Η Ευρώπη παρακολουθεί με αυξανόμενη ανησυχία την τεχνολογική της εξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ιδιαίτερα στους τομείς του cloud computing και της τεχνητής νοημοσύνης. Η αβεβαιότητα σχετικά με τη στάση της Ουάσιγκτον σε ζητήματα ασφάλειας και εμπορίου ωθεί τις Βρυξέλλες να αναζητούν τρόπους ενίσχυσης της εγχώριας βιομηχανίας, αν και οι διαθέσιμες εναλλακτικές παραμένουν περιορισμένες, όπως επισημαίνουν οι Financial Times.
Η ευρωπαϊκή ήπειρος βρίσκεται αντιμέτωπη με την αβεβαιότητα που προκαλεί η μακροπρόθεσμη δέσμευση του Αμερικανού προέδρου στο ΝΑΤΟ, καθώς και με την τάση του να συγχέει ζητήματα εμπορίου, άμυνας και ρυθμιστικού πλαισίου στις διαπραγματεύσεις.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επίσης εντείνει τις ανησυχίες μεταξύ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και επιχειρήσεων σχετικά με την προστασία της ιδιωτικότητας και την πρόσβαση σε δεδομένα, δημιουργώντας φόβους ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να περιορίσουν ή ακόμη και να αναστείλουν τη δραστηριότητα αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών στην Ευρώπη.
Αμερικανική κυριαρχία στην Ευρώπη
Οι Amazon, Microsoft και Google ελέγχουν πάνω από τα δύο τρίτα της ευρωπαϊκής αγοράς cloud computing. Παράλληλα, Google και Apple κυριαρχούν στα λειτουργικά συστήματα κινητών τηλεφώνων στην ΕΕ, ενώ η Google διατηρεί κυρίαρχη θέση στην παγκόσμια αγορά αναζήτησης. Το ChatGPT της OpenAI αποτελεί το κορυφαίο chatbot τεχνητής νοημοσύνης στην Ευρώπη, ενώ οι δημοφιλέστερες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούν εκατομμύρια Ευρωπαίοι ανήκουν κυρίως σε αμερικανικές εταιρείες.
Όπως συμβαίνει και στον τομέα της άμυνας, η τεχνολογική εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ έχει εξελιχθεί σε γεωπολιτικό μειονέκτημα, ενισχύοντας τις διαχρονικές εκκλήσεις για μεγαλύτερες επενδύσεις και στήριξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Ενδεικτικό της νέας αυτής πραγματικότητας είναι το γεγονός ότι η Χένα Βιρκούνεν, η οποία ανέλαβε τον Δεκέμβριο ως νέα Επίτροπος Τεχνολογίας της ΕΕ, προσέθεσε στον τίτλο της τον όρο «τεχνολογική αυτονομία».
Ωστόσο, καθώς η Ευρώπη περνά από τη διαπίστωση του προβλήματος στη διαμόρφωση πιθανών λύσεων, όπως η προώθηση ευρωπαϊκών τεχνολογικών εταιρειών έναντι των αμερικανικών, καλείται να αντιμετωπίσει την έλλειψη εναλλακτικών επιλογών. Ελάχιστες από τις 50 κορυφαίες τεχνολογικές εταιρείες παγκοσμίως είναι ευρωπαϊκές. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις τεχνολογίας στην περιοχή αντιμετωπίζουν ρυθμιστική αβεβαιότητα, κατακερματισμό και περιορισμένες χρηματοδοτικές δυνατότητες, ειδικά στον τομέα του venture capital.
Σε έκθεση για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ που δημοσιεύθηκε πέρυσι, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι, υπογράμμισε ότι το χάσμα παραγωγικότητας μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ διευρύνθηκε κυρίως λόγω της αδυναμίας της ΕΕ να αναπτυχθεί στις αναδυόμενες τεχνολογίες.
Ευρωπαϊκά παραδείγματα
Η γαλλική Mistral AI αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στην αξιοποίηση των αρχικών της επιτυχιών στην τεχνολογία επόμενης γενιάς. Ενώ αρχικά θεωρήθηκε ως πιθανός παγκόσμιος ηγέτης στην τεχνητή νοημοσύνη, έχει χάσει έδαφος έναντι των αμερικανικών ανταγωνιστών που υποστηρίζονται από μεγάλους τεχνολογικούς ομίλους και, όπως και άλλες εταιρείες, αιφνιδιάστηκε από τις δυνατότητες της κινεζικής DeepSeek. Αυξημένο ενδιαφέρον παρουσιάζεται και για άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες, όπως η OVH Cloud και η Proton, όμως απέχουν πολύ από το να βρεθούν σε ηγετική θέση εντός του μπλοκ.
Παράλληλα, η ΕΕ προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της ανάγκης ρύθμισης της τεχνητής νοημοσύνης και της προσέλκυσης επενδύσεων και ταλέντων, ώστε να ενισχύσει την υπολογιστική της ικανότητα.
Το ζήτημα αυτό συνδέεται άμεσα με το cloud computing, το οποίο αποτελεί προτεραιότητα για τη μείωση της εξάρτησης από αμερικανικούς τεχνολογικούς ομίλους. Καθώς όλο και περισσότερες κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και πολίτες μεταφέρουν δεδομένα από τοπικούς διακομιστές σε περιβάλλον cloud, τα data centers και οι σχετικές υποδομές έχουν καταστεί κρίσιμες για τη σύγχρονη ζωή.
Δασμοί, απειλές και Τραμπ
Η κυριαρχία των αμερικανικών εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά cloud προκαλεί ανησυχία στους Ευρωπαίους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και στους ηγέτες της βιομηχανίας, καθώς η αμερικανική νομοθεσία, και ειδικότερα το Cloud Act, θα μπορούσε να επιτρέψει στην κυβέρνηση Τραμπ να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ακόμη και αν αυτά αποθηκεύονται σε διακομιστές εντός Ευρώπης.
Το γεγονός αυτό προκαλεί προβληματισμό, καθώς η Ουάσιγκτον έχει περάσει από τις απλές διαμαρτυρίες για τις ρυθμιστικές πρωτοβουλίες της ΕΕ στον τομέα της τεχνολογίας, στην αμφισβήτηση αυτών των αποφάσεων, «συνδυάζοντάς το με απειλές για δασμούς, και μερικές φορές συνδέοντάς το ακόμη και με αποφάσεις ασφαλείας που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την ήπειρο», όπως επισημαίνει ο Ζακ Μάγιερς από το Κέντρο Ρύθμισης στην Ευρώπη (CERRE).
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να παρουσιάσει αργότερα φέτος μια νέα νομοθετική πράξη με στόχο την αντιμετώπιση του ελλείμματος της Ευρώπης σε υποδομές cloud και τεχνητής νοημοσύνης, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την ενίσχυση της ασφαλούς υπολογιστικής ικανότητας των παρόχων cloud που εδρεύουν στην ΕΕ.
Οι αξιωματούχοι της ΕΕ εξετάζουν ακόμη το ενδεχόμενο να συμπεριλάβουν στη νομοθεσία διατάξεις τύπου «Αγοράστε Ευρωπαϊκά», που θα ευνοούν τις ευρωπαϊκές εταιρείες έναντι των αμερικανικών, προσπαθώντας παράλληλα να τηρήσουν τη συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τις κρατικές προμήθειες, η οποία απαιτεί ίση μεταχείριση εγχώριων και ξένων εταιρειών.