Σε ακόμα πιο δύσκολη θέση φέρνει την κυβέρνηση η επιλογή της να μπλοκάρει την ποινική διερεύνηση για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ μέσω Προανακριτικής για τους δύο πρώην υπουργούς Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη και να προσπαθήσει να θάψει την υπόθεση μέσα σε μια αχανή εξεταστική από το 1998 που θα διερευνήσει πολιτικές, κατ’ αρχήν, ευθύνες και όχι ποινικές.
Τη δύσκολη αυτή θέση φανερώνει και το γεγονός ότι καθημερινά το μέγαρο Μαξίμου προσπαθεί να εφεύρει νέες γραμμές Άμυνας προκειμένου να δικαιολογήσει αυτή του τη στάση.
«Νέα γραμμή Άμυνας»
Μάλιστα η τελευταία τέτοια προσπάθεια αναζήτησης νέων γραμμών Άμυνας έρχεται δια στόματος του ίδιου του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος τώρα ξαφνικά θυμήθηκε να εμφανιστεί ως «πολέμιος» της πόλωσης, στην οποία βέβαια έχει επενδύσει πολλάκις στη διάρκεια της 6ετούς κυβερνητικής θητείας του (όσο βέβαια και πριν ανέλθει στην εξουσία), σε μια εμφανή προσπάθεια να δικαιολογήσει το κυβερνητικό μπλοκάρισμα του αιτήματος της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για ποινική διερεύνηση της υπόθεσης που αφορά τη συγκεκριμένη περίοδο 2019-2024 και τα συγκεκριμένα πρόσωπα των δύο πρώην υπουργών.
Βολές στην αντιπολίτευση
Σε αυτό το πλαίσιο, από το Καρπενήσι όπου περιοδεύει, ο πρωθυπουργός θέλησε να δηλώσει ότι «σε μια Δημοκρατία επιβάλλεται να διαφωνούμε, αλλά δεν μπορούμε να βλέπουμε τον πολιτικό μας αντίπαλο ως εχθρό που θέλουμε να εξολοθρεύσουμε», με κυβερνητικές πηγές να πριοσθέτουν ότι με αυτόν τον τρόπο ο Κυρ. Μητσοτάκης θύμισε τη φράση του Παύλου Μπακογιάννη «μπορούμε να διαφωνούμε γιατί μπορούμε να συνυπάρχουμε» και ότι επρόκειτο για «καρφί» προς το ΠΑΣΟΚ και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Κατά της… πόλωσης
Στο ίδιο πλαίσιο ο πρωθυπουργός είπε ότι «στο σημερινό διεθνές περιβάλλον η χώρα στέκεται ισχυρή, σταθερή και με αυτοπεποίθηση», ότι «σε ένα περιβάλλον αστάθειας δεν χρειαζόμαστε πόλωση, λογικές εξολόθρευσης του αντιπάλου και ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής» και ότι «πρώτοι ζητήσαμε εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ όχι μόνο για να αποδώσουμε ευθύνες, αλλά για το πως θα γίνουμε καλύτεροι, θα αξιοποιήσουμε τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις προς όφελος των πραγματικών αγροτών», για να καταλήξει, επαναλαμβάνοντας την υπόσχεση ότι «θα πάρουμε τα λεφτά πίσω από τους κλέφτες».