα εξάγει, γεγονός που υπονομεύει την αναπτυξιακή προοπτική, ενώ εντείνει την εξάρτηση από τις εισαγωγές. Το 2025 δεν φαίνεται να αποτελεί εξαίρεση, παρά τη συγκυριακή βελτίωση ορισμένων αριθμών.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάιο, η αξία των εισαγωγών ανήλθε στα 6,47 δισ. ευρώ, σημειώνοντας πτώση 14,7% σε ετήσια βάση, ενώ οι εξαγωγές υποχώρησαν οριακά κατά 1,3%, στα 4,18 δισ. ευρώ. Το αποτέλεσμα ήταν μια σημαντική συρρίκνωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου κατά 31,6%, στα 2,29 δισ. ευρώ, έναντι 3,35 δισ. τον αντίστοιχο μήνα του 2024. Παρόμοια εικόνα καταγράφεται και στο πεντάμηνο Ιανουαρίου–Μαΐου, όπου το εμπορικό έλλειμμα περιορίστηκε κατά 6,9%, στα 13,4 δισ. ευρώ.
Διαβάζοντας κανείς τα στοιχεία θα μπορούσε να πει ότι το κλίμα άλλαξε. Η πραγματικότητα ωστόσο είναι διαφορετική. Η εικόνα δεν αποτελεί προϊόν ουσιαστικής ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής. Αντιθέτως, αντανακλά κυρίως την υποχώρηση των διεθνών τιμών ενέργειας και την επιβράδυνση της ζήτησης για εισαγόμενα αγαθά. Είναι ενδεικτικό ότι, χωρίς τα πετρελαιοειδή και τα πλοία, οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 6,7%, ενώ οι εξαγωγές σημείωσαν άνοδο 9,3%.
Η έλλειψη παραγωγικού οράματος
Η καταγραφή του εμπορικού ισοζυγίου αναδεικνύει ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της Ελληνικής Οικονομίας, το οποίο μάλιστα υπήρξε από τις βασικές αιτίες που οδήγησαν την Ελλάδα στα μνημονιακά «βράχια». Το έλλειμμα αποτυπώνει την αδυναμία να δημιουργηθεί στην χώρα μια ισχυρή παραγωγική βάση, ικανή να υποκαταστήσει τις εισαγωγές και να δημιουργήσει ανταγωνιστικά προϊόντα για τις διεθνείς αγορές.
Χαρακτηριστικό της αδυναμίας αντιμετώπισης της διαχρονικής παθογένειας, είναι το γεγονός ότι χάθηκε η μεγάλη ευκαιρία να ενισχυθεί η βιομηχανική δραστηριότητα μέσω των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Το ίδιο και στο μέτωπο των φορολογικών κινήτρων, στον περιορισμό της γραφειοκρατίας, στην επιτάχυνση της δικαιοσύνης, στην διευκόλυνση των ενδιαφερόμενων να τρέξουν τις διαδικασίες προκειμένου να προχωρήσουν οι επενδύσεις τους.
Οι παγίδες για τις επιχειρήσεις
Αντίστοιχα, η μεταποίηση παραμένει κατακερματισμένη, η τεχνολογική αναβάθμιση εξαιρετικά περιορισμένη και η διασύνδεση με την έρευνα και την καινοτομία ισχνή και ιδιαίτερα προβληματική. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της εγχώριας παραγωγής, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν εμπόδια στη χρηματοδότηση τους, ενώ είναι αντιμέτωπες με ένα μάλλον εξαιρετικά εχθρικό φορολογικό πλαίσιο.
Άνθρωποι της αγοράς εκτιμούν ότι η ανάταξη του παραγωγικού μοντέλου δεν μπορεί να στηριχθεί σε αποσπασματικά μέτρα, ούτε βέβαια σε μεγαλόστομες εξαγγελίες. Απαιτείται ένα ολιστικό σχέδιο, με επίκεντρο την στήριξη στρατηγικών κλάδων, όπως ο πρωτογενής τομέας, η φαρμακοβιομηχανία, η πράσινη ενέργεια και άλλοι τομείς. Οι ίδιοι παράγοντες σημειώνουν ότι εξίσου σημαντικό είναι η επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο, η ανάσχεση του brain drain, η ανάπτυξη εξειδικευμένων υποδομών, αλλά και η δημιουργία ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ειδική έμφαση απαιτείται στη δημιουργία οικοσυστημάτων καινοτομίας που θα συνδέουν την παραγωγή με την τεχνολογία και την εξωστρέφεια.
Το εμπορικό ισοζύγιο δεν είναι απλώς ένας ακόμα στατιστικός δείκτης. Είναι καθρέφτης της παραγωγικής ικανότητας ή της παραγωγικής ανεπάρκειας της χώρας. Όσο η Ελλάδα συνεχίζει να εισάγει ό,τι αδυνατεί να παράγει, η αναπτυξιακή της τροχιά θα παραμένει εύθραυστη και εξαρτημένη από τις διεθνείς συγκυρίες και το στοίχημα της αυτάρκειας και της εξωστρέφειας θα παραμένει ανεκπλήρωτο.