Να σταματήσει να αγοράζει ρωσικό αργό πετρέλαιο κάλεσε την Ινδία ο εμπορικός σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, Πίτερ Ναβάρο, τη Δευτέρα, κατηγορώντας τον ασιατικό γίγαντα ότι υπονομεύει τις διεθνείς προσπάθειες απομόνωσης της πολεμικής οικονομίας του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Γράφοντας στους Financial Times, ο Ναβάρο χαρακτήρισε την εξάρτηση της Ινδίας από το ρωσικό πετρέλαιο ως «καιροσκοπική», προσθέτοντας ότι εάν η Ινδία «θέλει να αντιμετωπίζεται ως στρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ, πρέπει να αρχίσει να ενεργεί ως τέτοιος».
«Στην πραγματικότητα, η Ινδία λειτουργεί ως παγκόσμιο γραφείο συμψηφισμού για το ρωσικό πετρέλαιο, μετατρέποντας το αργό πετρέλαιο που έχει υποστεί εμπάργκο σε εξαγωγές υψηλής αξίας, παρέχοντας παράλληλα στη Μόσχα τα δολάρια που χρειάζεται», δήλωσε ο Ναβάρο στο άρθρο γνώμης.
Τα σχόλιά του ακολουθούν κατά πόδας την ακύρωση των εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ινδίας, οι οποίες είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθούν στο Νέο Δελχί αργότερα μέσα στον Αύγουστο.
Λίγες ημέρες νωρίτερεα, η κυβέρνηση Τραμπ δήλωσε ότι σχεδίαζε να επιβάλει πρόσθετο δασμό 25% στην Ινδία για τις αγορές ρωσικού πετρελαίου, ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό δασμών κατά της χώρας στο 50%. Ο σωρευτικός συντελεστής δασμών στην Ινδία είναι από τους υψηλότερους σε οποιονδήποτε από τους εμπορικούς εταίρους της Ουάσινγκτον.
Η Ινδία χαρακτήρισε την κίνηση ως «εξαιρετικά ατυχή», λέγοντας ότι οι δασμοί είναι «άδικοι, αδικαιολόγητοι και παράλογοι».
Ο Λευκός Οίκος έχει έκτοτε προειδοποιήσει ότι οι δευτερογενείς δασμοί στην Ινδία θα μπορούσαν να αυξηθούν περαιτέρω, ανάλογα με το αποτέλεσμα των ειρηνευτικών συνομιλιών του Τραμπ με τον Πούτιν.

Άδικη η επίθεση των ΗΠΑ λέει η Ινδία
Από την πλευρά της, η Ινδία δήλωσε ότι έχει στοχοποιηθεί άδικα για το συνεχιζόμενο εμπόριό της με τη Ρωσία από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία στις αρχές του 2022, εν μέσω επικρίσεων τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε δήλωση που δημοσιεύθηκε στις 4 Αυγούστου, το υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας δήλωσε ότι η χώρα άρχισε να εισάγει από τη Ρωσία επειδή οι παραδοσιακές προμήθειες εξετράπησαν προς Ευρώπη μετά το ξέσπασμα της σύγκρουσης.
«Οι εισαγωγές της Ινδίας αποσκοπούν στην εξασφάλιση προβλέψιμου και προσιτού ενεργειακού κόστους για τον Ινδό καταναλωτή. Είναι μια αναγκαιότητα που επιβάλλεται από την κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς», δήλωσε το Υπουργείο Εξωτερικών της Ινδίας.
«Ωστόσο, είναι αποκαλυπτικό ότι οι ίδιες οι χώρες που επικρίνουν την Ινδία επιδίδονται σε εμπόριο με τη Ρωσία. Σε αντίθεση με τη δική μας περίπτωση, το εν λόγω εμπόριο δεν αποτελεί καν ζωτική εθνική υποχρέωση», πρόσθεσε.
Η κριτική του Τραμπ για το εμπόριο πετρελαίου της Ινδίας με τη Ρωσία ισοδυναμεί με σαφή μετατόπιση από την κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία, μαζί με άλλες χώρες της G7, την Αυστραλία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθιέρωσε ένα ανώτατο όριο τιμής 60 δολαρίων ανά βαρέλι στα τέλη του 2022. Η ΕΕ έχει έκτοτε δηλώσει ότι έχει καταλήξει σε συμφωνία για τη μείωση αυτού του πλαφόν.
Αυτός ο μηχανισμός επιδίωξε να περιορίσει τα έσοδα της Ρωσίας από τις πωλήσεις πετρελαίου, διατηρώντας παράλληλα κάποια σταθερότητα στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας.
Ο Σίλαν Σαχ, αναπληρωτής επικεφαλής οικονομολόγος αναδυόμενων αγορών στην Capital Economics, δήλωσε στο CNBC ότι η Ινδία θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να βρει προμηθευτές εκτός της Ρωσίας για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες «σχετικά εύκολα», με περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο.
«Αλλά αμφιβάλλουμε ότι η Ινδία θα κατέβαλε ολόψυχα προσπάθεια να ξεκόψει από το ρωσικό πετρέλαιο. Στο εσωτερικό, δεν θα ήταν καλό να θεωρηθεί ότι υποκύπτει στις απαιτήσεις του Τραμπ», δήλωσε ο Σαχ σε σημείωμα που δημοσιεύθηκε στις 4 Αυγούστου.
«Επιπλέον, οι Ινδοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα ήταν απρόθυμοι να ανατρέψουν τις γενικά εγκάρδιες (και μακροχρόνιες) σχέσεις με τη Ρωσία», πρόσθεσε.