Σε αντίθεση με την επιβράδυνση που καταγράφει ο όμιλος LVMH στις διεθνείς αγορές, η θυγατρική Louis Vuitton Ελλάς σημείωσε ισχυρή αύξηση πωλήσεων κατά 20% για το 2024, διαφοροποιώντας την πορεία της από τη γενικότερη τάση στον κλάδο της μόδας και των δερμάτινων ειδών, ο οποίος διεθνώς παρουσίασε σημαντική κάμψη.
Η ελληνική θυγατρική κατέγραψε κύκλο εργασιών 77,81 εκατ. ευρώ, με τη διοίκηση να αποδίδει αυτή την επίδοση τόσο στην αυξημένη τουριστική κίνηση όσο και στη σταθερή ζήτηση από την εγχώρια αγορά. Η στρατηγική επέκτασης της εταιρείας, με νέα σημεία πώλησης όπως το κατάστημα στην Astir Marina της Βουλιαγμένης και τα εποχικά καταστήματα στη Μύκονο, συνέβαλε καθοριστικά στο αποτέλεσμα.
Η κερδοφορία ακολούθησε την άνοδο των πωλήσεων, με τα κέρδη προ φόρων να διαμορφώνονται στα 23,29 εκατ. ευρώ, επιτρέποντας τη διανομή μερίσματος άνω των 17,5 εκατ. ευρώ προς τη μητρική εταιρεία Louis Vuitton Malletier SAS. Για το επόμενο έτος, η διοίκηση της ελληνικής εταιρείας αναμένει «ήπια ακόμη αύξηση της ζήτησης», βασιζόμενη στις θετικές προοπτικές του τουρισμού.
Άνοδος στην Ελλάδα, προβλήματα στο εξωτερικό
Η ισχυρή επίδοση στην Ελλάδα καταγράφεται σε μια περίοδο σημαντικών αναταράξεων για τον μητρικό όμιλο LVMH Moët Hennessy Louis Vuitton, ο οποίος το 2025 αντιμετωπίζει έναν συνδυασμό οικονομικών δυσκολιών και λειτουργικών προκλήσεων.
Ο γαλλικός όμιλος ανέφερε αισθητή κάμψη εσόδων και κερδών για το πρώτο εξάμηνο του έτους, ως αποτέλεσμα της γενικότερης επιβράδυνσης στον κλάδο της πολυτελείας, των γεωπολιτικών εντάσεων και της αποδυνάμωσης της ζήτησης σε βασικές αγορές. Ο τομέας της Μόδας και των Δερμάτινων Ειδών, όπου ανήκουν η Louis Vuitton και η Dior, κατέγραψε πτώση πωλήσεων 9% κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους, κυρίως λόγω της μειωμένης ζήτησης στην Κίνα.
Παράλληλα, αναλυτές επισημαίνουν μια «κόπωση των αγοραστών» απέναντι στις μεγάλες μάρκες και αντίσταση στις απότομες αυξήσεις τιμών, με μερίδα των καταναλωτών να στρέφεται σε οίκους όπως η Hermès ή η Miu Miu.
Πέρα από τους μακροοικονομικούς παράγοντες, ο όμιλος αντιμετωπίζει και εσωτερικές προκλήσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη μονάδα παραγωγής της Louis Vuitton στο Τέξας. Το εργοστάσιο, που εγκαινιάστηκε το 2019, έχει αποδειχθεί μία από τις πιο προβληματικές εγκαταστάσεις του ομίλου παγκοσμίως, αντιμετωπίζοντας έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, υπερβολική σπατάλη υλικών και σοβαρά ζητήματα ποιοτικού ελέγχου, παρά τις προσπάθειες να ενισχυθεί η παραγωγική βάση στις ΗΠΑ.