Η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης δεν θα φέρει μαζί της όπως φαίνεται ιδιαίτερα μέτρα στήριξης για τις επιχειρήσεις να υπενθυμίσουμε μάλιστα πως οι προηγούμενες χρονιές είχαν αρκετό επιχειρηματικό άρωμα . Ο πρωθυπουργικός λόγος, αν και θα επιχειρήσει να δώσει στίγμα πολιτικής σταθερότητας, δεν θα περιλαμβάνει γενναίες εξαγγελίες για φοροελαφρύνσεις ή ειδικά πακέτα για τις επιχειρήσεις καθώς αυτή τη φορά η στόχευση είναι η μεσαία τάξη των πολιτών. Το μήνυμα μάλλον είναι σαφές: οι επιχειρήσεις καλούνται να κινηθούν με όσα έχουν ήδη στη διάθεσή τους.
Κι εκεί ακριβώς έρχεται η οικονομική συγκυρία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο επιτόκιο νέων επιχειρηματικών δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια υποχώρησε τον Ιούνιο του 2025 στο 4,70 %, ενώ για τις ΜΜΕ με κυμαινόμενο επιτόκιο έπεσε στο 4,15 %. Ακόμη και στα μακροπρόθεσμα επιχειρηματικά δάνεια, οι χρεώσεις μειώθηκαν στο 4,34 %. Πρόκειται για μια αποκλιμάκωση άνω των 200 μονάδων βάσης μέσα σε δύο χρόνια, αν συγκρίνει κανείς με το 6,5 % του Ιουνίου 2023.
Η εικόνα όμως δεν είναι μονοσήμαντη. Οι όγκοι νέων δανείων αυξομειώνονται έντονα, αποτυπώνοντας τη διστακτικότητα της αγοράς. Η μείωση του κόστους δανεισμού δεν αρκεί· οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να σταθμίζουν κινδύνους που διαμορφώνουν το περιβάλλον: την παρατεταμένη γεωπολιτική αβεβαιότητα, τον επίμονο πυρήνα του πληθωρισμού, το κόστος ενέργειας που δεν έχει ομαλοποιηθεί πλήρως, αλλά και την εσωτερική ζήτηση που παραμένει συγκρατημένη. Χωρίς σταθερό και προβλέψιμο πλαίσιο, το χαμηλότερο επιτόκιο μοιάζει με ευκαιρία που οι επιχειρήσεις διστάζουν να αδράξουν.
Σε αυτό το τοπίο λοιπόν αποκτά σημασία κάθε στοχευμένο μέτρο. Για παράδειγμα η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, με το νέο Ταμείο Μικροδανείων Ανάκαμψης από Φυσικές Καταστροφές, επιχειρεί να καλύψει ειδικές ανάγκες. Με άτοκη κάλυψη του 75 % και ύψος δανείων έως €25.000, το εργαλείο αυτό απευθύνεται κυρίως σε μικρές επιχειρήσεις που δοκιμάστηκαν από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία. Δεν πρόκειται για λύση που θα αλλάξει συνολικά τον χάρτη χρηματοδότησης, αλλά για μια εστιασμένη απάντηση σε τοπικές πληγές της οικονομίας.
Το βλέμμα ταυτόχρονα στρέφεται και στην Ευρώπη. Η ΕΚΤ, που το προηγούμενο διάστημα έριξε επιθετικά τα επιτόκια, αναμένεται στη συνεδρίαση της 11ης Σεπτεμβρίου να τα διατηρήσει σταθερά. Η νομισματική πολιτική μπαίνει σε φάση αναμονής, με στόχο να μη διαταραχθεί η εύθραυστη ισορροπία ανάμεσα στη στήριξη της ανάπτυξης και την αποφυγή νέων πληθωριστικών πιέσεων.
Οι επιχειρήσεις λοιπόν δεν έχουν να περιμένουν ειδικές εξαγγελίες, αλλά να δουλέψουν με όσα έχουν: χαμηλότερο κόστος δανεισμού, μια πιο σταθερή ΕΚΤ και περισσότερα στοχευμένα εργαλεία.
Το στοίχημα της επόμενης μέρας δεν είναι στις εξαγγελίες, αλλά στις αποφάσεις που θα πάρουν οι ίδιες.