Σε ανοδική τροχιά επέστρεψαν οι εξαγωγές ελβετικών ρολογιών τον Ιούλιο, μετά από μια απότομη πτώση τον προηγούμενο μήνα, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να ενισχύσουν το στοκ τους στις ΗΠΑ ενόψει των υψηλότερων εμπορικών δασμών.
Όπως ανακοίνωσε σήμερα Πέμπτη η Ομοσπονδία της Ελβετικής Βιομηχανίας Ρολογιών, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 6,9% σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα. Εξαιρώντας τον αντίκτυπο των ΗΠΑ, οι εξαγωγές θα είχαν μειωθεί κατά 0,9%, καταδεικνύοντας μια βιομηχανία που εξακολουθεί να βρίσκεται σε ύφεση. Οι αποστολές προς την Ιαπωνία μειώθηκαν σημαντικά και η Κίνα επέστρεψε σε ύφεση.
Η περίοδος συνέπεσε με έντονη άσκηση πίεσης από Ελβετούς αξιωματούχους, καθώς ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται να επιβάλει δασμούς. Ο φόρος 39% στον οποίο κατέληξε — υψηλότερος από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες — απειλεί να επηρεάσει αρνητικά τις πωλήσεις κατασκευαστών ρολογιών όπως η Swatch Group AG και η Compagnie Financière Richemont SA .
Η ελβετική προσφορά
Η ελβετική κυβέρνηση προσπαθεί να μειώσει τον δασμό και έχει κάνει μια νέα προσφορά στις ΗΠΑ. Η αύξηση του ΑΕΠ της Ελβετίας θα μπορούσε να μειωθεί έως και 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα τεσσάρων τριμήνων εάν ο αμερικανικός δασμός παραμείνει στο 39%, προβλέπουν οικονομολόγοι της UBS.
«Τα στοιχεία για τις εξαγωγές ελβετικών ρολογιών παραμένουν σε μεγάλο βαθμό στρεβλωμένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα brands έκαναν μεγαλύτερες παραγγελίες πριν τεθούν σε ισχύ οι δασμοί της 1ης Αυγούστου», ανέφερε σε σημείωμά του ο αναλυτής της Vontobel, Jean-Philippe Bertschy. «Η άνοδος της «κόπωσης από την πολυτέλεια», η μείωση του αισθήματος ικανοποίησης από τις αγορές πολυτελών ειδών και η επιδείνωση του καταναλωτικού κλίματος συνεχίζουν να συμβάλλουν σε μια λιγότερο αισιόδοξη προοπτική».
Τα πιο ακριβά ρολόγια ήταν το τμήμα με τις καλύτερες επιδόσεις, σύμφωνα με την ομοσπονδία, με τις εξαγωγές προϊόντων αξίας άνω των 3.000 ελβετικών φράγκων (3.721 δολάρια) να αυξάνονται κατά 9,4%. Τα ρολόγια με τιμή εξαγωγής μεταξύ 200 και 500 φράγκων αυξήθηκαν κατά 7,3%, ενώ αυτά με τιμή κάτω των 200 φράγκων μειώθηκαν.