Η είδηση είναι εντυπωσιακή αν αναλογιστεί κανείς την εικόνα στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα πριν από μερικά χρόνια. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι νέες θέσεις εργασίας κατέγραψαν ρεκόρ 25ετίας. Την είδηση χαιρέτησε με δηλώσεις του και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Τα στοιχεία δείχνουν ότι έχει γίνει πραγματική πρόοδος. Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2024, δημιουργήθηκαν πάνω από 300.000 νέες θέσεις, με θετικό ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων. Είναι όμως αυτό η ολοκληρωμένη εικόνα της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα;
Τα στοιχεία σχετικά με το είδος των συμβάσεων δείχνουν ότι σχεδόν 1 στους 3 εργαζόμενους απασχολείται σε μερική ή εκ περιτροπής εργασία, με μηνιαίες απολαβές που σπάνια υπερβαίνουν τα 550 ευρώ καθαρά
Η αλήθεια είναι ότι κάτω από τους τίτλους περί «νέας εποχής» και «αποκατάστασης της εμπιστοσύνης», κρύβονται πολλά προβλήματα που παραμένουν στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε ένα παράδοξο φαινόμενο. Ενώ το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε από το 27,5% που ήταν το 2013, σε μόλις 7,9% τον Μάιο 2025, η εργασιακή αβεβαιότητα αποτελεί μια νέα κανονικότητα.
Τα στοιχεία σχετικά με το είδος των συμβάσεων δείχνουν ότι σχεδόν 1 στους 3 εργαζόμενους απασχολείται σε μερική ή εκ περιτροπής εργασία, με μηνιαίες απολαβές που σπάνια υπερβαίνουν τα 550 ευρώ καθαρά. Την ίδια ώρα, τα στοιχεία της ΑΑΔΕ δείχνουν ότι σχεδόν η μία στις δύο φορολογικές δηλώσεις εμφανίζει ετήσιο εισόδημα κάτω των 10.000 ευρώ. Αν αφαιρέσουμε το ποσοστό των δηλώσεων που αποκρύπτουν φοροδιαφυγή, ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων δείχνει ότι οι θέσεις εργασίας αυξάνονται, χωρίς όμως να βελτιώνεται η ποιότητα της εργασίας.
Οι αριθμοί πίσω από την «ανάπτυξη»
Το ρεκόρ θέσεων οφείλεται κυρίως στην εποχική εργασία, ιδίως στον τουρισμό, τη μαζική εστίαση και το λιανεμπόριο. Συγκεκριμένα, οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας είναι σερβιτόροι, μπάρμαν, τραπεζοκόμοι, μάγειροι ξενοδοχείων και εστιατορίων, καμαριέρες, πωλητές και ταμίες εμπορικών καταστημάτων, υπάλληλοι γραφείου, ρεσεψιονίστ και γκρουμ, λαντζέρηδες, καθαριστές ξενοδοχείων, γραφείων, καθώς και μουσικοί, ηθοποιοί και απασχολούμενοι σε ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Τα στοιχεία από την ΕΡΓΑΝΗ όμως, δείχνουν οτι σε αυτούς τους κλάδους το 70% των νέων προσλήψεων γίνεται με ευέλικτες μορφές απασχόλησης. Δηλαδή, συμβάσεις ορισμένου χρόνου, 4ωρα και απασχόληση μέσω τρίτων. Πίσω λοιπόν από το εντυπωσιακό «δημιουργήσαμε ρεκόρ» κρύβονται εργαζόμενοι που καλύπτουν τις βασικές ανάγκες τους με περιστασιακές δουλειές, χαμηλούς μισθούς και ευέλικτα ωράρια.
Αυτό άλλωστε αποδεικνύεται και από τις αναλύσεις διεθνών ινστιτούτων. Το Eurofound (European Foundation for the Improvement of Living and Working Conditions) τοποθετεί την Ελλάδα σε μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη ως προς την «ποιότητα της απασχόλησης». Βασικά κριτήρια για την κατάταξη είναι η εργασιακή ασφάλεια, η πρόσβαση στην επιμόρφωση και οι προοπτικές εξέλιξης.Αντίστοιχη έρευνα του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ δείχνει πως το 56% των εργαζομένων θεωρεί την εργασία του «ανασφαλή», ενώ σχεδόν το 40% δηλώνει πως με τον μισθό του «δεν μπορεί να καλύψει βασικές ανάγκες».
Μειωμένη κατανάλωση
Η εργασιακή επισφάλεια βέβαια δεν είναι μόνο κοινωνικό φαινόμενο που προκαλεί ανισότητα. Είναι και τροχοπέδη για το σύνολο της οικονομίας. Η εργασιακή αβεβαιότητα μειώνει το διαθέσιμο εισόδημα, περιορίζει τις καταναλωτικές δυνατότητες των νοικοκυριών και επιδρά αρνητικά στον τζίρο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Η αναιμική κατανάλωση, με εξαίρεση τους μήνες της τουριστικής αιχμής, επιβεβαιώνεται από την υποχώρηση των λιανικών πωλήσεων, αλλά και από τη στασιμότητα των καταθέσεων των χαμηλόμισθων και των μικρομεσαίων.
Βασική αρχή της οικονομικής θεωρίας είναι ότι ο εργαζόμενος ο οποίος δεν είναι σίγουρος πως τον επόμενο μήνα θα έχει δουλειά, δεν καταναλώνει, δεν επενδύει, δεν σχεδιάζει το μέλλον του και κυρίως δεν συνεισφέρει στην αύξηση της εσωτερικής ζήτησης. Η συνθήκη αυτή πληγώνει τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι οι νέοι δεν προσδοκούν σε σταθερή εργασία με σοβαρές προοπτικές εξέλιξης. Μοιάζουν να αναζητούν περισσότερο βασικές απολαβές, χωρίς αυξημένες απαιτήσεις και πληρωμή στην ώρα τους.
Οι εργαζόμενοι «φτωχοί»
Το θέμα, λοιπόν, για την πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας, δεν είναι αν δημιουργούνται νέες θέσεις, αλλά ποιες θέσεις δημιουργούνται. Μια αγορά που αναπαράγει ευέλικτες, κακοπληρωμένες και χωρίς δικαιώματα θέσεις εργασίας, δεν ενισχύει την ανάπτυξη. Όπως σημειώνει η ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για την ελληνική οικονομία η αύξηση της απασχόλησης στη χώρα είναι πιο συγκρατημένη σε σύγκριση με άλλα κράτη-μέλη, γεγονός που υπογραμμίζει την ανάγκη για ευρείας κλίμακας μεταρρυθμίσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα βρίσκεται στην τρίτη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ ως προς τον δείκτη των «εργαζόμενων φτωχών», δηλαδή όσων εργάζονται αλλά το εισόδημά τους δεν φτάνει για να ξεπεράσουν το όριο της φτώχειας. Αυτό το παράδοξο μοντέλο της εργασίας χωρίς προοπτική, αποτελεί μια πραγματικότητα που εξαπλώνεται διαρκώς.
Σε αυτή τη δύσκολη πραγματικότητα, τα στοιχεία που δείχνουν να αυξάνονται οι θέσεις εργασίας αποτελούν παράγοντα αισιοδοξίας, αλλά δεν δίνουν τη λύση στο πρόβλημα. Όχι επειδή τα νούμερα δεν είναι αληθινά, αλλά επειδή το στοίχημα δεν είναι μόνο η αύξηση των θέσεων εργασίας, αλλά και η βελτίωση των συνθηκών.