Ουδέτερη παραμένει η UBS για τις μετοχές της ευρωζώνης, καθώς οι αγορές συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν σημαντικές πηγές αβεβαιότητας στο άμεσο μέλλον, αλλά εκτιμά ότι η προοπτική για την περιοχή βελτιώνεται, αφού πολλά από τα βασικά προβλήματα της Ευρώπης έχουν πλέον ξεπεραστεί, με την πρόσφατη συμφωνία εμπορίου ΗΠΑ-ΕΕ και την ολοκλήρωση της απαιτητικής περιόδου αποτελεσμάτων του δεύτερου τριμήνου.
Η UBS έχει αναθεωρήσει την εκτίμησή της για την ανάπτυξη των κερδών στην ευρωζώνη φέτος, μειώνοντάς την από το 0% στο -3%. Παρόλα αυτά, αναμένει επιτάχυνση της ανάπτυξης, με εκτιμήσεις για αύξηση 5% το 2026 και ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη το 2027. Αυτό υποδηλώνει άμεσα κινδύνους καθοδικής αναθεώρησης των προβλέψεων των αναλυτών για το 2023, αλλά θετικούς κινδύνους για την ανάπτυξη το 2027.
Επίσης, εκτιμά ότι είναι ακόμη νωρίς για να παραβλεφθούν οι αβεβαιότητες που υπάρχουν στο κοντινό μέλλον, αλλά η δυνατότητα μιας ανάκαμψης κερδοφορίας αναμένεται να στηρίξει τις ευρωπαϊκές μετοχές. Συνεπώς, προτείνει στους επενδυτές να αυξήσουν σταδιακά την έκθεσή τους στην περιοχή.
Ευκαιρίες και προκλήσεις
Η γενική εικόνα για τις ευρωπαϊκές μετοχές (Stoxx 600) δεν είναι θετική, με τις τιμές να έχουν αυξηθεί μόλις 5% από τον Μάιο του περασμένου έτους, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ και την Ασία (εκτός Ιαπωνίας), οι οποίες κατέγραψαν κέρδη πάνω από 15%.
Η περίοδος αποτελεσμάτων του δεύτερου τριμήνου του 2025 είναι έως τώρα απογοητευτική, με λιγότερες εταιρείες να ξεπερνούν τις εκτιμήσεις κερδών, λόγω αδύναμων ρυθμών ανάπτυξης και πιέσεων από τα νομισματικά ρίσκα.
Έτσι, η UBS έχει μειώσει τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη των κερδών στην Ευρωζώνη για φέτος από 0% σε -3%, ενώ η συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ και η συμφωνία ΗΠΑ-Ιαπωνίας παρέχουν κάποια ξεκάθαρη εικόνα, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στις επιχειρηματικές επενδύσεις.
Παρά τις βραχυπρόθεσμες αβεβαιότητες, όμως, η UBS εκτιμά ότι η ανάπτυξη των κερδών θα επιταχυνθεί το 2026 σε ποσοστό 5% και θα επιταχυνθεί περισσότερο το 2027. Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην επιχειρηματικότητα αναμένεται να προσφέρει στήριξη για τις ευρωπαϊκές μετοχές. Η UBS προτείνει την επιλογή υψηλής ποιότητας ευρωπαϊκών μετοχών, ενώ αναφέρεται σε εταιρείες που ευνοούνται από θετικές πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη.
Δομικές και στρατηγικές προοπτικές
Η UBS παρατηρεί ότι, πέρα από την κυκλική ανάκαμψη, η Ευρώπη έχει θετικές δομικές προοπτικές. Αν και οι δημογραφικές προκλήσεις και η περιορισμένη έκθεση στην τεχνολογία παραμένουν σημαντικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν, οι πολιτικές υποστήριξης από την Γερμανία για τις υποδομές και τα σχέδια άμυνας της ΕΕ αναμένεται να στηρίξουν την ανάπτυξη από το 2026 και μετά.
Μάλιστα, εκτιμά ότι οι τράπεζες βρίσκονται σε καλύτερη θέση να υποστηρίξουν τη χορήγηση δανείων στην επόμενη δεκαετία από ό,τι μετά την οικονομική κρίση, και ότι το σχέδιο για τη δημιουργία μιας ένωσης αποταμιεύσεων και επενδύσεων στην ΕΕ μπορεί να ενισχύσει τη χρηματοδότηση και την καινοτομία.
Αν σημειωθεί πρόοδος στις συνομιλίες για την ειρήνη Ρωσίας-Ουκρανίας, αυτό μπορεί να βελτιώσει περαιτέρω το κλίμα για την περιοχή.
Έτσι, ενώ η UBS παραμένει θετική για τις ευρωπαϊκές μετοχές μεσοπρόθεσμα, συστήνει επιλεκτική έκθεση στην περιοχή στο βραχυπρόθεσμο διάστημα λόγω της αβεβαιότητας που επικρατεί.
Προβλέψεις για τις ευρωπαϊκές μετοχές
Η UBS βλέπει μέτρια ανοδική πορεία για τις ευρωπαϊκές μετοχές το επόμενο 12μηνο, δίνοντας για τον EuroStoxx 50 στόχο στις 5.500 μονάδες στο τέλος του έτους και στις 5.600 μονάδες τον Ιούνιο του 2026. Επιπλέον, οι ευρωπαϊκές μετοχές προσφέρουν πιθανή μερισματική απόδοση 3,3%.
Το ανοδικό σενάριο περιλαμβάνει:
– Πρόοδο στις εμπορικές συμφωνίες ΗΠΑ με άλλες μεγάλες οικονομίες, ενισχύοντας την επιχειρηματική εμπιστοσύνη και την παραγωγική δραστηριότητα, με αύξηση των εκτιμήσεων κερδών.
– Ειρηνική συμφωνία Ρωσίας – Ουκρανίας που θα βελτιώσει το συναισθηματικό κλίμα στην περιοχή και ενδεχομένως θα μειώσει τις τιμές του φυσικού αερίου.
– Ταχύτερη ευρωπαϊκή ανάπτυξη, υποστηριζόμενη από τη γερμανική δημοσιονομική πολιτική και την αύξηση των καταναλωτικών δαπανών.
Το πτωτικό σενάριο περιλαμβάνει:
– Παγκόσμια οικονομική αδυναμία, πιθανώς λόγω της αύξησης των δασμών.
– Αδύναμο τομέα απασχόλησης στην ΕΕ που μπορεί να καθυστερήσει την ανάκαμψη της κατανάλωσης.
– Υψηλές τιμές ενέργειας και πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων στην Ευρώπη.
– Πολιτική αβεβαιότητα ενόψει των συζητήσεων για τον προϋπολογισμό το φθινόπωρο.