Με απώλειες άρχισαν την εβδομάδα οι ευρωπαϊκές αγορές, με τους επενδυτές να προσπαθούν να αξιολογήσουν τις οικονομικές προοπτικές μετά τις προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων από τη Federal Reserve, αλλά και τα μικτά μηνύματα από τη γερμανική οικονομία.
Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 σημείωσε πτώση 0,45%. Ο γερμανικός DAX κατέγραψε απώλειες 0,42% στις 24.261 μονάδες και ο γαλλικός CAC 40 έκλεισε χαμηλότερα κατά 1,59% στις 7.843 μονάδες. Οι αγορές στο Ηνωμένο Βασίλειο παρέμειναν κλειστές λόγω αργίας.
Οι επενδυτές προσπάθησαν να αποτιμήσουν τις προεκτάσεις από τις δηλώσεις του προέδρου της Federal Reserve, Jerome Powell, την Παρασκευή, ο οποίος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης επιτοκίων στο προσεχές διάστημα. Αυτές, σε συνδυασμό με τις νέες λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας ΗΠΑ – Ε.Ε., η οποία παρείχε επιπλέον σαφήνεια σε κλάδους όπως η φαρμακοβιομηχανία, έχουν ενισχύσει τις κινήσεις αναπροσαρμογής και διαφοροποίησης από αρκετά χαρτοφυλάκια.
Στο μεταξύ, στο επίκεντρο σήμερα ήταν οι μετοχές της Orsted, κορυφαίας εταιρείας ανάπτυξης αιολικών πάρκων, καθώς υποχώρησαν κατά 16%, μετά από την απόφαση των αμερικανικών αρχών να σταματήσουν την κατασκευή ενός σχεδόν ολοκληρωμένου έργου ανοιχτά του Ρόουντ Άιλαντ. Η κίνηση αυτή απειλεί τα σχέδια της εταιρείας για άντληση κεφαλαίων.
Από την άλλη, ανοδικά έκλεισε η μετοχή της JDE Peet’s, μετά την ανακοίνωση της Keurig Dr Pepper ότι προχωρά στην εξαγορά της ολλανδικής εταιρείας καφέ έναντι 15,7 δισ. ευρώ. Η μετοχή της JDE Peet’s κέρδισε έως και 24,5%.
Τα μάκρο
Στα μάκρο της ημέρας, το επιχειρηματικό κλίμα στη Γερμανία συνέχισε να βελτιώνεται τον Αύγουστο, με τον σχετικό δείκτη να ανέρχεται στις 89,0 μονάδες, σε σύγκριση με τις 88,6 μονάδες που είχε καταγράψει τον Ιούλιο, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (Ifo). Οι αναλυτές ανέμεναν να κινηθεί χαμηλότερα ο δείκτης.
«Η διάθεση μεταξύ των επιχειρήσεων στη Γερμανία έχει βελτιωθεί ελαφρώς», δήλωσε ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ifo, Clemens Fuest. Ωστόσο, επεσήμανε ότι «η ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας παραμένει αδύναμη».