Οι επιδόσεις των αγορών από την αρχή της χρονιάς ήταν κάτι περισσότερο από εξαιρετικές. Τόσο που προκάλεσε πολλές συζητήσεις και αναλύσεις η συγκυρία με την οποία αυτό συνέπεσε: ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ, τα αυξανόμενα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, ο διάχυτος γεωπολιτικός κίνδυνος, η ριζική διάλυση της μεταπολεμικής διεθνούς τάξης, οι φθίνουσες προοπτικές παγκόσμιας ανάπτυξης. Τίποτα από όλα αυτά δεν στάθηκε αρκετό ώστε να συγκρατήσουν το ράλι μετά το αρχικό «πάγωμα» των επενδυτών τον Απρίλιο για το αλλοπρόσαλλο ξέσπασμα δασμών του Ντόναλντ Τραμπ.
Μαθαίνοντας από τη σοφία του Γουόρεν Μπάφετ, o οποίος θωρεί ότι το καλύτερο μέτρο αποτίμησης της αγοράς είναι η κεφαλαιοποίηση σε σχέση με το ΑΕΠ – οι αμερικανικές μετοχές έφτασαν σε ιστορικά υψηλό.
Αλλά, και στην αγορά του Λονδίνου που έχει μείνει πίσω σε αυτό το μέτρο, ο δείκτης FTSE 100 έχει εκτοξευθεί σε επίπεδα ρεκόρ, ενώ και άλλες αγορές σε ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν επιδείξει εκπληκτική ανθεκτικότητα. Ακόμη και ενόψει της νέα δοκιμασίας που είναι η αβεβαιότητα για το τι μέλλει γενέσθαι με τη λήξη της προθεσμίας για επίτευξη εμπορικών συμφωνιών που έχει θέσει ο Τραμπ την 1η Αυγούστου, οι αγορές δεν φαίνονται να κινδυνεύουν από έναν μεγάλο σεισμό, παρά μόνο από μικρές αναταράξεις.
Πώς, λοιπόν, εξηγείται η αδιαφορία των επενδυτών φέτος απέναντι σε αντιξοότητες που κάθε κοινός νους θα περίμενε πως θα είχαν φέρει ήδη τη… συντέλεια στις αγορές;
Μέχρι ένα ορισμένο σημείο αυτή η συμπεριφορά εξηγήθηκε από το φαινόμενο “TACO” – Συντομογραφία του Trump Always Chickens Out, που σε ελληνική απόδοση σημαίνει «Ο Τραμπ Πάντα στο Τέλος Διστάζει». Δηλαδή, οι επενδυτές είχαν διαμορφώσει αυτή την πεποίθηση μετά το πρώτο σοκ της εκλογής Τραμπ.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση των FT, σε ένα πιο θεμελιώδες επίπεδο, διαφαίνεται κάτι πιο ουσιαστικό: οι αγορές ασχολούνται με το επόμενο στάδιο της ψηφιακής επανάστασης. Κανείς δεν ξέρει πραγματικά πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα επηρεάσει τον κόσμο, αλλά υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι θα μεταμορφώσει εντελώς τη λειτουργία της εργασίας και του κεφαλαίου, θα φέρει επανάσταση στη φύση της εργασίας, τροφοδοτώντας απίστευτα πολύ τα εταιρικά κέρδη και τις αποτιμήσεις της χρηματιστηριακής αγοράς. Ή τουλάχιστον αυτό πιστεύουν οι αισιόδοξοι για την τεχνολογία, αγνοώντας τις τρομακτικές πιθανές παραμέτρους του κόστους.
Αυτό είναι το υλικό της αρχικής ευφορίας της φούσκας, όπως απεικονίζεται στο Extraordinary Popular Delusions & The Madness of Crowds του συγγραφέα του 19ου αιώνα Charles Mackay. Η αισιοδοξία για τέτοιες επαναστατικές αλλαγές ωθεί την υπερβολική ανάληψη κινδύνων και τον δανεισμό, καθώς η συμπεριφορά αγέλης οδηγεί σε μια επιταχυνόμενη άνοδο της χρηματιστηριακής αγοράς.

Συσσώρευση crypto
Και πράγματι, κοιτώντας πιο προσεκτικά τους δείκτες, το πρόσφατο ράλι της αγοράς οφείλεται στο κυνήγι αμερικανικών τεχνολογικών μετοχών, οι οποίες, μεταξύ άλλων, έχουν ωθήσει την κεφαλαιοποίηση κατασκευάστριας τσιπ Nvidia σε παγκόσμιο ρεκόρ άνω των 4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Κατ’ επέκταση, η υπερβολική ρευστότητα στο σύστημα έχει προκαλέσει φρενήρη κερδοσκοπία στα κρυπτονομίσματα και αυξανόμενη χρήση των κρυπτονομισμάτων ως εγγύηση για δανεισμό και πολλά άλλα.
Ταυτόχρονα, εταιρείες -μεταξύ των οποίων και η εταιρεία ΜΜΕ των Τραμπ- συσσωρεύουν κρυπτονομίσματα, με στόχο να αξιοποιήσουν την υπόσχεση του προέδρου να κάνει τις ΗΠΑ «την πρωτεύουσα των κρυπτονομισμάτων στον κόσμο» και να επωφεληθούν από την ενσωμάτωση του υψηλής κερδοσκοπίας εναλλακτικού περιουσιακού στοιχείου.
Σημειωτέον, επίσης, ότι η Mira Murati, η πρώην επικεφαλής τεχνολογίας της Open AI, έχει συγκεντρώσει μεγάλα ποσά για το Thinking Machines Lab, τη νεοσύστατη επιχείρηση τεχνητής νοημοσύνης, η οποία προς το παρόν δίνει με το σταγονόμετρο πληροφορίες σε σχέση με το σε τι ακριβώς εργάζεται.
Εδώ έρχεται το φαινόμενο Spac, με λευκή επιταγή, βάσει του οποίου οι εταιρείες εξαγοράς ειδικού σκοπού σχηματίζονται για να συγκεντρώσουν χρήματα IPOs με σκοπό την αγορά απροσδιόριστων υφιστάμενων εισηγμένων εταιρειών.
Όλα αυτά, σύμφωνα με την ανάλυση των FT, σχεδόν ακυρώνουν το βασικό στοιχείο των οικονομικών εγχειριδίων, που είναι η υπόθεση της αποτελεσματικής αγοράς, η οποία ισχυρίζεται, σε γενικές γραμμές, ότι η αγορά έχει πάντα σωστή τιμολόγηση. Πιο εύλογα, οι οικονομολόγοι επιδιώκουν να δικαιολογήσουν μια τέτοια κερδοσκοπική συμπεριφορά συσχετίζοντας τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων με τον κίνδυνο, τον οποίο εξισώνουν με την αστάθεια.
Δεν φοβούνται την αστάθεια
Ωστόσο, αυτός ο ορισμός του κινδύνου δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμος για τους… κοινούς θνητούς. Ίσως η παλιά παροιμία της Wall Street ότι οι αγορές καθοδηγούνται από τον φόβο και την απληστία να είναι πιο κοντά στον στόχο – τουλάχιστον όσον αφορά το πρώτο μέρος, δηλαδή τον φόβο.
Όπως το έθεσε ο Howard Marks, συνιδρυτής της Oaktree Capital Management: «Δεν νομίζω ότι οι περισσότεροι επενδυτές φοβούνται την αστάθεια. Αυτό που φοβούνται είναι η πιθανότητα μόνιμης απώλειας».
Οταν σκάει μια «φούσκα» οι απώλειες μπορεί να είναι τρομερές. Στο τελευταίο Παγκόσμιο Επετηρίδα Επιστροφών Επενδύσεων της UBS, διατυπώνεται η εκτίμηση ότι η κατάρρευση των dotcom που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2000 προκάλεσε στους επενδυτές ζημία 49% στην αγορά της Βρετανίας, σε πραγματικούς όρους. Χρειάστηκαν περισσότερα από έξι χρόνια, μέχρι τον Οκτώβριο του 2006, για να ανακτηθούν οι απώλειες.
Πλέον είναι το FOMO
Η χρήσιμη εμπειρία αυτών των τεράστιων απωλειών μπαίνει τώρα στην άκρη και ένα διαφορετικό είδος φόβου αναδύεται ως κυρίαρχο: ο φόβος της απώλειας ευκαιρίας, το λεγόμενο FOMO (Fear Of Missing Out).
Ο όρος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα μέσα της δεκαετίας του 2000, όταν η ιατρική κοινότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με το φαινόμενο του φόβου των νέων που βομβαρδισμένοι με εικόνες από τις επιτυχίες των συνομηλίκων τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανησυχούσαν ότι όλοι οι άλλοι διασκέδαζαν περισσότερο από αυτούς και εκείνοι θα αποκλείονταν από αυτό.
Από την κλινική άποψη, ο όρος μεταφέρεται ωραιότατα στη λειτουργία της χρηματιστηριακής αγοράς.
Οι Rob Arnott και Edward McQuarrie σε μια πρόσφατη εργασία τους διατυπώνουν τη θεωρία ότι ο φόβος της απώλειας (FOMO) και ο φόβος της ήττας είναι οι κυρίαρχοι συναισθηματικοί παράγοντες για την επενδυτική συμπεριφορά, με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιείτα ο ρόλος της απληστίας, κάτι που μπορεί να έβρισκε σύμφωνο τον αείμνηστο συνεργάτη του Γουόρεν Μπάφετ, Τσάρλι Μάνγκερ, ο οποίος κάποτε σχολίασε με τρόπο… FOMO ότι «ο κόσμος δεν καθοδηγείται από την απληστία. Οδηγείται από τον φθόνο».
Η εργασία, λοιπόν, υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι ο φόβος είναι μια ορθή αντίδραση όταν οι επενδυτές αντιμετωπίζουν βαθιά αβεβαιότητα και όχι απλώς βάσει πιθανοτήτων, που μπορεί εύκολα να ποσοτικοποιηθεί χρησιμοποιώντας μετρήσεις όπως η τυπική απόκλιση. Αυτός ο φόβος, λένε οι Arnott και McQuarrie, γίνεται εμφανής όταν το αφήγημα μιας επαναστατικής αλλαγής εδραιώνεται, όπως συμβαίνει με τις dotcom και την ΑΙ: οι μετοχές με χαμηλούς πολλαπλασιαστές αποτίμησης και μικρή κεφαλαιοποίηση, προσθέτουν, ενδέχεται να εξακολουθούν να αποφεύγονται από επενδυτές που φοβούνται ότι χάνουν κάποιο φαινομενικά χαμηλού κινδύνου, υπερ-καινοτόμο σίγουρο πράγμα.
Και ο χρυσός χάνει… τη λάμψη του
Η πιο εκρηκτική πρόσφατη περίπτωση του FOMO είναι τα crypto. Η παγκόσμια αξίας τους έφτασε τα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια για πρώτη φορά αυτόν τον μήνα, καθώς οι κερδοσκόποι ανέμεναν μια εισροή χρημάτων σε αυτά ως θετική αντίδραση στη νέα νομοθεσία των ΗΠΑ για τα ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία.
Το επίτευγμα των κρυπτονομισμάτων είναι εκπληκτικό δεδομένου ότι στερούνται εγγενούς αξίας και η συμβολή τους στην παραγωγική οικονομία είναι ελάχιστη σε σύγκριση με αυτή της Nvidia κ.ά. Σε τι χρησιμεύουν; Κυρίως στο να διευκολύσουν συναλλαγές εγκληματιών και απατεώνων και στο να ικανοποιούν τις παρορμήσεις των φανατικών κερδοσκόπων.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η απόδοση των κρυπτονομισμάτων έχει κάνει ακόμη και τον χρυσό, να φαίνεται… βαρετός ως καταφύγιο σε δύσκολες εποχές.

Αλλά… ό, τι λάμπει δεν είναι χρυσός
Στο ερώτημα εάν η έγκριση της κυβέρνησης των ΗΠΑ και η δέσμευση του Τραμπ να δημιουργήσει ένα στρατηγικό εθνικό απόθεμα bitcoin θα πρέπει να αποτελούν τη βάση για τα crypto, οι FT απαντούν κατηγορηματικά: όχι, αν λάβουμε υπόχη την ιστορία.
Η μεγάλη φούσκα του Μισισιπή του 18ου αιώνα, που ξεκίνησε από τον Σκωτσέζο οικονομικό θεωρητικό και τζογαδόρο Τζον Λο, όταν απέκτησε αποκλειστικά δικαιώματα ανάπτυξης γης στη γαλλικής ιδιοκτησίας Λουιζιάνα, μαζί με μονοπωλιακά δικαιώματα επί του γαλλικού εμπορίου καπνού και δουλεμπορίου.
Η εταιρεία του Λο ανέλαβε ακόμη και την είσπραξη των γαλλικών φόρων και τη διαχείριση της έκδοσης των χαρτονομισμάτων – όλα με την υποστήριξη του Γάλλου αντιβασιλέα, Δούκα της Ορλεάνης. Το FOMO της εποχής τροφοδότησε τη φούσκα μέχρι που ολόκληρο το οικοδόμημα κατέρρευσε θεαματικά το 1720 εν μέσω ραγδαίου πληθωρισμού και αυξανόμενου δημόσιου χρέους.
Οι λάτρεις των κρυπτονομισμάτων υποστηρίζουν ότι η έκδοση κρυπτονομισμάτων με σταθερό νόμισμα είναι πλέον κατάλληλη για ένταξη στα κύρια χαρτοφυλάκια επειδή, εκτός από το νέο νομικό πλαίσιο, υποστηρίζεται από σταθερή αξία με τη μορφή τραπεζικών καταθέσεων, τίτλων του αμερικανικού δημοσίου και εταιρικών ομολόγων ή δανείων. Ωστόσο, η τιμή των υποστηρικτικών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να παρουσιάζει διακυμάνσεις. Και όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι Yiming Ma, Yao Zeng και Anthony Lee Zhang σε πρόσφατη εργασία του Πανεπιστημίου του Σικάγο, τα σταθερά κρυπτονομίσματα είναι ευάλωτα σε ροές συναλλαγών υπό καθεστώς πανικού, παρόμοιες με τις τραπεζικές ροές συναλλαγών, επειδή διατηρούν μη ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, ενώ υπόσχονται μια σταθερή αξία εξαγοράς.
Ο βετεράνος παρατηρητής της αγοράς και πρώην trader ομολόγων Antony Peters προειδοποιεί να μην αγνοηθεί η παλιά παροιμία του City ότι οι επενδυτές δεν πρέπει ποτέ να ξεχνούν ότι η πόρτα με την ένδειξη «Είσοδος» είναι πάντα μεγαλύτερη από αυτήν με την ένδειξη «Έξοδος».
Σύσταση
Τι πρέπει, λοιπόν, να κάνουν οι επενδυτές;
Πρωτίστως να προσδιορίσουν πού βρίσκονται τα πράγματα στη μετάβαση από το FOMO στο FOL (Fear Of Loss) και να σταθμίσουν τους κινδύνους στο ενδεχόμενο μιας κατάρρευσης όταν από το πρώτο φτάσουν στο δεύτερο.
Και να θυμούνται ότι η διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου είναι ζωτικής σημασίας, επισημαίνεται στην ανάλυση των FT και υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για την αύξηση της έκθεσης σε «βαρετά» περιουσιακά στοιχεία, ιδίως σε μετρητά που έχουν ξαναρχίσει να αποφέρουν πραγματικό εισόδημα αφού λάβουμε υπόψη τον πληθωρισμό.
Αλλά, καλύτερα αφήστε το σε τρελούς τζογαδόρους, ξέπλυμα χρήματος και απατεώνες, να διαφοροποιηθούν στα κρυπτονομίσματα. Ναι, θα χάσετε για λίγο στο σημερινό μανιακό φιλοκρυπτονομισματικό κλίμα. Αλλά εν ευθέτω χρόνω οι απώλειες από τα κρυπτονομίσματα θα είναι συντριπτικές.