Ισχυρές πιέσεις δέχονται σήμερα οι ευρωαγορές, μετά την ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, ότι θα επιβάλει δασμούς 30% σε αγαθά που εισάγονται από την ΕΕ, αν και ο βρετανικός FTSE 100 δείχνει να διασώζεται από την πτώση.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 σημειώνει πτώση 0,54%. Ο βρετανικός FTSE 100 ενισχύεται κατά 0,15% στις 8.954 μονάδες, ο γερμανικός DAX καταγράφει απώλειες 0,87% στις 24.044 μονάδες και ο γαλλικός CAC 40 κινείται χαμηλότερα κατά 0,77% στις 7.768 μονάδες.
Οι αγορές βρίσκονται πλέον σε μια νέα περίοδο δασμολογικής αβεβαιότητας, αφού ο Πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε την απόφασή του να επιβάλει δασμούς 30% στις εισαγωγές από την ΕΕ. Από κοινού, η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών και το 43% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2024, το εμπόριο μεταξύ των δύο πλευρών ανήλθε σε περίπου 1,7 τρισ. ευρώ — το ισοδύναμο των 4,6 δισ. ευρώ ανά ημέρα, σύμφωνα με τα δεδομένα της ΕΕ.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο φαρμακευτικός τομέας είναι μακράν ο πιο εκτεθειμένος στους δασμούς, ακολουθούμενος από τον κλάδο των αυτοκινήτων και της αεροναυπηγικής.
Όσον αφορά τις επιμέρους οικονομίες, η Γερμανία και η Ιρλανδία ξεχωρίζουν ως οι πιο εκτεθειμένες. Σχεδόν το ένα τέταρτο των γερμανικών εξαγωγών προορίζεται για τις ΗΠΑ, ενώ για την Ιρλανδία το ποσοστό ξεπερνά το ένα τρίτο.
Μάλιστα, ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφκοβιτς, δήλωσε σήμερα ότι η απειλή των δασμών 30% από τον Πρόεδρο Τραμπ θα «εξαλείψει πρακτικά το εμπόριο» μεταξύ των δύο οικονομικών υπερδυνάμεων.
Ωστόσο, όπως ανέφερε το Reuters, ο Σέφκοβιτς εξέφρασε επίσης αισιοδοξία ότι οι ΗΠΑ και η ΕΕ θα μπορούσαν να βρουν λύση.
«Η αίσθηση από την πλευρά μας ήταν ότι είμαστε πολύ κοντά σε μια συμφωνία», φέρεται να δήλωσε πριν από τη συνεδρίαση των υπουργών Εμπορίου της ΕΕ στις Βρυξέλλες.
Στο μεταξύ, στο Λονδίνο, σε συνέντευξή του στην βρετανική εφημερίδα The Times, ο Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Άντριου Μπέιλι, δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα θα επιταχύνει τον κύκλο μείωσης των επιτοκίων, εάν η αγορά εργασίας του Ηνωμένου Βασιλείου επιβραδυνθεί.
Ωστόσο, ο Μπέιλι ανέφερε στην The Times ότι υπάρχουν «συνεχείς» ενδείξεις για «προσαρμογές στην απασχόληση» από τις βρετανικές εταιρείες, και δήλωσε ότι οι οικονομικές δυσκολίες του Ηνωμένου Βασιλείου δημιουργούν «υποχώρηση» που θα βοηθήσει στην ψύξη του πληθωρισμού.