Έχοντας ο αδίστακτος Έντγκαρ Χούβερ διοικήσει το FBI για μισό αιώνα, άφησε έναν οργανισμό κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, όταν πέθανε το 1972. Αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις, εκφοβισμούς και μυστικές επιχειρήσεις τύπου COINTELPRO θα βάρυναν τους επόμενους διευθυντές, αλλά μόνο ένας κατάφερε να «απολυμάνει» σε κάποιο βαθμό το «μαγαζί».
Το 1977, ο πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ ζήτησε από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης Γκρίφιν Μπελ να αρχίσει να αναζητά νέο διευθυντή του FBI. «Η υπηρεσία είχε δεχθεί σκληρά πλήγματα» είπε αργότερα ο Μπελ στους New York Times, «και ψάχναμε κάποιον απολύτως υπεράνω υποψίας».
Την εποχή εκείνη, το FBI κλονιζόταν από αποκαλύψεις ότι πράκτορές του είχαν συμμετάσχει σε διαρρήξεις, είχαν ανοίξει παράνομα την αλληλογραφία υπό παρακολούθηση και είχαν κατασκοπεύσει ηγέτες του κινήματος πολιτικών δικαιωμάτων.
Ο Κάρτερ τελικά βρήκε έναν υποψήφιο, που όμως ήταν Ρεπουμπλικάνος, τον Δικαστή Γουίλιαμ Ουέμπστερ. Αν και είχε διοριστεί από τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον, ο Ουέμπστερ είχε δημιουργήσει μια εξαιρετική φήμη λόγω της ακεραιότητάς του στο δικαστικό σώμα τη δεκαετία του 1970.
Στον Λευκό Οίκο, αξιωματούχοι τον αποκαλούσαν κάποτε «Κύριο Καθαρό».
Είχε μείνει στην ιστορία για την αντικειμενικότητά του σε κομματικά ζητήματα και προσκλήθηκε από προέδρους και των δύο κομμάτων για υψηλόβαθμες θέσεις.
«Οι φιλελεύθεροι που με συμπαθούν λένε ότι είμαι φιλελεύθερος· οι συντηρητικοί που με συμπαθούν λένε ότι είμαι συντηρητικός», είχε δηλώσει κάποτε ο ίδιος.
Από δικηγόρος διευθυντής του FBI
Γεννημένος στις 6 Μαρτίου 1924 στο Σεντ Λούις, μεγάλωσε στα προάστια του Γουέμπστερ Γκρόουβς, στο Μιζούρι. Ο πατέρας του είχε μικρές επιχειρήσεις και η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Υπηρέτησε ως αξιωματικός του Ναυτικού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στον Πόλεμο της Κορέας, αποφοίτησε το 1947 από το Κολλέγιο Amherst και έλαβε το πτυχίο Νομικής το 1949 από το Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις.
Ξεκίνησε την καριέρα του στη δικηγορία εκπροσωπώντας μεγάλες εταιρείες όπως η Mobil Oil, υπηρέτησε ως ομοσπονδιακός εισαγγελέας στην ανατολική περιφέρεια του Μιζούρι και διορίστηκε το 1970 ομοσπονδιακός δικαστής, προτού το 1973 αναλάβει θέση στο Εφετείο του 8ου Δικαστικού Κύκλου.
Έτσι, ο Ουέμπστερ ανέλαβε τη διεύθυνση του FBI το 1978, έξι χρόνια μετά τον θάνατο του και την ενδιάμεση περίοδο σκανδάλων και κρίσης αξιοπιστίας για την Υπηρεσία.
Ως υποψήφιος του Κάρτερ, ο κ. Γουέμπστερ είπε στη Γερουσία κατά την ακρόασή του ότι το FBI «δεν είναι υπεράνω του νόμου» και δεν πρέπει «να διεξάγει πόλεμο κατά ιδιωτών για να τους δυσφημίσει».
Μιλώντας στη Γερουσία ο Γουέμπστερ είπε στη Γερουσία κατά την ακρόασή του ότι το FBI «δεν είναι υπεράνω του νόμου» και δεν πρέπει «να διεξάγει πόλεμο κατά ιδιωτών για να τους δυσφημίσει».
Ως διευθυντής του FBI στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, επέβλεψε την επιχείρηση Abscam, μια μυστική έρευνα διαφθοράς που οδήγησε στην καταδίκη ενός γερουσιαστή και πέντε μελών της Βουλής για δωροδοκία. Η επιχείρηση χρησιμοποίησε πράκτορα που παρίστανε Άραβα σεΐχη και ιδιοκτήτη της Abdul Enterprises, πραγματοποιώντας συναντήσεις με πολιτικούς σε κλαμπ του Playboy στο Νιου Τζέρσεϊ και σε θαλαμηγό στις ακτές της Φλόριντα.
Με κρυφές κάμερες και μικρόφωνα, οι ομοσπονδιακές αρχές κατέγραψαν πολιτικούς να λαμβάνουν 400.000 δολάρια σε αντάλλαγμα για πολιτικές χάρες.
Επόμενος σταθμός η CIA
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο Γουέμπστερ ίδρυσε την Επίλεκτη Ομάδα Διάσωσης Ομήρων (Hostage Rescue Team) του FBI, εμπνευσμένη από τη μυστική μονάδα Delta Force του στρατού, αλλά με βασική διαφορά ότι τα μέλη της εκπαιδεύονταν πρωτίστως ως αστυνομικοί.
Η επιτυχία του στο FBI προσέλκυσε την προσοχή του Λευκού Οίκου του Ρόναλντ Ρίγκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν η CIA είχε πληγεί από το σκάνδαλο Ιράν–Κόντρα. Ο Ρίγκαν τον επέλεξε για να «καθαρίσει» την υπηρεσία. Ο Γουέμπστερ απέλυσε δύο υπαλλήλους που συνδέονταν με την υπόθεση, υποβίβασε έναν τρίτο και επέβαλε πειθαρχικές κυρώσεις σε τέσσερις ακόμη. Ενίσχυσε την εποπτεία των μυστικών επιχειρήσεων, προσέλαβε περισσότερους νομικούς για να εξετάζουν τη νομιμότητα των αποστολών και έδωσε περισσότερες εξουσίες στον γενικό επιθεωρητή της CIA.
Παρότι δεν ήταν ειδικός στις διεθνείς σχέσεις, διακρίθηκε ως μάνατζερ και βασίστηκε σε έμπειρους αξιωματικούς όπως ο Ρίτσαρντ Κερ και ο Ντικ Στολτς, οι οποίοι πρόσφεραν σταθερότητα σε μια κλονισμένη υπηρεσία. Δημιούργησε εξειδικευμένα κέντρα αντικατασκοπείας και καταπολέμησης ναρκωτικών, βελτίωσε τη συνεργασία μεταξύ FBI και CIA και ξεκίνησε κοινά προγράμματα στρατολόγησης Ρώσων πρακτόρων.
Ήταν μοναδικός
Ο Ουέμπστερ απεβίωσε την Παρασκευή 8 Αυγούστου σε ηλικία 101 ετών. Όπως αναφέρει η Washington Post, ο Ουέμπστερ, ήταν ένας πρώην ομοσπονδιακός δικαστής που έγινε το μοναδικό πρόσωπο στην ιστορία που ηγήθηκε τόσο του FBI όσο και της CIA, και στον οποίο αποδίδεται η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις δύο υπηρεσίες μετά τα σκάνδαλα της δεκαετίας του 1970 και του 1980.
Ο Ρόναλντ Κέσλερ, πρώην δημοσιογράφος της Washington Post και συγγραφέας βιβλίων για την επιβολή του νόμου και τις υπηρεσίες πληροφοριών, είχε πει το 2012 ότι ο Γουέμπστερ ήταν «το τέλειο πρόσωπο» για να ηγηθεί και των δύο οργανισμών.
«Και οι δύο υπηρεσίες στο παρελθόν είχαν κάνει κατάχρηση εξουσίας» είπε. «Αποκατέστησε την αξιοπιστία τους και έδωσε στους πολίτες τη διαβεβαίωση ότι λειτουργούν πραγματικά προς το δημόσιο συμφέρον».
Με πληροφορίες από Washington Post
Πηγή: In.gr