Πρόκειται για μια ιστορική καμπή. Στις περισσότερες πλούσιες χώρες του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και την Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ) ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκεται σε ηλικία για να εργαστεί, είναι δηλαδή από 20 έως 64 ετών, για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σταματά να αυξάνεται. Στο σύνολο των 38 μελών του ο Οργανισμός υπολογίζει ότι το 2024 ο ενεργός πληθυσμός ήταν 820,5 εκατομμύρια. Εφέτος ο αριθμός αναμένεται να συρρικνωθεί στα 820,2 εκατομμύρια.
Στο εισαγωγικό σημείωμα της Έκθεσης για τις Προοπτικές Απασχόλησης, που έδωσε στη δημοσιότητα την Τετάρτη ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΟΣΑ Στέφανο Σκαρπέτα, η διάγνωση είναι σαφής: «Καθώς οι baby boomers εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας ο ενεργός πληθυσμός στις χώρες του ΟΟΣΑ αρχίζει να μειώνεται και αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2060». Οι baby boomers είναι βέβαια η πρώτη μεταπολεμική γενιά (1945-1964), πολυπληθέστατη χάρη στην έκρηξη των γεννήσεων που ακολούθησε το τέλος της αιματοχυσίας.
Μη-βιώσιμο σενάριο
«Μέχρι το 2060 ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας θα έχει μειωθεί κατά 8% στην περιοχή του ΟΟΣΑ και οι ετήσιες δημόσιες δαπάνες για συντάξεις και υγεία θα αυξηθούν κατά 3 μονάδες του ΑΕΠ», απεφάνθη ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ, Ματίας Κόρμαν. Και η μελέτη αυτή δεν είναι η πρώτη μελέτη που χτυπά το καμπανάκι του συναγερμού για το δημογραφικό πρόβλημα που διογκώνεται στις πλούσιες χώρες της Δύσης.
Σκέπτεται κανείς ότι στον ΟΟΣΑ μετέχει και η Τουρκία, η οποία εξακολουθεί να βρίσκεται σε πλήρη δημογραφική άνθηση – ο πληθυσμός της έχει ξεπεράσει τα 85 εκατομμύρια. Όμως ο Στέφανο Σκαρπέτα σημειώνει ότι «το εργατικό δυναμικό θα μειωθεί όχι μόνο στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και σε πολλές ασιατικές οικονομίες, ιδιαίτερα στην Ιαπωνία και στην Κορέα».
«Με απλά λόγια, ο πληθυσμός γερνάει και οι νέοι δεν κάνουν πλέον παιδιά. Το αποτέλεσμα είναι τρομερό. Σε σύγκριση με τον εργαζόμενο πληθυσμό, τα άτομα άνω των 65 ετών θα αυξάνονται διαρκώς σε αριθμό τις επόμενες δεκαετίες», γράφει ο Ρισάρ Ιό της «Les Echos». Και παραπέμπει στην πρόβλεψη του ΟΗΕ ότι το ποσοστό των ηλικιωμένων θα φτάσει το 52% του συνολικού πληθυσμού των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ έως το 2060, θα είναι δηλαδή σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από όσο ήταν το 1980.
«Αυτό σημαίνει ότι στις χώρες του ΟΟΣΑ, κάθε άτομο σε ηλικία εργασίας θα πρέπει να συντηρεί τον εαυτό του, συνεισφέροντας παράλληλα το 50% του εισοδήματός του για να συντηρεί ένα ηλικιωμένο άτομο που συνταξιοδοτείται. Σε ορισμένες χώρες το ποσοστό αυτό θα φθάσει και θα ξεπεράσει το 70%», τονίζει ο Σκαρπέτα.
Ο επικεφαλής της Διεύθυνσης Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων του ΟΟΣΑ ξεκαθάρισε ευθέως ότι ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι βιώσιμο μακροπρόθεσμα.
Θύμα η ανάπτυξη
Κατά τον ΟΟΣΑ οι πλούσιες χώρες έχουν εισέλθει σε μια «νέα οικονομική εποχή», όπου το πρόβλημα δεν είναι πλέον η έλλειψη θέσεων εργασίας, αλλά η έλλειψη εργατικού δυναμικού. Ήδη υπάρχουν θέσεις εργασίας στον ανεπτυγμένο κόσμο που δεν καλύπτονται πλέον. «Στην Ευρωζώνη, για παράδειγμα, τον Απρίλιο του 2025 μία στις έξι εταιρείες στο βιομηχανικό κλάδο και μία στις τέσσερις στον κλάδο των υπηρεσιών ανέφεραν την έλλειψη εργατικού δυναμικού ως έναν από τους παράγοντες που περιορίζουν την παραγωγή», σημειώνει ο Στέφανο Σκαρπέτα.
Εάν η αύξηση της παραγωγικότητας δεν επιταχυνθεί, σε ορίζοντα 35ετίας το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις πλούσιες χώρες εξαιρουμένων των ΗΠΑ και της Ιρλανδίας θα μπορούσε να επιβραδυνθεί κατά περίπου 40%. Σημειωτέον ότι η παραγωγικότητα στον ΟΟΣΑ (πλην ΗΠΑ και Ιρλανδίας) την περίοδο 2006-2019 αυξανόταν με ρυθμό 1% ετησίως, ενώ την περίοδο 2024-2060 αναμένεται ο ρυθμός να επιβραδυνθεί στο 0,6% ετησίως.
Παράταση του εργασιακού βίου
Το κλειδί για αυτή την έλλειψη εργατικού δυναμικού μπορεί να βρίσκεται στους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους, εκτιμά ο διεθνής Οργανισμός. «Καθώς οι άνθρωποι ζουν περισσότερο και παραμένουν υγιείς, οι ηλικιωμένοι μπορούν να εργάζονται περισσότερο», επισημαίνεται δίχως περιστροφές στην έκθεση. Κι αυτή η επισήμανση μπορεί να εκληφθεί ως κατευθυντήρια γραμμή και ως ενθάρρυνση προς τις εθνικές κυβερνήσεις προκειμένου να αυξήσουν τα όρια συνταξιοδότησης, κάτι που ήδη εξάλλου συμβαίνει.
Στις χώρες του ΟΟΣΑ, το προσδόκιμο ζωής όσων γεννήθηκαν από το έτος 2000 και εντεύθεν υπερβαίνει πλέον τα 80 έτη, ενώ ήδη τα περισσότερα χρόνια ζωής που κερδίζουν οι σημερινοί 60άρηδες αφορούν σε ποσοστό υψηλότερο του 70% «έτη υγιούς ζωής», σύμφωνα με τη μελέτη. «Ως εκ τούτου απομένει να σημειωθεί σημαντική πρόοδος σε ό,τι αφορά την προώθηση της απασχόλησης των ηλικιωμένων», υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά.
Κίνητρα στους ηλικιωμένους
Ο αξιωματούχος του Οργανισμού σημειώνει, ωστόσο, ότι η απλή μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος με την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, η οποία κυριαρχεί στις συζητήσεις σε πολλές χώρες (και στην Ελλάδα), δεν αρκεί. «Οι δημόσιες αρχές πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ηλικιωμένοι έχουν τις δεξιότητες, την υγεία, την υποστήριξη και τις ευκαιρίες που χρειάζονται για να συνεχίσουν να κατέχουν ουσιαστικές θέσεις εργασίας υψηλής παραγωγικότητας», τονίζει ο Σκαρπέτα.
Η δημιουργία ενός κατάλληλου εργασιακού περιβάλλοντος, η προώθηση της κατάρτισης και της απασχολησιμότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού βίου και η ενθάρρυνση της κινητικότητας των εργαζομένων συγκαταλέγονται στις λύσεις που προτείνει ο ΟΟΣΑ.
Μετανάστες και ΑΙ
Μια λύση που θα μπορούσε να εφαρμοστεί επικουρικά για την αντιμετώπιση του προβλήματος της γήρανσης του πληθυσμού, θα ήταν η ενθάρρυνση της μετανάστευσης. Αυτό όμως απαιτεί μια πολύ σημαντική αύξηση του καθαρού εισοδήματος των μεταναστών, που θα πρέπει ασφαλώς να είναι νόμιμοι και να αποδίδουν κανονικά ασφαλιστικές εισφορές. Διαφορετικά, «η πρόσθετη ανάπτυξη που θα επιτευχθεί από αυτές τις εισόδους ξένων εργαζομένων θα είναι χαμηλή, από 0,1 έως 0,2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κάθε χρόνο».
Αντιμέτωποι με αυτή τη δημογραφική πρόκληση, κάποιοι ειδικοί πιστεύουν ότι η λύση θα προέλθει από τις εξελίξεις στην Τεχνητή Νοημοσύνη (ΑΙ). Τα ρομπότ δηλαδή, δεν θα κλέψουν τις θέσεις των εργαζομένων (αφού αυτοί θα είναι περιζήτητοι), αλλά θα αντικαταστήσουν κατά τρόπο κοινωνικά ευπρόσδεκτο το ανθρώπινο εργατικό δυναμικό που θα λείπει όλο και περισσότερο από την παραγωγή.
Η αντικατάσταση αυτή όμως μπορεί να γίνει μέχρις ενός σημείου, κατά τον Στέφανο Σκαρπέτα. «Η ΑΙ μπορεί σίγουρα να αυξήσει την παραγωγικότητα, αλλά δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να καλύψει την έλλειψη ανθρώπινης εργασίας ή να προσφέρει μια θαυματουργή λύση», προειδοποιεί ο αξιωματούχος του ΟΟΣΑ.